Από το αγρόκτημα στο πιάτο: Μια στρατηγική για ένα δίκαιο, υγιές και φιλικό προς το περιβάλλον σύστημα τροφίμων


Καίτη Μυλωνά

Η πανδημία της νόσου COVID-19 υπογράμμισε τη σπουδαιότητα ενός εύρωστου και ανθεκτικού συστήματος τροφίμων το οποίο να είναι σε θέση να λειτουργεί σε οποιεσδήποτε περιστάσεις και να είναι ικανό να διασφαλίζει πρόσβαση σε επαρκή προσφορά τροφίμων σε προσιτές τιμές για τους πολίτες.
Μας έκανε, επίσης, να συνειδητοποιήσουμε τη στενή διασύνδεση της υγείας, των οικοσυστημάτων, των αλυσίδων εφοδιασμού, των καταναλωτικών προτύπων και των πλανητικών ορίων μας. Είναι σαφές ότι πρέπει να κάνουμε πολύ περισσότερα για να παραμείνουμε υγιείς, τόσο εμείς όσο και ο πλανήτης. Η σημερινή πανδημία δεν είναι παρά ένα παράδειγμα. Η αυξανόμενη συχνότητα με την οποία εμφανίζονται ξηρασίες, πλημμύρες, δασικές πυρκαγιές και νέοι επιβλαβείς οργανισμοί μάς υπενθυμίζουν διαρκώς ότι το σύστημα τροφίμων μας απειλείται και πρέπει να καταστεί περισσότερο βιώσιμο και ανθεκτικό.

Η στρατηγική «από το αγρόκτημα στο πιάτο» είναι μια νέα ολοκληρωμένη προσέγγιση του τρόπου με τον οποίο οι Ευρωπαίοι εκτιμούν τη βιωσιμότητα των τροφίμων. Είναι μια ευκαιρία για τη βελτίωση του τρόπου ζωής, της υγείας και του περιβάλλοντος. Η δημιουργία ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για τα τρόφιμα που θα διευκολύνει την επιλογή υγιεινού και βιώσιμου τρόπου διατροφής θα είναι προς όφελος της υγείας και της ποιότητας ζωής των καταναλωτών και θα μειώσει το κόστος για την κοινωνία όσον αφορά την υγεία. Οι πολίτες αποδίδουν όλο και μεγαλύτερη προσοχή στα ζητήματα που αφορούν το περιβάλλον, την υγεία, την κοινωνία και τη δεοντολογία και αναζητούν την αξία των τροφίμων περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Παρά την όλο και μεγαλύτερη αστικοποίηση των κοινωνιών, θέλουν να νιώθουν πιο κοντά στα τρόφιμά τους. Θέλουν τρόφιμα φρέσκα, λιγότερο μεταποιημένα και από βιώσιμες πηγές. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της τρέχουσας επιδημίας οι φωνές για βραχύτερες αλυσίδες εφοδιασμού πληθαίνουν. Οι καταναλωτές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν βιώσιμα τρόφιμα και όλοι οι συντελεστές της τροφικής αλυσίδας θα πρέπει να αντιλαμβάνονται τη δυνατότητα αυτή ως ευθύνη και ευκαιρία για τους ίδιους.

Η μετάβαση σε βιώσιμα συστήματα τροφίμων αποτελεί μια τεράστια οικονομική ευκαιρία. Οι προσδοκίες των πολιτών εξελίσσονται και επιφέρουν σημαντικές αλλαγές στην αγορά των τροφίμων. Το γεγονός αυτό αποτελεί ευκαιρία για τους γεωργούς, τους αλιείς και τους παραγωγούς προϊόντων υδατοκαλλιέργειας, καθώς και για τους μεταποιητές τροφίμων και τις υπηρεσίες τροφίμων. Η μετάβαση αυτή θα τους επιτρέψει να κάνουν τη βιωσιμότητα εμπορικό σήμα τους και να εγγυηθούν το μέλλον της αλυσίδας τροφίμων της ΕΕ πριν από τους ανταγωνιστές τους που βρίσκονται εκτός της ΕΕ.

Είναι σαφές ότι η μετάβαση αυτή δεν θα συμβεί χωρίς να αλλάξουν οι διατροφικές συνήθειες των ανθρώπων. Ωστόσο, 33 εκατομμύρια άτομα στην ΕΕ δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα για ένα ποιοτικό γεύμα κάθε δεύτερη ημέρα και η επισιτιστική βοήθεια είναι απαραίτητη για ένα μέρος του πληθυσμού σε πολλά κράτη μέλη. Οι προκλήσεις της επισιτιστικής ανασφάλειας και της οικονομικής προσιτότητας είναι μεγαλύτερες σε περιόδους οικονομικής ύφεσης και, ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ληφθούν μέτρα για να αλλάξουν τα πρότυπα κατανάλωσης και να περιοριστεί η σπατάλη τροφίμων. Αφενός η σπατάλη αφορά το 20 % των παραγόμενων τροφίμων και αφετέρου το πρόβλημα της παχυσαρκίας γίνεται όλο και μεγαλύτερο. Πάνω από το ήμισυ του ενήλικου πληθυσμού είναι πλέον υπέρβαρα άτομα, με αποτέλεσμα την υψηλή συχνότητα εμφάνισης νόσων που σχετίζονται με τη διατροφή (μεταξύ άλλων και διαφόρων τύπων καρκίνου) και τις υψηλές σχετικές δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης.

Είναι σαφές ότι δεν μπορούμε να επιτύχουμε καμία αλλαγή, αν δεν ακολουθήσει και ο υπόλοιπος κόσμος. Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας και εξαγωγέας γεωργικών προϊόντων διατροφής και η μεγαλύτερη αγορά θαλασσινών στον κόσμο. Ωστόσο, η παραγωγή ειδών διατροφής μπορεί να έχει αρνητικές περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις στις χώρες στις οποίες παράγονται. Ως εκ τούτου, οι προσπάθειες για πιο αυστηρές απαιτήσεις βιωσιμότητας στο σύστημα τροφίμων της ΕΕ θα πρέπει να συνοδεύονται από πολιτικές που θα συμβάλλουν στη βελτίωση των προτύπων σε παγκόσμιο επίπεδο, προκειμένου να αποφεύγεται η εξωτερική ανάθεση και εξαγωγή μη βιώσιμων πρακτικών.

Ένα βιώσιμο σύστημα τροφίμων είναι απαραίτητος παράγοντας για την επίτευξη των κλιματικών και περιβαλλοντικών στόχων της Πράσινης Συμφωνίας, παράλληλα με τη βελτίωση του εισοδήματος των παραγωγών στον πρωτογενή τομέα και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ. Η παρούσα στρατηγική υποστηρίζει τη μετάβαση, δίνοντας έμφαση στις νέες ευκαιρίες τόσο για τους πολίτες όσο και για τις επιχειρήσεις τροφίμων.

Οι στόχοι της ΕΕ είναι να μειώσει το περιβαλλοντικό και κλιματικό αποτύπωμα του συστήματος τροφίμων της ΕΕ και να ενισχύσει την ανθεκτικότητά του, να προστατεύσει την επισιτιστική ασφάλεια απέναντι στην κλιματική αλλαγή και την απώλεια της βιοποικιλότητας και να είναι πρωτοπόρος σε μια παγκόσμια μετάβαση προς την ανταγωνιστική βιωσιμότητα από το αγρόκτημα έως το πιάτο, αξιοποιώντας τις νέες ευκαιρίες.

Αυτό σημαίνει:



    να εξασφαλίσει ότι η αλυσίδα τροφίμων, που περιλαμβάνει την παραγωγή, τη μεταφορά, τη διανομή, την εμπορία και την κατανάλωση τροφίμων, έχει ουδέτερο ή θετικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο, με διατήρηση και αποκατάσταση των χερσαίων, υδατικών και θαλάσσιων πόρων από τους οποίους εξαρτάται το επισιτιστικό σύστημα· να συμβάλει στην άμβλυνση της κλιματικής αλλαγής και να προσαρμοστεί στις επιπτώσεις της· να προστατεύσει το έδαφος, τα ύδατα, τον αέρα και την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων· και να αναστρέψει την απώλεια της βιοποικιλότητας·

    να προστατεύσει την επισιτιστική ασφάλεια, τη διατροφή και τη δημόσια υγεία —εξασφαλίζοντας ότι όλοι έχουν πρόσβαση σε επαρκή, θρεπτικά και βιώσιμα τρόφιμα για τα οποία τηρούνται υψηλά πρότυπα όσον αφορά την ασφάλεια και την ποιότητα, την υγεία των φυτών και την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, και τα οποία παράλληλα ανταποκρίνονται στις διατροφικές ανάγκες και προτιμήσεις· και

    να διατηρήσει τα τρόφιμα σε οικονομικά προσιτά επίπεδα, δημιουργώντας παράλληλα δίκαιες οικονομικές αποδόσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού, ώστε, τελικά, τα πιο βιώσιμα τρόφιμα να γίνουν και τα πιο προσιτά από οικονομική άποψη, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα του τομέα εφοδιασμού της ΕΕ, προωθώντας το δίκαιο εμπόριο, δημιουργώντας νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες και διασφαλίζοντας την ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς και την υγεία και ασφάλεια στην εργασία.


Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία αποτελεί μια ευκαιρία για να συμφιλιωθεί το σύστημα τροφίμων μας με τις ανάγκες του πλανήτη και να ανταποκριθεί θετικά στις προσδοκίες των Ευρωπαίων για ισότιμη και φιλική προς το περιβάλλον παραγωγή υγιεινών τροφίμων. Σκοπός της στρατηγικής αυτής είναι να καταστεί το σύστημα τροφίμων της ΕΕ παγκόσμιο πρότυπο για τη βιωσιμότητα. Για τη μετάβαση σε βιώσιμα συστήματα τροφίμων απαιτείται συλλογική προσέγγιση με τη συμμετοχή των δημόσιων αρχών σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης (συμπεριλαμβανομένων των πόλεων, των αγροτικών και των παράκτιων κοινοτήτων), των συντελεστών του ιδιωτικού τομέα σε ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα τροφίμων, των μη κυβερνητικών οργανώσεων, των κοινωνικών εταίρων, του πανεπιστημιακού κόσμου και των πολιτών.

Πρέπει να διασφαλιστεί, ότι η στρατηγική αυτή εφαρμόζεται σε στενή συνάφεια με τα άλλα στοιχεία της Πράσινης Συμφωνίας, και ιδίως με τη στρατηγική για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030, το νέο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία και τη στρατηγική μηδενικής ρύπανσης. Θα παρακολουθεί τη μετάβαση σ’ ένα βιώσιμο σύστημα τροφίμων ώστε να λειτουργεί εντός των ορίων αντοχής του πλανήτη, συμπεριλαμβανομένης της προόδου ως προς τους στόχους και τη συνολική μείωση του περιβαλλοντικού και κλιματικού αποτυπώματος του συστήματος τροφίμων της ΕΕ.

Πηγή: Ανακοίνωση της Επιτροπής COM(2020) 381 final – Από το αγρόκτημα στο πιάτο





Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη