Γιάννης Μυλόπουλος
Τελευταία αρχίζουν να έρχονται στη δημοσιότητα θάνατοι ανθρώπων που, ενώ είχαν συμπτώματα προσβολής από τον κορωνοϊό, ο ΕΟΔΥ, αδυνατώντας να τους παράσχει διαγνωστική, ιατρική και νοσηλευτική υποστήριξη, τους συμβούλευσε να μείνουν σπίτι.
Όπου και κατέληξαν αβοήθητοι.
Ο θάνατος μιας γυναίκας 41 ετών, μητέρας 3 παιδιών από ένα χωριό της Καστοριάς, με σοβαρό υποκείμενο νόσημα, την οποία ο ΕΟΔΥ προέτρεψε να μείνει σπίτι, όπου και έχασε τη μάχη με τον κορωνοϊό, όπως διαπιστώθηκε στη νεκροψία, είναι ίσως η κορυφή του ελληνικού παγόβουνου.
Παρόμοιο περιστατικό με θάνατο στο σπίτι στην Ξάνθη αυτή τη φορά, από κάποιον που ανήκε σε ομάδα υψηλού κινδύνου, ήρθε να επιβεβαιώσει μια νέα πραγματικότητα που αναδύεται και η οποία όπως φαίνεται θα εκδηλώνεται όλο και συχνότερα στο μέλλον.
Γιατί πίσω από αυτές τις τραγικές ιστορίες των αδήλωτων κρουσμάτων και στη συνέχεια των θανάτων από τον ιό χωρίς παροχή φροντίδας, αποκαλύπτονται τα λάθη και οι παραλήψεις της πολιτικής που ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση στην αντιμετώπιση της πανδημίας, τα οποία αρχίζουν να κοστίζουν ανθρώπινες ζωές.
Τα λάθη και οι παραλήψεις αναφέρονται σε δύο επίπεδα:
Πρώτα στο διαγνωστικό. Ο αριθμός των διαγνωστικών τεστ που επέλεξε η κυβέρνηση να διεξάγονται από το Σύστημα Υγείας είναι εξαιρετικά περιορισμένος. Γι’ αυτό και ουδείς γνωρίζει σε τι αριθμό ακριβώς ανέρχονται τα αδήλωτα κρούσματα. Όσο για τα τεστ που γίνονται σε ιδιωτικά εργαστήρια, αυτά είναι απαγορευτικά για τους πολλούς, καθώς κοστίζουν σχεδόν όσο το μηνιαίο επίδομα που δίνει η κυβέρνηση στους εργαζόμενους που πλήττονται από τα μέτρα αντιμετώπισης του κορωνοϊού.
Ήδη ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας παραδέχεται ότι το σύνολο των κρουσμάτων μπορεί να έχει φτάσει και τα 10.000, τη στιγμή που τα διαπιστωμένα είναι μόλις 800.
Η κυβέρνηση βέβαια πανηγυρίζει για την επιτυχία των μέτρων της, βασισμένη στα διαπιστωμένα κρούσματα που, λόγω των ελάχιστων διαγνωστικών τεστ, έχουν καταφέρει να μη δείχνουν ανησυχητική αύξηση.
Το δεύτερο επίπεδο αποτυχίας της αντιμετώπισης της πανδημίας του κορωνοϊού στην Ελλάδα, αναφέρεται στις ανεπάρκειες και τις αδυναμίες του Συστήματος Υγείας. Το οποίο δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις καθημερινά αυξανόμενες ανάγκες περίθαλψης και νοσηλείας, λόγω υποχρηματοδότησης, που έχει σαν συνέπεια μεγάλες ελλείψεις σε επιστημονικό προσωπικό και στελεχιακό δυναμικό, σε υποδομές, σε κρεβάτια νοσηλείας και σε εξοπλισμό.
Η τρίτη από το τέλος θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη, με μόλις 6 κρεβάτια ΜΕΘ να αντιστοιχούν σε 100.000 κατοίκους, τη στιγμή που ο μέσος Ευρωπαϊκός όρος είναι διπλάσιος από τον δικό μας δείκτη, είναι ενδεικτική για την κατάσταση που έχουν οδηγήσει τα δημόσια νοσοκομεία και νοσηλευτήρια.
Οι αδυναμίες του συστήματος υγείας αναγκάζουν τον ΕΟΔΥ να προτρέπει όσους ζητούν βοήθεια, να μένουν στο σπίτι. Όπου κάποιοι από αυτούς τελικά καταλήγουν αβοήθητοι…
Όσο περνά ο καιρός και όσο η νόσος εξαπλώνεται και στην Ελλάδα στα επίπεδα που έχει ήδη εξαπλωθεί στις Ευρωπαϊκές χώρες, τόσο οι συνέπειες της υποκαταγραφής της εξάπλωσης του ιού, όπως και οι αδυναμίες και οι ανεπάρκειες του Συστήματος Υγείας θα εκδηλώνονται συχνότερα και πιο εκτεταμένα, με δυσμενείς επιπτώσεις την αύξηση των θανάτων από τη νόσο.
Τι έπρεπε να έχει γίνει και δεν έγινε;
Τι έπρεπε όμως να έχει γίνει και δεν έγινε;
Και τι μπορεί να γίνει τώρα και δεν γίνεται;
Τα μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων είναι σωστά και ελήφθησαν την κατάλληλη ώρα. Είναι λοιπόν αναγκαία, δεν είναι, όμως, ικανά. Η ανάγκη τυφλών και οριζόντιων απαγορευτικών μέτρων, ανεξαρτήτως από το εάν όσοι μένουν σπίτι νοσούν ή όχι, ξεκινά από την αδυναμία διεξαγωγής εκτεταμένων διαγνωστικών τεστ στον πληθυσμό. Όσο λιγότερα γνωρίζουμε για την εξάπλωση της νόσου, τόσο πιο γενικευμένα και οριζόντια μέτρα αναγκαζόμαστε να παίρνουμε για να περιορίσουμε τη μετάδοσή της. Στο θεωρητικό εκείνο ενδεχόμενο που γνωρίζαμε με ακρίβεια ποιοι από τον γενικό πληθυσμό είναι φορείς και ποιοι ασθενούν, θα μπορούσαμε να περιορίσουμε μόνο αυτούς, καθώς και όσους κινδυνεύουν άμεσα, επειδή ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Οπότε, σε αυτό το ενδεχόμενο, και η οικονομία δεν θα πλήττονταν στον βαθμό που συμβαίνει τώρα, που όλα είναι υποχρεωτικά κλειστά και δεν λειτουργεί τίποτε. Είναι λοιπόν τραγικό σφάλμα η επιλογή της υποκαταγραφής και τραγική παράληψη το γεγονός ότι δεν ζητήθηκε εγκαίρως βοήθεια από τον ΠΟΥ και από άλλες χώρες, για την προμήθεια υλικών για εκτέλεση διαγνωστικών τεστ. Η κατάσταση αυτή θα επιδεινώνεται όσο εξαπλώνεται ο ιός και όσο αυξάνει ο πραγματικός αριθμός των κρουσμάτων. Κι ακόμη, οι συνέπειες της υποκαταγραφής θα εκδηλωθούν και όταν με το καλό λήξει ο συναγερμός του περιορισμού των μετακινήσεων, οπότε αναμένεται να έχουμε αναζωπύρωση της εξάπλωσης του ιού, αφού και πάλι δεν θα είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ποιοι θα είναι φορείς ή θα νοσούν τότε, προκειμένου να περιοριστούν στο σπίτι. Η απαγόρευση των μετακινήσεων, όσο διαρκεί, αποσκοπεί στον έλεγχο της περαιτέρω εξάπλωσης του ιού. Δεν βοηθά ούτε στην βελτίωση της υγειονομικής φροντίδας, ούτε βεβαίως συμβάλλει στη θεραπεία και την αποκατάσταση των νοσούντων. Η Γερμανική περίπτωση περιορισμού των θανάτων, ενώ καταγράφεται μεγάλη εξάπλωση του κορωνοϊού, επιτεύχθηκε με την εκτέλεση 160.000 διαγνωστικών τεστ εβδομαδιαία και είναι διδακτική για το τι έπρεπε να γίνει και στη δική μας περίπτωση για να μειωθούν οι θάνατοι και να προστατευθούν οι ανθρώπινες ζωές.
Πρέπει άμεσα να ληφθούν γενναία μέτρα υποστήριξης του δημόσιου συστήματος υγείας. Που σημαίνει ότι πρέπει να γίνουν άμεσα προσλήψεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, το οποίο είναι ήδη εξαιρετικά ελλειμματικό στα νοσοκομεία, εξ αιτίας τόσο της απαγόρευσης νέων προσλήψεων από τα μνημόνια, εδώ και 10 χρόνια, όσο όμως και λόγω της πολιτικής της σημερινής κυβέρνησης. Η οποία σταμάτησε 4.000 προσλήψεις που είχαν ήδη ξεκινήσει επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου, λέει, να προωθηθούν ΣΔΙΤ στη δημόσια υγεία. Σήμερα γίνεται φανερό ότι τα κενά στο δημόσιο σύστημα υγείας δεν μπορούν να αναπληρωθούν ούτε από ιδιωτικές επενδύσεις, ούτε από ΣΔΙΤ. Ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων Ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Ισπανία, που προσέλαβε 52.000 γιατρούς και νοσηλευτές ενόψει απειλής της δημόσιας υγείας από την πανδημία, στην Ελλάδα θα έπρεπε να έχουν ήδη γίνει κατ’ αναλογία 10.000 προσλήψεις. Όσο αυτό δεν γίνεται, τόσο η παροχή ιατρικής και νοσηλευτικής φροντίδας θα είναι πλημμελής και ανεπαρκής και τόσο οι θάνατοι θα αυξάνονται επικίνδυνα.
Υπάρχει τραγική έλλειψη κρεβατιών στα νοσοκομεία, σε σχέση με την δραματική αύξηση όσων το έχουν ανάγκη. Γι’ αυτό και πρέπει να γίνει άμεση επίταξη των ιδιωτικών δομών υγείας. Η ελληνική κυβέρνηση, αντί μπροστά στον κίνδυνο για τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων να επιτάξει τις ιδιωτικές κλινικές, προκειμένου να αυξήσει τα κρεβάτια κανονικής νοσηλείας, καθώς και τα κρεβάτια των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας, που σε λίγο καιρό δεν θα μπορούν να δεχθούν άλλους ασθενείς, διπλασιάζει την αποζημίωση που το δημόσιο πληρώνει στις ιδιωτικές δομές υγείας. Πληρώνοντας ακριβά τους επιχειρηματίες της υγείας για να επιτελέσουν το κοινωνικό τους χρέος σε μια δύσκολη συγκυρία, αλλά και για να κάνουν αυτό που θα υποχρεώνονταν να κάνουν, αν η κυβέρνηση τολμούσε να προχωρήσει στην επίταξη. Στην οποία επίταξη βεβαίως προχώρησε στη Μυτιλήνη και σε άλλα νησιά, όταν επρόκειτο όμως για την περιουσία απλών ανθρώπων.
Πρέπει άμεσα να αυξηθεί η ικανότητα παροχής υπηρεσιών νοσηλευτικής φροντίδας, με το στήσιμο έκτακτων νοσηλευτηρίων σε εκθεσιακούς και λοιπούς δημόσιους χώρους, όπως έγινε στην Κίνα και πρόσφατα στην Ισπανία, όπου τα κρεβάτια ενισχύθηκαν κατά 5.000 με τέτοιες παρεμβάσεις. Είναι ένας τρόπος έκτακτης και άμεσης ενίσχυσης της ικανότητας του δημόσιου συστήματος υγείας να παρέχει επιπλέον υπηρεσίες υγειονομικής φροντίδας, ιατρικής περίθαλψης και νοσηλείας σε χιλιάδες ανθρώπους που το έχουν ανάγκη.
Άλλο συναίνεση και άλλο… σιωπή των αμνών
Όσο καθυστερεί η κυβέρνηση να αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης και να πάρει τα κατάλληλα δραστικά μέτρα υπέρ του δημόσιου συστήματος υγείας, τόσο θα τίθεται σε κίνδυνο η υγεία και η ζωή χιλιάδων ανθρώπων.
Η μείωση, βέβαια, του ρυθμού αύξησης των καταγεγραμμένων κρουσμάτων, λόγω των μειωμένων διαγνωστικών ελέγχων, μπορεί προσωρινά να ικανοποιεί την κυβέρνηση και να φέρνει πρόσκαιρα μικροκομματικά οφέλη.
Εν μέσω όμως πανηγυρισμών για την επιτυχία των αστυνομικών και απαγορευτικών μέτρων, θα αρχίσει σύντομα να αυξάνεται επικίνδυνα ο αριθμός των θανάτων από την πανδημία, καθώς η αδυναμία νοσηλείας και παροχής ιατρικών φροντίδων όσων τις χρειάζονται, θα συμβάλει στην αύξηση των θανάτων από τη νόσο.
Οι πολίτες επιτελούμε στο ακέραιο το χρέος μας, ανταποκρινόμενοι απολύτως στην ατομική ευθύνη την οποία μας απέδωσε ο πρωθυπουργός, υπακούοντας τις εντολές και μένοντας στο σπίτι.
Η αξιωματική αντιπολίτευση από την άλλη, με την πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα συναίνεση που παρέχει στη δύσκολη ώρα στην κυβέρνηση, της δίνει τη δυνατότητα να λάβει ελεύθερα και χωρίς συνθήκες αντιπολιτευτικής πίεσης, όποια μέτρα θεωρεί σκόπιμα και αναγκαία για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό από την πλευρά τους υπερβάλλουν εαυτούς στα νοσοκομεία, εργαζόμενοι σε έκτακτες και εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, εν μέσω μεγάλων ελλείψεων και τραγικών ελλειμμάτων.
Η κυβέρνηση πρέπει επιτέλους να αναλάβει και αυτή την ευθύνη που της αναλογεί και που αφορά στην προστασία της δημόσιας υγείας και τη διασφάλιση της ζωής των πολιτών.
Η οποία ευθύνη δεν εξαντλείται μόνο στη λήψη αστυνομικών μέτρων, τα οποία άλλωστε δεν θεραπεύουν τη νόσο και δεν προστατεύουν από το θάνατο όσους νοσούν.
Άλλης τάξης ζήτημα είναι η συναίνεση για όσα σωστά μέτρα λαμβάνονται και άλλης η σιωπή για τις εγκληματικές παραλήψεις και τα τραγικά λάθη που γίνονται.
Η συναίνεση όλων και η συνεργασία για την επιτυχία των μέτρων που λαμβάνονται και που είναι στη σωστή κατεύθυνση, είναι δεδομένη και επιβεβλημένη στη δύσκολη αυτή ώρα.
Η… σιωπή των αμνών όμως που προσπαθεί η κυβέρνηση να επιβάλει, με την επίκληση… συνθηκών πολέμου που επιβάλλουν ομοψυχία, τη στιγμή που τα λάθη και οι παραλήψεις της οδηγούν όλο και περισσότερους συνανθρώπους μας να υποφέρουν αβοήθητοι και να χάνουν τη μάχη με την πανδημία, είναι μια σιωπή επικίνδυνη και εγκληματική.
* Του Γιάννη Ά. Μυλόπουλου, Καθηγητή ΆΠΘ, Μέλους της Κεντρικής Επιτροπής Άνασυγκρότησης του «ΣΥΡΙΖΆ – Προοδευτική Συμμαχία
Tags
΄Αρθρα - Απόψεις