«Κάθε λέξη έχει συνέπειες. Κάθε σιωπή επίσης»*

Αννέτα Καββαδία

Σοβαρά τώρα;

Ανακαλύψαμε ξαφνικά την πυρίτιδα; Κόσμος άρχισε να πέφτει από τα σύννεφα γιατί διαπίστωσε πως στον «λαμπερό» κόσμο των ΜΜΕ τα πράγματα δεν είναι και τόσο ρόδινα; Πως η ελευθερία του Τύπου και η αντικειμενική δημοσιογραφία είναι έννοιες απατηλές και πως οι δημοσιογράφοι είναι ευάλωτοι σε πιέσεις;

 

Σοβαρά τώρα;

 

Συμβαίνουν αυτά σε «επώνυμους» δημοσιογράφους; Σε «δυνατές» υπογραφές; Χθες ήταν η Ακρίτα στα ΝΕΑ, προχθές ο Αργυρός και ο Αυγερόπουλος στην ΕΡΤ, σήμερα ο Χαρίτος πάλι στην ΕΡΤ και η Κρουστάλλη στο ΒΗΜΑ. Και αν κάτι τέτοιο συνέβη σε αυτούς, τι ακριβώς συμβαίνει με τις χιλιάδες «ανώνυμους» δημοσιογράφους; Σε τι καθεστώς εργασιακής ανασφάλειας δουλεύουν;

 

Σοβαρά τώρα;

 

Είναι τα ΜΜΕ επιχειρήσεις που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των επιχειρηματιών που τα κατέχουν; Και που επιβιώνουν ή από διαφημίσεις ή από δανεισμό; Και που η όποια, αντίθετη από του αφεντικού, άποψη καταφέρει να επιβιώσει, χρησιμοποιείται απλώς ως άλλοθι;

 

Και η έκπληξη (!) της κοινής γνώμης συνεχίζεται. Και η, απολύτως ορθή, δημόσια κατακραυγή διογκώνεται. Την ίδια ώρα που η δημοσιογραφία συνεχίζει να βουλιάζει στα ελώδη νερά της απαξίωσης και της ανυποληψίας και οι λειτουργοί της –με ευθύνη και των ίδιων– αδυνατούν να πείσουν πως δεν είναι όλοι ίδιοι. Γιατί, ναι. Είναι άλλο ο δημοσιογράφος και άλλο ο εκδότης/καναλάρχης. Άλλο ο δημοσιογράφος και άλλο ο τηλεκανίβαλος. Άλλο ο δημοσιογράφος και άλλο ο «εκτελεστής συμβολαίων». Μόνο που η, εντελώς άδικη, αδυναμία διάκρισης -εκ μέρους των πολιτών- δεν προέκυψε ξαφνικά.

 

Είναι γεγονός πως τα ιδιωτικά ΜΜΕ σε σπάνιες μόνο περιπτώσεις υπήρξαν αυτόνομες επιχειρήσεις ενημέρωσης με οικονομική αυτοτέλεια. Αντιθέτως, η παρουσία και η δράση τους πάντοτε εξαρτιόνταν σε μεγάλο βαθμό από τη σχέση τους με την πολιτική και την οικονομική εξουσία. Ανεξέλεγκτος δανεισμός, αφού πάντα βρισκόταν τρόπος να «αντισταθμιστούν» τα δάνεια, «μαύρο» χρήμα από πολλές και διαφορετικές πηγές, τεράστια κρατικά κονδύλια διαφήμισης και άλλες παράλληλες οικονομικές δραστηριότητες των επιχειρηματιών της ενημέρωσης, δημιούργησαν ένα πλαίσιο λειτουργίας προκαθορισμένο εξ αρχής. (Αρκεί να θυμηθούμε πως, σύμφωνα με το πόρισμα του 2016 της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής, το ύψος δανειοδότησης των ΜΜΕ έφτανε το 1,3 δισ. ευρώ!)

 

Στο αποδυναμωμένο λοιπόν -πολιτικά και κοινωνικά- σημερινό σύστημα, τα Μέσα Ενημέρωσης, στη συντριπτική τους πλειονότητα τουλάχιστον, παρέμειναν στη ζωή χάρη στην πλήρη και απόλυτη εξάρτησή τους από τα πολιτικά κέντρα. Τα εκατοντάδες περιφερειακά, όπως και τα κεντρικά, Μέσα εκπαιδεύτηκαν να χρησιμοποιούν τη δημοσιογραφία ως μοχλό πίεσης για την επίτευξη προσωπικών και άλλων παράλληλων στόχων. Και κάπως έτσι, με τη μυρωδιά του χρήματος, την απαξίωση των θεσμών, την κατάρρευση της πολιτικής και την αποχαυνωμένη κοινωνία των ριάλιτι σόου, η διάβρωση όλο και προχωρούσε.

 

 

 

Οι ρόλοι άλλαξαν και βρέθηκε η τηλεόραση να παράγει εξουσία και να υπαγορεύει την πολιτική, αγνοώντας επιδεικτικά το βασικό της ρόλο – αυτόν της σφαιρικής πληροφόρησης των πολιτών. Γιατί, κακά τα ψέματα: όσο η πολιτική νιώθει και είναι ασφαλής και ισχυρή, τόσο η δημοσιογραφία και τα Μέσα αδυνατούν να καθορίσουν τις εξελίξεις και επικεντρώνονται στο να κάνουν τη δουλειά τους. Όσο όμως η πολιτική ηττάται, τόσο περισσότερο αναδύεται η δύναμη των Μέσων και των δημοσιογράφων που τα εκπροσωπούν. Και είναι αλήθεια πως οι συνθήκες της κρίσης απονομιμοποίησαν την πολιτική και τους πολιτικούς στα μάτια της κοινής γνώμης. Ταυτόχρονα, έφεραν το δημοσιογραφικό λόγο στο προσκήνιο πιο κοντά και πιο γρήγορα –λόγω διαδικτύου. Κι έτσι, υποχώρησε η πολιτική και προέλασε η δημοσιογραφία.

 

Πόσες δεν είναι οι περιπτώσεις δημοσιογράφων-σταρ που, αλλοτριωμένοι και υποταγμένοι στις επιθυμίες των επιχειρηματιών αφεντικών τους, χρησιμοποιούν τις ικανότητες και την αναγνωρισιμότητά τους όχι απλώς και μόνο για να παίξουν το παιχνίδι του συστήματος, αλλά για να έρθουν –φορώντας αδιαλείπτως το δημοσιογραφικό μανδύα– να διεκδικήσουν, και μάλιστα επιθετικά, τον καθοδηγητικό ρόλο του πολιτικού μέσα στην ίδια την πολιτική τάξη; Αποτέλεσμα; Ειδικά σε περιόδους κρίσης όπως η σημερινή, η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ πομπού και δέκτη, η απαξίωση της πολιτικής, η αποχή από τη συμμετοχή στα κοινά, η αγωνία για την απόκτηση και τον έλεγχο της εξουσίας, η στρέβλωση της πολιτικής λειτουργίας και ο ολοένα αυξανόμενος φόβος.

 

Στον αντίποδα –και ως απάντηση στο «όλοι ίδιοι είναι»– περιπτώσεις επαγγελματιών που απολύθηκαν ή εξαναγκάστηκαν σε παραίτηση, γιατί δεν «συνεμορφώθησαν προς τας υποδείξεις», συμβάσεις που αφέθηκαν να λήξουν στα «μουλωχτά», αποκλεισμοί, μεταθέσεις, υποβαθμίσεις εξαιτίας των όποιων, θεμιτών, προσωπικών πολιτικών επιλογών του δημοσιογράφου.

 

Κι όσο κι αν το φαινόμενο είναι διαχρονικό, δεν παύει να προκαλεί και να εξοργίζει η απόλυτη δυσανεξία της κυβέρνησης της ΝΔ, σε οτιδήποτε ξεφεύγει από τον απόλυτο έλεγχό της. Η περίπτωση της ΕΡΤ –αν και αυτό είναι από μόνο του ένα ξεχωριστό κεφάλαιο– και η επιλογή της παρούσας διοίκησης να «κόβει» όσες και όσους δεν της είναι αρεστοί, την ώρα που οι διάδρομοι «βοούν» για συνεχείς προσλήψεις, είναι απολύτως ενδεικτική της νοοτροπίας των κυβερνώντων.

 

Αν και στο ναδίρ της αξιοπιστίας, η δημοσιογραφία οφείλει να αναγεννηθεί από τις στάχτες της. Είναι θέμα δημοκρατίας. Και στο επιβαλλόμενο πέπλο σιωπής, ας θυμόμαστε το στίχο του Μανόλη Αναγνωστάκη: «Έστω. Ανάπηρος, δείξε τα χέρια σου / Κρίνε για να κριθείς».

 

* Ζαν-Πωλ Σαρτρ

 

Πηγή: Η Εποχή

 

 

           

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη