Εχοντας διευθύνει από τις 14 Μαρτίου τον αγώνα περίθαλψης περίπου 1.300 ασθενών με Covid-19, ο δρ Αδαμάντιος (Διαμαντής) Χλωρός, διευθυντής του Πνευμονολογικού Τμήματος και Συντονιστής Διαχείρισης Πανδημίας του ΓΝΘ «Γεώργιος Παπανικολάου», είναι ένας από τους κατ’ εξοχήν γιατρούς της πρώτης γραμμής.
Στη συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» κάνει
σκληρές κρίσεις και διαπιστώσεις για τη διαχείριση της κρίσης, ακόμη και για
τους συναδέλφους του, δίνει την εικόνα του «αληθινού μετώπου», καταγράφει τις
αστοχίες της διαχείρισης, μιλά πέρα από τις δουλείες της επικαιρότητας, μας
εμπιστεύεται το «ημερολόγιο εκστρατείας» προκεχωρημένου φυλακίου…
Είναι μόνο ο όγκος του αριθμού των νοσηλευομένων που σας
έχει απασχολήσει ή υπάρχουν κι άλλες πτυχές της πανδημίας άγνωστες στο ευρύ
κοινό;
Είμαι επικεφαλής του Πνευμονολογικού Τμήματος ΕΣΥ του ΓΝΘ
“Γ. Παπανικολάου” που μετατράπηκε ξαφνικά, σε λιγότερο από μια μέρα, σε Κλινική
Πανδημίας τη νύχτα της 13ης προς την 14η Μαρτίου 2020 δεχόμενη για νοσηλεία τον
πρώτο άρρωστο που διακομίστηκε από το ΓΝ Κατερίνης. Είχαμε κατά κάποιον τρόπο
προετοιμαστεί ψυχικά, καθώς η πρώτη ασθενής στη χώρα μας διαγνώστηκε στη
Θεσσαλονίκη στις 26/02 και νοσηλευόταν ήδη στο ΑΧΕΠΑ, το νοσοκομείο αναφοράς
για το ιό στην πόλη. Ωστόσο ο αιφνιδιασμός ήταν απόλυτος επειδή ήμασταν από
πρακτική άποψη εντελώς απροετοίμαστοι για κάτι τόσο σοβαρό.
Κάθε μέρα διαπιστώναμε και κάποιο καινούργιο πρόβλημα,
που αντιμετωπίζαμε με επινοήσεις της στιγμής αφού ως λαός έχουμε ιδιαίτερη
επίδοση στον αυτοσχεδιασμό. Την άνοιξη τα καταφέραμε σχετικά καλά, τώρα το
πρόβλημα μας έχει ξεπεράσει. Δεν είναι μόνο ο μεγάλος αριθμός νοσηλευομένων που
μας δυσκολεύει αλλά πολλά ακόμη προβλήματα.
Ενδεικτικά αναφέρω: τις απαρχαιωμένες υποδομές και
διάσπασή τους σε πολλά ανεξάρτητα κτήρια (το νοσοκομείο μας ήταν κάποτε
σανατόριο) με προφανή δυσκολία π.χ. μεταφοράς με ασθενοφόρο, οδηγό και
τραυματιοφορέα αρρώστων σε άλλο κτήριο για να υποβληθούν σε αξονική τομογραφία,
αποστολής δειγμάτων για εξετάσεις στο μικροβιολογικό εργαστήριο που στεγάζεται
αλλού κλπ., και τώρα τις απίστευτες δυσχέρειες νοσηλείας και απλής φροντίδας των
νοσηλευομένων εξαιτίας των χρονοβόρων διαδικασιών εφαρμογής του εξοπλισμού
προστασίας για αποφυγή διασποράς της μόλυνσης στο προσωπικό ή τους μικρούς
θαλάμους 3 – 4 αρρώστων με ξύλινες πόρτες και αδυναμία άμεσης επίβλεψής τους,
την ταλαιπωρία γιατρών και νοσηλευτών, ντυμένων βαριά με αεροστεγείς φόρμες,
γυαλιά, μάσκες, ασπίδες, γάντια και ποδονάρια που φέρνουν σε λίγη ώρα, σε
όποιον τα φορά, δυσφορία μέχρι λιποθυμίας και στην καλύτερη περίπτωση, όταν
αφαιρούνται, τον αφήνουν μούσκεμα στον ιδρώτα σαν να έχει βγει μόλις με τα
ρούχα από τη θάλασσα.
Όλες αυτές και άλλες πρωτόγνωρες δυσκολίες σχετίζονται με
την μεγάλη μεταδοτικότητα του νέου κορονοϊού και την προσπάθεια περιορισμού των
μολύνσεων.
Την περασμένη άνοιξη νοσηλεύτηκαν στην Πνευμονολογική
Κλινική ΕΣΥ (και στη 2η Χειρουργική Κλινική που διέθεσε τις κλίνες της, όταν
αυξήθηκαν οι νοσηλευόμενοι) 233 άρρωστοι, 25 από τους οποίους θετικοί στον ιό,
οι περισσότεροι διακομιζόμενοι από άλλα νοσοκομεία της Μακεδονίας ενώ τώρα οι
νοσηλευθέντες (η δεύτερη φάση της πανδημίας ξεκίνησε στο νοσοκομείο μας στα
τέλη Ιουλίου) έφτασαν τώρα τους 1.212, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων
θετικοί, οι ΜΕΘ κατά κανόνα είναι πλήρεις και οι θάνατοι καθημερινοί.
Ποια στιγμή σας κλόνισε και σας χάραξε ποια σας έδωσε
μεγάλη χαρά και ελπίδα;
Τα συγκλονιστικά γεγονότα της ζωής είναι η γέννηση και ο
θάνατος. Και στα δύο τα συναισθήματα αφορούν τους άλλους, τους γονείς στη
γέννηση ενός παιδιού, τους συγγενείς, τους φίλους, και τους γνωστούς καμιά
φορά, αυτών που φεύγουν. Ήμουν τυχερός μέχρι σήμερα στην περίοδο του τελευταίου
εννεαμήνου, ορισμένες φορές ασφαλώς συγκινήθηκα, δεν συνέβη όμως κάτι το οποίο
να με συνταράξει.
Οι χαρές και οι ελπίδες μου είναι απλές, μικρές και
καθημερινές. Η επαφή με τους φίλους συναδέλφους, η ικανοποίηση να βοηθήσω έναν
συνάνθρωπό μου, συχνά μόνο να παρηγορήσω κάποιον ή να του εξηγήσω για να
καταλάβει και με τη σειρά του να με ευχαριστήσει, να πετύχει ένα έργο που έχω
αναλάβει. Οι ασθενείς και οι συγγενείς τους διψούν για μια γνήσια, ειλικρινή
και ζεστή ενημέρωση, δεν τη βρίσκουν εύκολα και ο λίγο χρόνος που θα διαθέσεις
γι αυτήν τους ησυχάζει και σού το ανταποδίδουν με ευγνωμοσύνη. Ωστόσο πιο
πολλές είναι οι φορές που απογοητεύομαι ή αγανακτώ, ευτυχώς παροδικά. Και
συνεχίζω.
Οι υποδομές του νοσοκομείου ήταν τελικά ικανές να
αντέξουν το βάρος των εισαγωγών; Ο εξοπλισμός που είναι στην διάθεσή σας είναι
αυτός που πρέπει;
Το πρόβλημα διογκώθηκε και μας ξεπέρασε. Τώρα τρέχουμε
πίσω από τα γεγονότα. Το νοσοκομείο κατάφερε να ανταποκριθεί δεσμεύοντας διαδοχικά
τις περισσότερες κλινικές για την πανδημία ακυρώνοντας την ορισμένη από τον
Οργανισμό λειτουργία τους. Αρχικά συμμετείχαν η Πνευμονολογική ΕΣΥ και η
Χειρουργική ΕΣΥ.
Στον χρόνο μεταξύ 1ης και 2ης φάσης της πανδημίας
δημιουργήθηκε το ειδικό Τμήμα Πανδημίας με 24 κλίνες, που αποδείχθηκε τελικά
μικρό για να αντέξει το βάρος. Έτσι τώρα πια η νοσηλεία επεκτάθηκε στη
Νευρολογική ΑΠΘ, στην ΩΡΛ, στην Οφθαλμολογική, στην Δ’ Χειρουργική ΑΠΘ, στη
Στοματική και Γναθοπροσωπική ΑΠΘ, στην Πλαστική Χειρουργική, στη Γαστρεντερολογική
και στη μισή Παθολογική Κλινική. Σήμερα διαθέτουμε 251 κλίνες πανδημίας και
επιπλέον 45 κλίνες ΜΕΘ έναντι 18 την περασμένη άνοιξη. Οι κλίνες φυσικά είναι
άχρηστες χωρίς γιατρούς και νοσηλευτές. Έτσι σχεδόν όλο το προσωπικό έχει
αφιερωθεί στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Είναι ολοφάνερο ότι το Νοσοκομείο μας απώλεσε τον
τριτοβάθμιο χαρακτήρα του και έγινε πρακτικά ένα νοσοκομείο λοιμωδών με ό,τι
αυτό συνεπάγεται για την περίθαλψη αρρώστων με άλλα προβλήματα υγείας. Πού θα
βρουν λύσεις αυτοί οι ασθενείς; Ίσως στον ιδιωτικό τομέα οι πιο εύποροι.
Ο εξοπλισμός είναι μια ιστορία πόνου και γραφειοκρατίας.
Για να οργανωθεί, να εξοπλιστεί και να λειτουργήσει το 24 κλινών ειδικό Τμήμα
Πανδημίας χρειάστηκε πολύς καιρός και προσπάθεια, με καθημερινές δυσκολίες και
κάθε είδους εμπόδια. Κάποια στιγμή χρειάστηκε να στέλνουμε το ίδιο έγγραφο προς
τους αρμόδιους πολλές φορές, ξανά και ξανά, επισημαίνοντας τις ελλείψεις. Όλοι
προσπάθησαν, καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις και τις ικανότητές του. Η
γραφειοκρατία όμως είναι ανίκητη και τα εμπόδια που θέτει συχνά ανυπέρβλητα.
Τελικά, για να δώσω ένα παράδειγμα, συσκευές υποβοήθησης
της αναπνοής που ζητούσαμε για καιρό και δεν στάθηκε δυνατό να προμηθευτούμε
ήρθαν ξαφνικά, υπό τη μορφή δωρεών από χορηγούς, ευκατάστατους συμπολίτες μας,
χάρη στις γνωριμίες ορισμένων γιατρών μας με αυτούς. Δεν ήταν όμως πολύ εύκολο
να τις χρησιμοποιήσουμε αμέσως επειδή, καθώς δεν είχαν αποκτηθεί βάσει
προδιαγραφών, έπρεπε να γίνουν τεχνικές παρεμβάσεις, να μελετήσουμε τον τρόπο λειτουργίας
τους, να εκπαιδεύσουμε το προσωπικό κλπ την ώρα που οι άρρωστοί μας τις
χρειάζονταν επειγόντως.
Συμπέρασμα: χρειαζόμαστε εκσυγχρονισμό και αλλαγές στη
νομοθεσία ώστε να εξασφαλιστεί η τόσο αναγκαία ευελιξία στις προμήθειες του
νοσοκομείου. Φυσικά χρειαζόμαστε και αλλαγή νοοτροπίας του προσωπικού. Ένα
παράδειγμα γραφειοκρατικής τρέλας που ζήσαμε αποτέλεσε η ατελέσφορη προσπάθεια
του Νοσοκομείου να αξιοποιήσει για τις πιεστικές ανάγκες του (στην περίπτωσή
μας, την εξεύρεση κατάλληλου χώρου για την εγκατάσταση τουμοριακού τεστ
διάγνωσης PCR, το οποίο προμηθευτήκαμε με μεγάλη καθυστέρηση και άρχισε να
λειτουργεί μόλις τον Σεπτέμβριο – μέχρι τότε στέλναμε τα δείγματα στο ΑΠΘ και
σε ιδιωτικό εργαστήριο με την ανάλογη καθυστέρηση των αποτελεσμάτων) το υπερσύγχρονο
κλειστό από χρόνια κτήριο του ΕΟΔΥ που βρίσκεται στον χώρο του νοσοκομείου. Δύο
κρατικές υπηρεσίες, ο ΕΟΔΥ αφενός και το Νοσοκομείο αφετέρου, δεν μπόρεσαν να
συμφωνήσουν! Αλήθεια, τι χρειάζεται ο ΕΟΔΥ ένα κλειστό αχρησιμοποίητο κτήριο;
Το χειρότερο: κανείς δεν μάς εξήγησε τον λόγο.
Η απαξίωση και η φθίση του ΕΣΥ είναι από χρόνια γνωστές.
Είναι θαύμα πώς το σύστημα άντεξε, όσο άντεξε, σήμερα. Είναι υποκριτικοί οι
έπαινοι και τα χειροκροτήματα. Το ΕΣΥ κράτησε χάρη στο φιλότιμο και τους κόπους
των εργαζομένων του. Η Πνευμονολογία, όπως αποδείχτηκε στην κρίση της πανδημίας
COVID-19, είναι η ειδικότητα αιχμής η απαραίτητη για την βέλτιστη αντιμετώπιση
της αναπνευστικής ανεπάρκειας που επιπλέκει την πνευμονία της λοίμωξης του
κορονοϊού. Και ενώ η σημασία της Πνευμονολογίας στις έκτακτες συνθήκες της
πανδημίας πρόβαλε ολοφάνερη, οι διαχρονικές ελλείψεις και τα κενά του δημόσιου
συστήματος υγείας στη Θεσσαλονίκη αποκαλύφθηκαν σε οξεία αντίθεση με τις
ανάγκες των ασθενών.
Όσοι χρειάζονται πνευμονολογικές υπηρεσίες στο σύστημα
υγείας, οι οξέως ή χρονίως πάσχοντες, απευθύνονται υποχρεωτικά στα τέσσερα
μεγάλα νοσοκομεία της πόλης, που εφημερεύουν εναλλασσόμενα (Παπανικολάου,
ΑΧΕΠΑ, Παπαγεωργίου και Ιπποκράτειο - με αυτή τη σειρά κυκλικά) που όμως δεν
προσφέρουν όλα πνευμονολογικές υπηρεσίες. Ούτε στο ΑΧΕΠΑ ούτε και στο
Ιπποκράτειο μπορεί κανείς να βρει πνευμονολόγο και είτε πρέπει να περιμένει την
επόμενη εφημερία των δύο άλλων νοσοκομείων, είτε εάν εισαχθεί να διακομιστεί
στη συνέχεια σε ένα από αυτά.
Αυτονόητη λύση είναι η ίδρυση εκ του μηδενός
Πνευμονολογικών Κλινικών και στα άλλα δύο μεγάλα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης,
ΑΧΕΠΑ και Ιπποκράτειο. Αυτή πρέπει να δοθεί άμεσα χωρίς άλλη καθυστέρηση από
την Πολιτεία.
Από την άλλη πλευρά είναι κοινό μυστικό ότι το ΕΣΥ είναι
σπάταλο και ανορθολογικό. Ποτέ δεν έγινε σοβαρή προσπάθεια εξυγίανσής του. Την
εμποδίζουν κατεστημένα συμφέροντα εκατέρωθεν. Συμβάλλουν η απουσία πνευματικής
ηγεσίας, το χαμηλό πολιτιστικό επίπεδό μας, ο απαξιωμένος συνδικαλισμός, η
κομματικοποίηση – που δεν είναι συνώνυμη φυσικά με την επιθυμητή στη δημοκρατία
πολιτικοποίηση –, η αδιαφορία και η απογοήτευση των πολλών, η γραφειοκρατία, η
αποτυχία της παιδείας, δεν τελειώνει ο κατάλογος.
Βλέπουμε έτσι τη χώρα μας στις τελευταίες θέσεις των διεθνών
συγκρίσεων ενώ πανηγυρίζουμε αναίτια με τις προσωπικές επιτυχίες κάποιων
αθλητών μας, που δέχονται συγχαρητήρια από σύσσωμη την πολιτική ηγεσία. Κούνια
που μας κούναγε (και μας νανούριζε). Μια χώρα σε παρακμή. Και ο περίφημος
ιδιωτικός τομέας, είδωλο του δημοσίου, στα ίδια χάλια. Χιλιάδες σελίδες έχουν
γραφτεί σχετικά από σπουδαίους διανοουμένους μας και προτάσεις διόρθωσης των
κακώς κειμένων χωρίς καμιά τύχη.
Τι νομίζετε ότι πήγε λάθος στη Θεσσαλονίκης και ζήσαμε
την τραγωδία του τελευταίου μήνα. Διαπιστώνετε προβλήματα στον σχεδιασμό και
την λήψη των μέτρων; Σε ποιο επίπεδο βρίσκεται αυτό που αποκαλούμε με μια λέξη
«οργάνωση»;
Όταν τα πράγματα πήγαιναν άσχημα στην Αθήνα ενώ στη
Θεσσαλονίκη τα κρούσματα ήσαν ελάχιστα, όλοι απορούσαν και ρωτούσαν γιατί.
Άσκοπο το ερώτημα και οι εξελίξεις το απέδειξαν. Όχι στη Θεσσαλονίκη, σε όλη τη
χώρα τα πάντα πήγαν λάθος. Οι Κινέζοι, οι Κορεάτες, οι Ιάπωνες τιθάσευσαν την
επιδημία σε λίγους μήνες. Τους βλέπαμε στις τηλεοπτικές οθόνες σαν εξωτικά όντα
με τις μάσκες, την έγκαιρη απαγόρευση κυκλοφορίας, τα νοσοκομεία στα απλόχωρα
κλειστά γήπεδα, τα άφθονα τεστ στους δρόμους, την αυστηρότητα και τη συμμόρφωση
του πληθυσμού στις κρατικές συστάσεις. Εμείς μαζί με πολλές δυτικές χώρες
αποτύχαμε.
Η ηγεσία δεν έδωσε το παράδειγμα, ιεράρχες και πολιτικοί
“δίδασκαν και λόγο δεν εκράτουν”, τα μηνύματα ήταν αντιφατικά, “μια βάλτε, μια
δεν είναι απαραίτητη η μάσκα“, “πλένετε τα χέρια σας πολύ σχολαστικά και
απολυμαίνετε τις επιφάνειες” ενώ το κύριο μέτρο προστασίας είναι η μάσκα και η
αποφυγή του συνωστισμού σε κλειστούς κυρίως χώρους, άνοιγμα των σχολείων ενώ
είναι γνωστό ότι τα παιδιά μολύνονται, είναι ασυμπτωματικά και η μετάδοση
συμβαίνει μέσα στην οικογένεια, ματαιώθηκαν οι παρελάσεις της επετείου του ΟΧΙ
αλλά ο λαός παρήλασε στις ταβέρνες και τις καφετέριες χωρίς κανένα
προστατευτικό μέτρο, το γενικό απαγορευτικό, το μάντρωμα αποφασιζόταν με
καθυστέρηση όταν το κακό είχε ήδη γίνει και με ανύπαρκτους ελέγχους των κάθε
λογής μετακινουμένων κλπ. Ακόμη και σήμερα διαπιστώνω ότι κάποιοι εργαζόμενοι
στο ίδιο το νοσοκομείο μας αγνοούν τους κανόνες προστασίας, δεν φορούν σωστά
τις μάσκες, τις βγάζουν σε μικρούς κλειστούς χώρους για να πιουν έναν καφέ στα
μικρά διαλλείματα της δουλειάς ενώ φοβούνται, εντελώς παράλογα, να αγγίξουν μια
σελίδα χαρτί μήπως και μολυνθούν! Ελάχιστοι διαβάζουν τις οδηγίες που
δημοσιεύει ο ΕΟΔΥ στον ιστότοπό του. Η άγνοια είναι γενική.
Σχεδιασμός; Ποιος σχεδιασμός; Δεν υπήρξε κανένα σχέδιο!
Αν υπήρχε θα το γνωρίζαμε κι εμείς, τουλάχιστον οι υπεύθυνοι. Αναγνωρίζω κάθε
ελαφρυντικό στην πρώτη φάση της πανδημίας. Τα προβλήματα του ΕΣΥ ήσαν γνωστά,
πολλά και χρόνια. Μας έσωσε όμως ο φόβος του πληθυσμού που κλείστηκε από
ένστικτο στα σπίτια του. Αλλά στο μεταξύ είχαμε μιαν ανάπαυλα, το καλοκαίρι.
Τον Αύγουστο με την επιδημία στα γηροκομεία ήταν ακόμα
καιρός να χτυπήσει το καμπανάκι του κινδύνου. Καταλαβαίνω την ανάγκη
επανεκκίνησης της οικονομίας, του τουρισμού ιδιαίτερα. Αλλά έγινε χωρίς
πρόβλεψη και εφαρμογή των απαραίτητων προφυλάξεων. Χωρίς επιμονή στα απλά για
τον κόσμο, μάσκες και αποστάσεις.
Και ενώ υποπτευόμασταν αυτά που θα συνέβαιναν το
φθινόπωρο, ούτε προσλήψεις εξειδικευμένου προσωπικού έγιναν, ούτε προετοιμασία
των νοσοκομείων και του προσωπικού, ούτε καταστρώθηκε συγκεκριμένο σχέδιο
επέκτασης των κλινικών πανδημίας. Φθάσαμε να αναζητούμε τα ξημερώματα
εφημερεύοντες στις κλινικές που άλλαζαν ξαφνικά ρόλο, που θα έπρεπε να έχουν
ειδοποιηθεί έγκαιρα να βρίσκονται σε ετοιμότητα, να ετοιμάζουμε την τελευταία
στιγμή χώρους υποδοχής ασθενών, να επιστρατεύουμε όλους τους υγειονομικούς στο
παραπέντε με τροπολογίες στη Βουλή, να ετοιμάζουμε κλίνες ΜΕΘ χωρίς
εντατικολόγους να τις στελεχώσουν και πολλά άλλα ων ουκ εστίν αριθμός. Και να
επιτάσσουμε ιδιωτικές κλινικές ανέτοιμες να δεχθούν ασθενείς.
Η οργάνωση δεν είναι το στοιχείο μας, παραμένουμε
ιδιοφυείς αυτοσχεδιαστές. Όμως ενώ αφιερώσαμε πολύ χρόνο στο νοσοκομείο μας σε
αναλύσεις, συζητήσεις και προτάσεις οργάνωσης σε τοπικό επίπεδο, λίγες
υλοποιήθηκαν κι αυτές με δυσκολία. Δεν αμφισβητώ την προθυμία των αρμοδίων να
δεχθούν τις υποδείξεις μας, το αποτέλεσμα δεν ήταν αντίστοιχο.
Τα οργανωτικά πώς πήγαν; Γνωρίζετε τον θόρυβο για τα
«διπλά βιβλία»
Δεν γνωρίζω ποιος είχε την έμπνευση και την κατασκευή του
μητρώου αλλά πρόκειται για το απόλυτο χάος. Χωρίς την παραμικρή εκπαίδευση,
χωρίς λεπτομερές εγχειρίδιο χρήσης, με αναπάντητες εκκλήσεις για τηλεφωνικές ή
ηλεκτρονικές διευκρινίσεις για τεχνική υποστήριξη, με υπεύθυνους συμπλήρωσης
των στοιχείων, αντί για διοικητικούς υπαλλήλους, κυρίως γιατρούς και νοσηλευτές
που έχουν άλλα βαριά καθήκοντα που μόλις προλαβαίνουν να διεκπεραιώσουν, δηλαδή
να περιθάλψουν τους αρρώστους και υπηρετούν υπερωριακά σε υπεράριθμες εφημερίες
κλινικών με οριακή στελέχωση, κληθήκαμε να ενημερώνουμε ένα δύσχρηστο
ηλεκτρονικό πρόγραμμα, συχνά από τα σπίτια μας μετά τη δουλειά και τα
σαββατοκύριακα, ένα πρόγραμμα με καταγραφή λεπτομερειών που δεν έχω καταλάβει
ποιόν ακριβώς και τι εξυπηρετεί. Πριν από λίγο πληροφορήθηκα ότι σε σημερινή
διαδικτυακή ημερίδα για το μητρώο, ο εκπαιδευτής δεν ήταν σε θέση να απαντήσει
στις απορίες όσων συμμετείχαν!
Αντί για ένα απλό και εύχρηστο εργαλείο έχουμε ένα
δυσλειτουργικό βαρύ μητρώο την ώρα που τα νοσοκομεία μας έχουν προβλήματα ακόμη
και ορθής καταγραφής της κίνησης των αρρώστων εξαιτίας των αναχρονιστικών
συστημάτων μηχανοργάνωσής τους. Όλα στο γόνατο! Οι Σουηδοί πειραματίστηκαν για
χρόνια πριν εφαρμόσουν την ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Εμείς την υλοποιήσαμε σε
λίγους μόλις μήνες.
Οι Αμερικανοί μετά πέντε χρόνια δοκιμών που άρχισαν το
1983 δεν είχαν ακόμη αποφασίσει να αλλάξουν το σύστημα κωδικοποίησης νόσων
ICD-9 με το νεότερο ICD-10 και το έκαναν τελικά το 1994". Εμείς αμέσως!
Η ενίσχυση του νοσοκομείου από την πλευρά της πολιτείας
σε επίπεδο προσωπικού (εδώ και ένα σχόλιο για το υφιστάμενο προσωπικό) και
μέσων ήταν αυτή που απαιτούσε η κατάσταση;
Είναι πασίγνωστο ότι το ΕΣΥ είναι υποστελεχωμένο. Οι νέες
προσλήψεις νοσηλευτών ήσαν αρκετές και μόνο τον τελευταίο καιρό παρατηρούνται
ελλείψεις κυρίως λόγω της απομάκρυνσης από την εργασία όσων μολύνονται και
νοσούν, ευτυχώς μέχρι τώρα όχι σοβαρά, ή απομονώνονται για λίγο διάστημα επειδή
ήρθαν σε απροφύλακτη επαφή με γνωστό κρούσμα.
Αντίθετα δεν υπήρξε προθυμία εκ μέρους των γιατρών να
εργαστούν ως επικουρικοί κι αυτό επειδή, κατά τη γνώμη μου, δεν δόθηκαν ισχυρά
κίνητρα. Δεν αφήνει ένας γιατρός εύκολα
τη δουλειά του, το ιατρείο του, για να εργαστεί για ένα μόνο έτος στο ΕΣΥ. Αν
οι θέσεις προκηρύσσονταν με προοπτική τριετίας και με μοριοδότηση του χρόνου
υπηρεσίας ως προσόντος για ενσωμάτωση στο σύστημα σε μόνιμη θέση στο μέλλον το
ενδιαφέρον θα ήταν μεγαλύτερο.
Μια δυσάρεστη πλευρά της ιστορίας της πανδημίας είναι η
αποφυγή από ορισμένους, ιατρούς και υγειονομικό προσωπικό, με διάφορες
δικαιολογίες να συμμετάσχουν ενεργά στον κοινό αγώνα αντιμετώπισης του
προβλήματος. Ο φόβος, συχνά υπερβολικός, κατέπνιξε το αίσθημα του καθήκοντος.
Όλοι θα δρέψουν δάφνες, υλικές και οικονομικές, αδιακρίτως. Πάντως είναι φαιδρό
να επιδιώκεται επιβράβευση για την αυτονόητη επιτέλεση του καθήκοντος.
Η επικοινωνιακή διαχείριση ήταν επαρκής και βοήθησε ή το
αντίθετο;
Τα μηνύματα πρέπει να εκπέμπονται με απλό, σαφή και
σοβαρό τρόπο. Δεν μπορεί να περιμένει κανείς αποτελέσματα όταν μεταδίδονται
τηλεοπτικά σποτ γυρισμένα με τις τεχνικές των διαφημίσεων εμπορικών προϊόντων.
Οι αποδέκτες συνήθως μένουν στις κινηματογραφικές εντυπώσεις, στη συνέχεια
αρχίζει η κριτική και η αποδόμηση του μηνύματος και στο τέλος η αποστροφή από
τις συνεχείς επαναλήψεις. Ακόμη χειρότερα, αφού πλύνεις σχολαστικά τα χέρια σου
να εμφανίζεσαι με πολλούς ακόμη σε στούντιο χωρίς μάσκα ακυρώνοντας το μήνυμα
και αναιρώντας τον εαυτό σου.
Γενικότερα έχει χαθεί η σοβαρότητα. Απορεί κανείς πως
επιλέγονται τα μηνύματα, οι πρωταγωνιστές, ο τρόπος. Η πολυτέλεια της εικόνας
συχνά συμβαίνει να κρύβει και να εξουδετερώνει το μήνυμα. Εκ του αποτελέσματος
φαίνεται καθαρά ότι η επικοινωνιακή διαχείριση απέτυχε παταγωδώς.
Το εμβόλιο σημαίνει και τέλος της «περιπέτειας» και η
κοινωνία μπορεί να επανέλθει σε φυσιολογικούς ρυθμούς;
Η πανδημία θα λήξει με την ταυτόχρονη επίδραση της
αύξησης του επιπολασμού, δηλαδή του ποσοστού του γενικού πληθυσμού που έχει
μολυνθεί, και της επακόλουθης φυσικής ανοσοποίησης όσων ιώνται, που δυστυχώς
έχει κόστος σε ανθρώπινες ζωές, και της επίκτητης ανοσίας που θα προσφέρει ένα
αποτελεσματικό εμβόλιο.
Τα ερωτήματα σχετικά με το εμβόλιο, το οποίο όπως ήδη
μαθαίνουμε είναι πολύ αποτελεσματικό είναι δύο. Ποιο ποσοστό του πληθυσμού θα
θελήσει να εμβολιαστεί και πόσο θα διαρκεί η ανοσία. Αμφιβάλλω για το πρώτο, δεδομένης
της αποστροφής των συμπατριωτών μας προς τους εμβολιασμούς γενικώς. Η
αβεβαιότητα για το δεύτερο θα μας υποχρεώσει σε ετήσιους επανεμβολιασμούς, όπως
συμβαίνει και με την γρίπη.
Τις παρενέργειες δεν τις συζητώ, θα είναι ασήμαντες
μπροστά στον υπαρκτό κίνδυνο της μόλυνσης. Οι θάνατος στη χώρα μας είναι ήδη
χιλιάδες. Πόσοι θα χάσουν τη ζωή τους από το εμβόλιο; Είναι αστείο και να το
συζητούμε! Είμαι όμως απαισιόδοξος επειδή σκέφτομαι ότι “στο τέλος της
περιπέτειας” το πιθανότερο είναι “η επάνοδος σε φυσιολογικούς ρυθμούς” να
σημάνει την επιστροφή στα ίδια χωρίς να αλλάξει τίποτε μέχρι την επόμενη
πανδημία.