Παναγιώτης Α. Τζανετής
Η πανδημία covid-19 λειτουργεί ως μεγεθυντικός φακός διαφόρων παραμέτρων που ήταν ήδη γνωστές, ωστόσο πλέον καθίστανται πασίδηλες. Ήταν γνωστή η αλλεργία του ιδιωτικού τομέα περίθαλψης για το άχαρο και μη κερδοφόρο ιατρικό επείγον οιασδήποτε μορφής, ήταν γνωστή η αδιαφάνεια στην διαχείριση των κλινών ΜΕΘ, ήταν γνωστή η αξία και η βαθιά γνώση των «αρίστων» διοικητών, ήταν γνωστή και απροκάλυπτη η εχθρότητα των νεοφιλελευθέρων για το ΕΣΥ και το κράτος πρόνοιας.
Επίσης ήταν γνωστός ο ανορθολογικός τρόπος σκέψης των
ιερωμένων, δεν αποτελεί πρόσφατη
ανακάλυψη ο ρόλος της ακαδημαϊκής κοινότητας ως θεραπαινίδας της εξουσίας
ούτε ο απάνθρωπος χαρακτήρας της τεχνοκρατίας. Προβλεπόμενος ήταν επίσης ο
εξωραϊστικός χαρακτήρας της ελεγχόμενης «ενημέρωσης». Όλα αυτά όμως
μεγεθύνθηκαν τόσο, που η εικόνα τους είναι πια γκροτέσκ και η γελοιοποίηση
παραμονεύει σε κάθε βήμα.
Το ίδιο φοβάμαι ότι ισχύει για την υπό-εκπροσώπηση του
ΣΥΡΙΖΑ σε κάθε μορφή λαϊκής οργάνωσης και ο διαχειριστικός χαρακτήρας της
αντιπολίτευσης που ασκεί, με τις πολλές «προτάσεις» και τους ελάχιστους αγώνες.
Πολλοί πλέον αναρωτιούνται: Κι αν ξανάρθει στα πράγματα ο ΣΥΡΙΖΑ, πάλι θα
αναλάβει να ανορθώσει ερείπια; Αυτή την δουλειά θα κάνουμε, ως σωσίβιο ενός
συστήματος που δεν πρόκειται να μας πει ούτε καν ευχαριστώ;
Ώρες -ώρες νομίζει κανείς ότι ο κ Σαμαράς παρέδωσε απ’
ευθείας το δακτυλίδι στον εκλεκτό του, που τύγχανε φυσικός απόγονος εκείνου που
τόσο μίσησε (έχει ξαναπαιχτεί). Κι όμως μεσολάβησε η πρώτη φορά αριστερά! Πόσο
έντονο υπήρξε άραγε το αποτύπωμα στον συσχετισμό της ταξικής πάλης, αυτής της
θητείας; Πολύ αβαθές, αν κρίνει κανείς
από την άνεση με την οποία εγκαθίσταται το οργουελιανό τοπίο της ηγεμονίας του
Μητσοτάκη Β’.
Αυταπάτες
Κάποιος μπορεί να επικαλεστεί πολλές δικαιολογίες όπως
τον ρόλο των αχρείων ΜΜΕ που ανησυχούν τόσο πολύ για όλη για την πανδημία στην
Ευρώπη, ώστε να ξεχνάνε … την Μακεδονία και την Θεσσαλία. Χαμογελάει πικρά ο
μέσος Έλληνας και μάλλον κομίζει γλαύκα εις Αθήνας όποιος του τα επισημαίνει
όλα αυτά και ακόμη χειρότερα αν αποδίδει σε αυτά την δική του κακοδαιμονία.
Είναι γενικότερα κάπως αστεία η δικαιολογία ότι φταίει ο αντίπαλος. Εκτός αν
για κάποιο λόγο είχε δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση ότι το παιγνίδι θα ήταν δίκαιο
και θα παιζόταν στα ίσια.
Η αυταπάτη αφορά κατά πρώτον τον χαρακτήρα της ιθύνουσας
τάξης. Δεν διαπνέεται ούτε από τις παραδόσεις του Μπίσμαρκ ούτε μεγάλωσε με
τους Σκώτους φιλοσόφους. Όπως είχε αναλύσει για λογαριασμό της, ο γλαφυρός κ.
Θ. Πάγκαλος, όταν οι άλλοι ήταν ιππότες, οι δικοί μας ήταν αρβανίτες
κατσικοκλέφτες και μάλιστα άοπλοι. Για να μην αναφερθούμε στην κοινωνική
αναδιάρθρωση της δεκαετίας 40-50 κι όσων ακολούθησαν. Μάλλον λοιπόν όσοι
τρέφουν προσδοκίες δεν ξέρουν με τι έχουν να κάνουν.
Κατά δεύτερον, η αυταπάτη αφορά στην αξία και στο τάλαντο
όσων κυβέρνησαν, τους οποίους τάχα δεν μπορεί παρά να έχει νοσταλγήσει ο
αστισμός, αυτός που τόσο ασυλόγιστα τους αντικατέστησε με το Μητσοτακέικο.
Κτυπάει ήδη το κεφάλι του στον τοίχο και ψάχνει οσονούπω τρόπο να αλλάξει ρότα.
Οπότε και οι «αναντικατάστατοι» θα πρέπει να είναι έτοιμοι, ευπρεπείς και
διαβασμένοι, σαν έτοιμοι από καιρό, σαν θαρραλέοι.
Κι αυτό έχει ξαναπαιχτεί. Οι υπουργοί του κ Σημίτη στα
2004 ακόμη περιμένουν την ιστορία να τους ανακαλέσει, ώστε να δικαιωθούν και να
πρωταγωνιστήσουν. Τινές που βαρέθηκαν πια, προστρέξανε ικέτες στην Αυλή όσων
κορόιδευαν και θεωρούνται ως οι πιο αξιοθρήνητοι. Βεβαίως, οι νεαροί
δημογέροντες του ΣΥΡΙΖΑ έχουν μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα, αλλά αυτό ίσως να
καταστήσει απλώς το βίωμα πιο μαρτυρικό.
Μια λαθεμένη επιδημιολογική εκτίμηση
Η νέα αυταπάτη έχει πιο συναινετικά χαρακτηριστικά κι
έτσι διεκδικεί ένα ρόλο συμπληρωματικό κι όχι ανατρεπτικό. Μάλιστα η λαθεμένη
επιδημιολογική πρόγνωση, ότι ο κορωνοϊός ετελεύτησε από την ζέστη το καλοκαίρι,
οδήγησε στην παραδοχή ότι το 86% λαϊκής συναίνεσης του Α’ κύματος, είχε τάχα
μετατρέψει τον κ Μητσοτάκη σε Μέγα. Κι αφού ο Μητσοτάκης ο Μέγας (για τους
φίλους του Μωυσής) θα εξασφάλιζε έτσι μια δεκαετία παραμονής, τότε και ο ΣΥΡΙΖΑ
όφειλε να προσαρμοσθεί αντιστοίχως. Σε ένα συμπληρωματικό ρόλο, υπεύθυνης
δύναμης, πρόθυμης να συμβάλει δημιουργικά κα κατευναστικά κλπ
Όλα αυτά αποτελούν απώτερο παρελθόν, τα πήρε το ποτάμι
μαζί με τον Μωυσή. Η εντεινόμενη πανδημία, ο Ερντογάν και η οικονομική κατάσταση
κάνουν το τοπίο εντελώς αγνώριστο και απάτητο. Ο Άδωνις χρειάζεται πια
νανογιλέκο, για να υπερασπιστεί τον μύθο της επερχόμενης ευημερίας. Το νέο
δίλημμα αναδύθηκε από τα πράγματα και δεν είναι άλλο από το θέμα της εξουσίας.
En passant, επέλυσε κι οποιοδήποτε θέμα περί ηγεσίας. Δεν φαντάζομαι ότι θα
κάνει κανείς κριτική στον κ Τσίπρα και για το μήνυμα του στα ιερά Θεοφάνεια.
Εκκρεμότητες
Ωστόσο, εδώ απλώς αρχίζει το έργο και δεν τελειώνει. Πιο
συγκεκριμένα, εκκρεμούν ακόμη τα εξής:
Μερικές χιλιάδες
συγγνώμες για τα κυβερνητικά πεπραγμένα.
Η αναγνώριση
ότι η «Πρώτη φορά Αριστερά» υπήρξε αποτέλεσμα ενός κοινωνικού τσουνάμι και όχι
επάξιο κατόρθωμα κανενός, πράγμα που δεν γίνεται να επαναληφθεί.
Η πιστοποίηση
ότι ο ηγέτης επιθυμεί να ηγείται ενός συγκροτημένου κόμματος και να έχει τις
αντίστοιχες δεσμεύσεις κι όχι μιας ασύντακτης εφόδου στον νταμπλά με τα
κουλούρια.
Η άρση της
παράδοξης σχέσης με το εκλογικό του σώμα: δυο ξένοι στην ίδια πόλη. Ή είναι
κληρονόμος της παράδοσης του Ανδρέα ή είναι υπερασπιστής του βρώμικου 89.
Η οργανική
σύνδεση με τα κινήματα και τους θεσμούς Είναι χαρακτηριστικό ότι στους
ριζοσπαστικοποιημένους υγειονομικούς ο ΣΥΡΙΖΑ, σε στελεχιακό επίπεδο, βλέπει
την πλάτη όχι μόνο του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά ακόμη και του ΚΙΝΑΛΛ.
Θα δείξει
Και το κυριότερο: Σε μια συνεδρίαση του ΣΥΡΙΖΑ προ μηνών,
κυριάρχησε η φράση που πέρασε από τον Φρήντριχ Ένγκελς και την Ρόζα
Λούξεμπουργκ, στον Κορνήλιο Καστοριάδη και στο γαλλικό περιοδικό της δεκαετίας
του 60 (Socialisme ou Barbarie). Το περιοδικό έβλεπε ως υπεύθυνες για όλα τα
δεινά, τις γραφειοκρατίες. Παραμένει άραγε επίκαιρη στον 21ο αιώνα, στην
Ελλάδα; Θα δείξει...
Θα δείξει όσον αφορά τους υποκειμενικούς όρους, γιατί
όσον αφορά τους αντικειμενικούς έχει δείξει προ πολλού. Απομένει να δούμε αν θα
βιωθούν τα πράγματα από την σκοπιά του ευτελισμού της ζωής των απλών ανθρώπων ή
από την σκοπιά μιας διαθέσιμης κυβερνητικής εναλλακτικής, με την έννοια ενός
στρώματος τεχνικών της εξουσίας, εν αναμονή.
Πάντως το μόνο δίλημμα που οι γραφειοκρατίες μπορούν να
θέσουν είναι: περισσότερη ή λιγότερη βαρβαρότητα; Οπότε, ευλόγως, θα προτιμηθεί
το γνήσιο κι όχι το imitation!