Το ρολόι της πόλης έδειχνε δυο και τριαντατέσσερα λεπτά, και το ημερολόγιο 13 Δεκεμβρίου 1943, όταν στον λόφο Καπή πάνω από τα Καλάβρυτα ήχησε το πρώτο από τα τρία μυδραλιοβόλα. Όταν και τα τρία έπαψαν, 700 άτομα - σχεδόν όλος ο ανδρικός πληθυσμός της πόλης - είχαν εκτελεσθεί. Οι Καλαβρυτινοί δεν είχαν γεννηθεί για να γίνουν ήρωες, η άδικη θυσία τους όμως στο βωμό του ναζισμού που έβαψε την πορεία προς την Απελευθέρωση με αίμα, τους κατέστησε ήρωες.
Η περιοχή των Καλαβρύτων και της Αιγιαλείας είχε
αναπτύξει ισχυρή αντιστασιακή δράση, ήδη από τις αρχές του 1943. Ο γερμανικός
στρατός της Βέρμαχτ άρχισε να ανησυχεί για το επαναστατικό κλίμα, το οποίο
ενδυναμωνόταν συνεχώς και θέλησε να το περιορίσει με μια οργανωμένη
εκκαθαριστική επιχείρηση που θα περιλάμβανε βομβαρδισμούς, πυρπολήσεις και
εκτελέσεις.
Στη Μάχη της Κερπινής στις 17 Οκτωβρίου 1943, η νίκη των
ανταρτών ήταν μεγάλη. Είχαν καταφέρει να αιχμαλωτίσουν 80 περίπου Γερμανούς
στρατιώτες εκτελώντας τους. Αυτή ήταν και η αφορμή...
Τα γερμανικά στρατεύματα ξεκίνησαν από τρεις ελληνικές
πόλεις, την Τρίπολη, το Αίγιο και την Πάτρα, με τελική κατεύθυνση τα Καλάβρυτα,
καίγοντας, λεηλατώντας και καταστρέφοντας ολοκληρωτικά τα γειτονικά χωριά που
συναντούσαν στο δρόμο τους. Ρογοί, Κερπινή, Ζαχλωρού, Σούβαρδο, Βραχνί, Κάλανο,
Βλασία, Μάνεσι Σαραδί, Μάζι, κ.ά., καθώς και η Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου
και Μονή Ομπλού νότια της Πάτρας, τυλίχθηκαν στις φλόγες και μέτρησαν νεκρούς.
Στις 9 Δεκεμβρίου 1943, οι Γερμανοί μπήκαν στα Καλάβρυτα.
Πολλοί κάτοικοι των Καλαβρύτων, είχαν εγκαταλείψει το χωριό από το φόβο για τα
αντίποινα. Οι Γερμανοί όμως κάλεσαν τους Καλαβρυτινούς να επιστρέψουν, με την
διαβεβαίωση ότι δεν θα πειραχτεί κανείς. Μάλιστα, ο Γερμανός Διοικητής
Ebersberger έδωσε το λόγο της στρατιωτικής του τιμής για να κατευνάσει τους
ανήσυχους και φοβισμένους κατοίκους. Αφού προχώρησαν αρχικά στην πυρπόληση των
σπιτιών που ανήκαν σε αντάρτες και στην αναζήτηση των Γερμανών τραυματιών της
μάχης της Κερπινής, στις 12 Δεκεμβρίου ετοίμαζαν την αναχώρησή τους.
Στις 13 Δεκεμβρίου όμως, νωρίς το πρωί, κατέφθασε στην
κωμόπολη δύναμη του τακτικού γερμανικού στρατού. Οι καμπάνες της κεντρικής
Εκκλησίας ήχησαν και οι Γερμανοί αξιωματικοί διέταξαν όλους τους κατοίκους να
συγκεντρωθούν στο δημοτικό σχολείο της κωμόπολης, έχοντας μαζί τους μία
κουβέρτα και τρόφιμα μιας ημέρας.
Στα σκαλοπάτια του σχολείου έγινε ο διαχωρισμός με τα
γυναικόπαιδα να παραμένουν στο σχολείο, ενώ όλος ο ανδρικός πληθυσμός ηλικίας
άνω των 14 χρονών οδηγήθηκε σε φάλαγγες στην κοντινή Ράχη του Καπή (στο «χωράφι
του Καπή»). Το χωράφι αυτό ήταν μια επικλινής τοποθεσία σε σχήμα αμφιθεάτρου
από το οποίο κανείς δεν μπορούσε να γλιτώσει, ενώ παράλληλα είχε πλήρη θέα της
πυρπόλησης και καταστροφής των περιουσιών και των σπιτιών του χωριού.
Λίγες ώρες αργότερα, ριπές πολυβόλων έριχναν στο έδαφος
τα σώματα των άτυχων Καλαβρυτινών. Την ώρα που οι άντρες έπεφταν νεκροί, τα
γυναικόπαιδα παγιδεύτηκαν στο δημοτικό σχολείο, το οποίο είχε τυλιχτεί στις
φλόγες. Ο καπνός που έπνιγε την ατμόσφαιρα τους έδωσε τη δύναμη να σπάσουν την
πόρτα και να ξεχυθούν στα αιματοκυλισμένα Καλάβρυτα...
Αν και πέρασαν 73 χρόνια, ποτέ δεν ξέχασαν.
Από τους υπεύθυνους αξιωματικούς που διέταξαν τη σφαγή,
μόνο ο Φέλμυ καταδικάστηκε στην Νυρεμβέργη, στην λεγόμενη δίκη των στρατηγών
της ΝΑ Ευρώπης, και εξέτισε τρία χρόνια στην φυλακή για μια πράξη που δεν
διέταξε και δεν γνώριζε, είχε όμως διατάξει γενικώς παρόμοια «μέτρα εξιλασμού».
Ο Λε Σουίρ πέθανε αιχμάλωτος των Σοβιετικών το 1955 και κηδεύτηκε στην
γενέτειρά του στην Βαυαρία με πλήρεις στρατιωτικές τιμές. Ο Εμπερσμπέργκερ
πέθανε στο Ανατολικό Μέτωπο. Ο Ακαμπχούμπερ πέθανε στην Αυστρία το 1972 σε
ηλικία 67 ετών. Ο Νταίνερτ πέθανε στην Αυστρία το 1979 σε ηλικία 64 ετών.
Κανείς τους δεν λογοδότησε ενώπιον της Δικαιοσύνης.