Κώστας Αρβανίτης
Η μέρα που κάθομαι να γράψω αυτό το κείμενο σημαδεύεται από μια περίεργη σύμπτωση: Εκατόν δέκα χρόνια νωρίτερα, επί κυβερνήσεως Ελευθερίου Βενιζέλου, οι τραμβαγέρηδες (οδηγοί και εισπράκτορες στο τραμ) των Αθηνών κατέβαιναν σε απεργία διαρκείας. Τα αιτήματά τους; Βελτίωση του εξοντωτικού ωραρίου που τους κρατούσε μακριά από τις οικογένειές τους για δεκατέσσερις ώρες την ημέρα, έξι ημέρες την εβδομάδα.
Η απεργία πήρε γρήγορα διαστάσεις, στις τάξεις της προστέθηκαν κι άλλα επαγγέλματα, όπως οι καπνεργάτες, και η κυβέρνηση - πιεζόμενη από τους επιχειρηματίες που δεν ανέχονταν ποτέ “απείθαρχους” εργάτες - αποφάσισε να επέμβει δυναμικά. Λιγότερο από μια εβδομάδα από την έναρξή της, “κατεστάλη δυναμικά” από τους χωροφύλακες και τη νόμιμη βία του κράτους…Την περασμένη εβδομάδα, στην ολομέλεια του
Ευρωκοινοβουλίου, ψηφίζαμε προτάσεις για την ψηφιακή εργασία. Ανάμεσά τους,
αυτό που πιστεύαμε ότι θα ήταν εξασφαλισμένο εργασιακό δικαίωμα· τόσο για τις
ψηφιακές πλατφόρμες όσο και για το σπίτι-γραφείο, καθώς όλο και περισσότεροι
άνθρωποι προστίθενται στις τάξεις των τηλεργαζομένων - μια τάση που ενισχύθηκε
από την πανδημία αλλά όλα δείχνουν ότι θα επικρατήσει ακόμα κι όταν περάσει
αυτός ο εφιάλτης: το Δικαίωμα στην Αποσύνδεση.
Κάπου εδώ, επιτρέψτε μου να σας εξηγήσω γιατί είναι τόσο
σπουδαίας σημασίας αυτό το περίφημο “Δικαίωμα στην Αποσύνδεση”.
Οχι επειδή σειρά ερευνών έχει αποδείξει ότι οι
τηλεργαζόμενοι δαπανούν πολύ περισσότερες εργατοώρες από τους αντίστοιχους
εργαζόμενους στο γραφείο (ή τον ίδιο τους τον παρελθοντικό εαυτό, όταν η
τηλεργασία ήταν ακόμα μια εναλλακτική ιδέα αντί για αναπόδραστη
πραγματικότητα).
Ούτε επειδή, σύμφωνα με τις ίδιες έρευνες, ο επιπλέον
αυτός εργασιακός φόρτος προκαλεί σοβαρότατα προβλήματα στην ψυχοσωματική τους
υγεία, αποδυναμώνει τον οικογενειακό ιστό και πλήττει την παραγωγικότητα
(περισσότερη δουλειά δε σημαίνει απαραίτητα και καλύτερη δουλειά…).
Αλλά επειδή, δεν πρόκειται για νέο εργασιακό αίτημα!
Δικαίωμα στην αποσύνδεση σημαίνει το να μην εργάζεσαι όταν δεν είσαι
υποχρεωμένος να εργάζεσαι.
Σημαίνει να απέχεις από τα εργασιακά σου καθήκοντα, με
οποιαδήποτε μορφή ψηφιακής επικοινωνίας (τηλεφωνικές κλήσεις, ηλεκτρονικό
ταχυδρομείο, προσκλήσεις σε πλατφόρμες τηλεδιάσκεψης) πέραν του νόμιμου ωραρίου
σου και βέβαια, τις ημέρες όπου βρίσκεσαι σε οποιασδήποτε μορφής άδεια.
Σημαίνει να προστατεύεσαι από τη νομοθεσία απέναντι στην
αυθαιρεσία του εργοδότη που θα σου στείλει ένα mail στις εννέα το βράδυ, θα σε
πάρει τρία τηλέφωνα το Σαββατοκύριακο, θα επιμείνει “να μπεις για λίγο στο
zoom” ώστε να επικοινωνήσετε “για κάτι έκτακτο” έξω από το ωράριό σου - και θα
έχει και την απαίτηση να συμμορφωθείς γιατί “έτσι κι αλλιώς σπίτι είσαι, ο
υπολογιστής είναι πάντα ανοιχτός, δεν έγινε και τίποτα!”.
Και αυτό, όσα διαφορετικά ονόματα κι αν του δώσουμε,
σημαίνει πάντα το ίδιο πράγμα: υποχρεωτική, απλήρωτη, υπερωριακή εργασία! Που
απαγορεύεται από τον νόμο, που ελέγχεται από τα αρμόδια όργανα, που τιμωρείται
αυστηρά, όταν διαπιστώνεται.
Αυτό ήταν το κεκτημένο που θελήσαμε, όχι να
“κατοχυρώσουμε” αλλά να υπενθυμίσουμε. Να επικαιροποιήσουμε, αν θέλετε, στη νέα
πραγματικότητα της ψηφιακής εργασίας. Να επιβεβαιώσουμε ότι εξακολουθεί να
ισχύει, προτού προχωρήσουμε στα πιο περίπλοκα…
Μάλιστα, για όσο διάστημα δουλέψαμε πάνω στην πρόταση για
την τηλεργασία, είχαμε την ικανοποίηση να περάσουμε έξι τροπολογίες στην
ολομέλεια, όλες υποστηρικτικές των δικαιωμάτων του εργαζόμενου, όλες να
εμπλουτίζουν την ιδέα του σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων στην εργασία
χωρίς πειθαναγκασμούς και εργοδοτική καταπίεση. Το Δικαίωμα στην Αποσύνδεση
ήταν ο βατήρας εκκίνησης για όλα τα επιπλέον δικαιώματα που θα το συνόδευαν.
Κι όμως· αυτό είναι το δικαίωμα που τσαλαπάτησαν, με την
άνεση του πολιτικού καιροσκοπισμού που τους προσφέρει το αξίωμά τους, οι
Σοσιαλδημοκράτες στο Ευρωκοινοβούλιο. Κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, και
πέρα από κάθε συμφωνία στην σύνταξη του σχετικού φακέλου προς ψήφιση από την
ολομέλεια, κατέθεσαν τροπολογία που παγώνει για τρία χρόνια τη θεσμοθέτηση του
δικαιώματος στην αποσύνδεση, με την πιο σαθρή δικαιολογία: ότι πρόκειται για
ένα χρονικό διάστημα “προσαρμογής” στον ψηφιακό μετασχηματισμό της εργασίας.
Οτι δηλαδή, μέχρι να παγιωθεί ο τρόπος με τον οποίο θα
εργαζόμαστε, ως επί το πλείστον, στις δεκαετίες που θα ακολουθήσουν, η
εργασιακή νομοθεσία θα πρέπει να κάνει ένα βήμα (ή και πολλά) πίσω, τα ωράρια
θα πρέπει να παραμείνουν “ελαστικά”, η εργασία να γίνει ακόμα πιο “ευέλικτη”, ο
εργαζόμενος να κάνει “υπομονή” γιατί, στο κάτω κάτω “σπίτι του είναι, ο
υπολογιστής του είναι πάντα ανοικτός, δεν έγινε και τίποτα!”.
Την τροπολογία μάλιστα κατέθεσε ο ίδιος ο Σοσιαλδημοκράτης
εισηγητής του φακέλου, παραδεχόμενος ότι “ήταν μια απαραίτητη μετατροπή ώστε να
εξασφαλιστεί η στήριξη της πλειοψηφίας και να επιτευχθεί συμφωνία”. Για τους
Σοσιαλδημοκράτες του Ευρωκοινοβουλίου, προτεραιότητα έχει “να τα βρούμε” με
όλους: όπου “όλοι” είναι, η Ευρωπαϊκή Δεξιά (το ΕΛΚ) και το εργοδοτικό λόμπι
που τους στηρίζει…
Υπερβάλλω; Ο ίδιος, στην ίδια συνέντευξη, δεν είχε
ιδιαίτερο πρόβλημα να παραδεχτεί ότι δέχτηκε πιέσεις από Ενώσεις Εργοδοτών
(λέγε με “ευρωπαϊκούς ΣΕΒ”), προσθέτοντας πάντως ότι “η τροπολογία για την
τριετή αναβολή δεν είναι δεσμευτική, αφού, αν η πρόταση γίνει δεκτή, ο
ευρωπαίος επίτροπος για την “Απασχόληση και τα Κοινωνικά Δικαιώματα” Νίκολας
Σμιτ μπορεί να παρουσιάσει μια αντιπρόταση”.
Ο, μέχρι τον Δεκέμβριο του ΄19, ευρωβουλευτής
Σοσιαλδημοκράτης Σμιτ, θα παρουσιάσει δηλαδή μια αντιπρόταση στην τροπολογία
που κατέθεσαν οι Σοσιαλδημοκράτες - σε συνεννόηση με τα εργοδοτικά λόμπι και
για να εξασφαλιστεί η συναίνεση της ευρωπαϊκής Δεξιάς. Μάλιστα. Και την επόμενη
μέρα ο ήλιος θα ανατείλει από τη δύση.
Τι σημαίνει πρακτικά αυτή η αναβολή; Αυτό που
καταλαβαίνετε. Σημαίνει την παγίωση του “προσωρινού” (ουδέν μονιμότερον, λέει η
σοφή παροιμία), την έμπρακτη οπισθοχώρηση σε εργασιακά δικαιώματα που έχουν
καθοριστεί εδώ και πολλές δεκαετίες, την άτακτη υποχώρηση σε νέες διεκδικήσεις
που οραματιζόμαστε και πιέζουμε να εφαρμοστούν. Σημαίνει ένα πλήγμα από το
οποίο δύσκολα θα ανανήψουμε.
Σημαίνει επίσης ότι οι υπόγειες συναλλαγές και το - πολύ
κοντά στα όρια της απονομιμοποίησης - παρασκηνιακό παιχνίδι των ομάδων πίεσης,
αυτό που μάθαμε να αποκαλούμε lobbying, πρέπει να σταματήσει να παίζει τόσο
καθοριστικό ρόλο στις αποφάσεις του ευρωκοινοβουλίου. Ενα αίτημα διαφάνειας που
συζητιέται έντονα, επίσης εδώ και χρόνια, αλλά σήμερα μάθαμε πόσο πραγματικά
αδήριτη είναι η ανάγκη του.
Τέλος, σημαίνει ότι ως Αριστερά, δεν το καταψηφίσαμε,
απλώς. Μαζί με τις διεθνείς οργανώσεις (όπως η ILO - Διεθνής Οργάνωση Εργασίας
του ΟΗΕ που ανέδειξε σε έκθεσή της την άμεση ανάγκη θέσπισης αυτού του δικαιώματος)
και όσους δεν υποκύπτουν στις νουθεσίες των οργανωμένων συμφερόντων για
“εργασιακή ειρήνη”, θα πολεμήσουμε αυτή την θλιβερή αθέτηση της υπόσχεσης προς
τους εργαζόμενους από μερίδα των εκλεγμένων αντιπροσώπων τους, μέχρι τέλους.
Και στο πνεύμα της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων
(ETUC) που ζήτησε από τους ευρωβουλευτές να καταψηφίσουν την τροπολογία, θα
προτείνουμε άμεσα στην Κομισιόν να νομοθετήσει απευθείας το Δικαίωμα στην
Αποσύνδεση - την αφετηρία όλων των διεκδικήσεων για δικαιοσύνη και ισορροπία
στην τηλεργασία.
Θα νικήσουμε; Εγραφα στην αρχή για την καταστολή της
απεργίας των τραμβαγέρηδων. Επιτρέψτε μου να ολοκληρώσω την ιστορία: λίγους
μήνες αργότερα, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να ψηφίσει νόμο που μείωνε το ωράριο
στις δώδεκα ώρες. Δέκα χρόνια αργότερα, η ίδια κυβέρνηση Βενιζέλου, ξεκινούσε
να εφαρμόζει τμηματικά το οκτάωρο.
Είπα επίσης ότι πρόκειται για μια περίεργη σύμπτωση. Τώρα
που το ξανασκέφτομαι, ούτε σύμπτωση είναι, ούτε σημάδι. Υπενθύμιση είναι.
Υπενθύμιση καθήκοντος.
Οι Σοσιαλιστές μας είπαν ότι “αναγκάστηκαν να υποκύψουν
στις πιέσεις”. Στις πιέσεις υποκύπτουν οι αδύναμοι. Αυτή την παραδοχή
αδυναμίας, εμείς δε θα την κάνουμε.
Τους συμβιβασμένους θα τους κρίνει, τελικά, η Ιστορία.
Πιο πριν όμως, θα πρέπει να τους κρίνετε εσείς.
Κανένας αγώνας δεν πήγε ποτέ χαμένος.
Υ.Γ. Την τροπολογία της ντροπής υπερψήφισαν χωρίς
ενδοιασμό όλοι οι ¨Ελληνες ευρωβουλευτές της Δεξιάς και η κυρία Εύα Καϊλή από
το ΚΙΝΑΛ (το ΚΚΕ ψήφισε αποχή). Για το δικό τους πολιτικό κριτήριο, η εφαρμογή
του Δικαιώματος στην Αποσύνδεση “μπορεί να περιμένει”.