Νικόλ Λειβαδάρη
Κατά τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη το αντικείμενο του όποιου διαλόγου Ελλάδας –Τουρκίας είναι οι «θαλάσσιες ζώνες». Κατά τον υπουργό Εξωτερικών η μόνη συζήτηση μεταξύ των δύο πλευρών είναι η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα»: «Θέλω να είμαι ξεκάθαρος», δήλωσε ο Νίκος Δένδιας στην Εφημερίδα των Συντακτών: «Το ζήτημα των ενδεχόμενων μελλοντικών διαπραγματεύσεων θα είναι η οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και πώς μπορεί να επιτευχθεί».
Η αποχρώσα διαφορά ανάμεσα στις δύο τοποθετήσεις δείχνει
και τι πραγματικά βρίσκεται στο τραπέζι τόσο μιας ενδεχόμενης μελλοντικής
διαπραγμάτευσης με την Τουρκία, όσο και των διερευνητικών επαφών, οι οποίες
ξεκίνησαν σήμερα στην Κωνσταντινούπολη και συμφωνήθηκε να συνεχιστούν με μια
νέα συνάντηση στην Αθήνα.
Ο υπουργός Εξωτερικών, κατά την πάγια διπλωματική γλώσσα
όλων των ελληνικών κυβερνήσεων, μιλά μόνον για ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα. Ο
πρωθυπουργός μιλά, πολιτικά, για «θαλάσσιες ζώνες» οι οποίες, ντε φάκτο,
περιλαμβάνουν και τα χωρικά ύδατα. Και επ’ αυτή της, πολιτικής διατύπωσης,
έμπειροι διπλωμάτες – αλλά και η πρόσφατη ιστορική εμπειρία – δείχνουν τρία
δεδομένα.
Το πρώτο είναι πως τα χωρικά ύδατα αποτελούν «συγγενή
εκκρεμότητα» της υφαλοκρηπίδας. Δεν μπορεί να υπάρξει συζήτηση για την
οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας εάν δεν υπάρξει συμφωνία για το εύρος των χωρικών
υδάτων – διότι, όπως έχει πει και ο καθηγητής Χρήστος Ροζάκης, τα εξωτερικά
όρια των χωρικών υδάτων αποτελούν τα εσωτερικά όρια της υφαλοκρηπίδας.
Το δεύτερο είναι πως, παρ’ ότι η επέκταση των χωρικών
υδάτων στα 12 μίλια παραμένει κυριαρχικό δικαίωμα της Ελλάδας με βάση το
Διεθνές Δίκαιο, αυτό δεν αναιρεί το ότι, κατ’ ελάχιστο έστω, θα πρέπει να
διασφαλίζονται δίαυλοι για την διεθνή ναυσιπλοϊα.
Το τρίτο είναι πως, κατά τεκμηριωμένες και διασταυρωμένες
μαρτυρίες, το εύρος των χωρικών υδάτων υπήρξε αντικείμενο των περισσότερων εκ
των διερευνητικών συνομιλιών του παρελθόντος και, δη, εκείνων που είχαν και τα
πλέον προωθητικά αποτελέσματα.
Το 2003, επί κυβέρνησης Σημίτη, η τουρκική πλευρά φέρετο
να έχει κατ’ αρχάς αποδεχθεί – χωρίς να υπάρξει και τότε οριστική συμφωνία και
επίσημη διαπραγμάτευση - την επιλεκτική επέκταση έως τα 8,5ναυτικά μίλια με
διεθνείς διαύλους ναυσιπλοΐας.
Το 2010, επί κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου, σύμφωνα με τα
όσα είχαν αποκαλυφθεί από τα wikileaks και τις αναφορές της αμερικανικής
πρεσβείας στην Αθήνα, η ελληνική πλευρά είχε συζητήσει στις διερευνητικές
επαφές και πάλι επιλεκτική επέκταση των χωρικών υδάτων με εύρος στα 8, στα 10,
αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις στα 6 μίλια.
Στον τελευταίο γύρο των διερευνητικών, το 2016, ο Νίκος
Κοτζιάς φέρετο ανοιχτός σε συζήτηση για χωρικά ύδατα 10 μιλίων στα νησιά, με
ταυτόχρονη κατοχύρωση του εναέριου χώρου στα 10 μίλια και με δύο θαλάσσιους
διαδρόμους για την διευκόλυνση της διεθνούς ναυσιπλοΐας.
Τούτων δοθέντων, είναι προφανές πως τα χωρικά ύδατα δεν
μπορούν παρά να βρίσκονται και τώρα στο τραπέζι των συνομιλιών. Εξίσου προφανές
είναι πως, πέραν των δημόσιων δηλώσεων, η κάθε πλευρά μπορεί να βάλει στο
τραπέζι οποιοδήποτε θέμα θεωρεί πως χρήζει επίλυσης καθώς οι διερευνητικές
συνομιλίες δεν συνιστούν επίσημη διαπραγμάτευση, δεν τηρούνται πρακτικά και
τίποτα απ’ όσα συζητηθούν δεν είναι δεσμευτικό. Εάν υπάρξει συμφωνία επί κοινά
αποδεκτής ατζέντας, τότε μπορεί να ξεκινήσει η επίσημη διαπραγμάτευση. Εάν όχι,
μπορούν να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για συνυποσχετικό που θα οδηγήσει στην
Χάγη – πιθανότητα, που δεν δείχνει ισχυρή αυτή την στιγμή.
Σ’ αυτό το κάδρο, μάλλον έχει το δικό του ενδιαφέρον και
την δική του σημασία και το σημερινό άρθρο του συμβούλου εθνικής ασφάλειας του
πρωθυπουργού Θάνου Ντόκου στην «Καθημερινή» - ένα άρθρο που περιγράφει αφενός
τι δεν συζητείται (άρα και τι συζητείται) με την Τουρκία, και αφετέρου
οριοθετεί και τον πήχη του όλου εγχειρήματος: «Οι προσδοκίες», γράφει, «για
επίτευξη ουσιαστικής προόδου οφείλουν να είναι περιορισμένες, λόγω των αλλαγών
που έχουν συντελεστεί στη γείτονα από το 2016 και το ξεδίπλωμα της
αναθεωρητικής της ατζέντας.
Η Αγκυρα δεν αποκλείεται να επιδιώξει να θέσει ζητήματα
τα οποία η σημερινή κυβέρνηση –και καμία ελληνική κυβέρνηση– δεν είναι
διατεθειμένη να διαπραγματευθεί ή να θέσει υπό την κρίση ενός διεθνούς
δικαστηρίου, όπως η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου (ζήτημα εξόχως
προσχηματικό για την Αγκυρα), η κυριαρχία επί νήσων, νησίδων και βραχονησίδων,
η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης (για τη βελτίωση της οικονομικο-κοινωνικής
κατάστασης της περιοχής θα εκδηλωθούν συντόμως πρωτοβουλίες από το ελληνικό
κράτος) ή οποιαδήποτε συζήτηση για αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης.
Αυτό δεν αναιρεί την ανάγκη πραγματοποίησης των επαφών,
καθώς αποτελούν το πλαίσιο για τη διερεύνηση, άτυπα και μη δεσμευτικά, των
πραγματικών προθέσεων της άλλης πλευράς και δίνουν τη δυνατότητα για αναζήτηση
συγκλίσεων…».
Το άρθρο Ντόκου θα μπορούσε να αντανακλά και μια, μερική,
απάντηση στην συνέντευξη Σαμαρά – το βασικό ερώτημα όμως είναι το κατά πόσο
αντανακλά τις πραγματικές προθέσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη…