Κώστας Δουζίνας
Στον πρόσφατο νομοσχέδιο για τα ΜΜΕ, η κυβέρνηση «χάρισε» το ετήσιο νοίκι που πληρώνουν οι τηλεοπτικοί σταθμοί για την χρήση των δημόσιων συχνοτήτων. Η δόση της άδειας του 2020 από 3,5 εκατ. ευρώ μειώνεται σε 50.000, εάν το κανάλι βεβαιώσει τεχνολογικές επενδύσεις εντός του έτους, μιά έκπτωση 98,6%.
Ήταν μία μόνο εκδούλευση στην σειρα πολλαπλών δώρων προς τα κανάλια. Για να μπει
στο σωστό πλαίσιο η συζήτηση για τις διάφορες ᾽λίστες Πέτσα᾽ πρέπει να
καταλάβουμε τον «ελέφαντα στο δωμάτιο»: την σχέση ΜΜΕ και δημοκρατίας. Τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα αποτελούν αναπόσπαστο
μέρος της κοινωνικής οργάνωσης και της πολιτικής εκπροσώπησης. Αλλά η κατανόηση
της σχέσης παραπέμπει αναγκαστικά στην θεωρία της δημοκρατίας. Ας δούμε σύντομα τις πιο σημαντικές.
Η «αγορά» πολιτικής και ΜΜΕ
Για την φιλελεύθερη θεωρία, η ελευθερία της ιδιοκτησίας
και του λόγου αποτελούν ύψιστες αρχές. Η
δημοκρατία παρουσιάζεται σαν αγοραίος ανταγωνισμός μεταξύ ομάδων συμφερόντων
και κέντρων εξουσίας. Ο δημοκρατικός ανταγωνισμός κορυφώνεται στις εκλογές στις
οποίες ο λαός επιλέγει και επιβραβεύει ένα κόμμα ή ομάδα συμφερόντων. Την ίδια
λογική ακολουθούν, και τα ΜΜΕ. Αποτελούν κατ’ αρχάς επιχειρήσεις που βγάζουν το
προιόν τους στην αγορά όπως κάθε εμπορική δραστηριότητα. Βέβαια το ενημερωτικό
και ψυχαγωγικό τους περιεχόμενο διαφοροποιεί τα ΜΜΕ. Η λειτουργια τους πηρετεί
την ελευθερία λόγου και έκφρασης. Στην “αγορά ιδεών” που δημιουργούν τα ΜΜΕ,
πολιτικές και ιδεολογικές απόψεις “ανταγωνίζονται” και οι θεατές-ακροατές
επιλέγουν Μέσο και ιδέες.
Σ’ αυτή την λογική, η ελευθερία έκφρασης των μηντιαρχών
και των ολιγαρχών είναι ταυτόσημη με την ελευθερία του πολίτη να λέει την γνώμη
του στην πλατεία του χωριού ή στο καφενείο. Αλλά η οικονομική εξουσία και
ιδεολογική επιρροή των ΜΜΕ δεν έχει καμιά σχέση με την δυνατότητα του πολίτη να
εκφράζεται και να πληροφορείται. Η
συνταγματική και πολιτική θεωρία δεν αντιμετωπίζει πια το κράτος ως την
μεγαλύτερη απειλή του ελεύθερου τύπου, παρ’ ότι η προληπτική λογοκρισία παραμένει
μόνιμος φόβος. Αυτή προέρχεται από τους
μηντιάρχες και ολιγάρχες που ελέγχουν εφημερίδες και κανάλια και αποφασίζουν τι
μπαίνει και τι όχι στην «αγορά» των ιδεών.
Το φιλελεύθερο μοντέλο ακολουθείται σε μεγάλο βαθμό στην
Βόρεια Αμερική και την Βρετανία. Οι νεοφιλελεύθεροι λοιδορούν τα δημόσια ΜΜΕ,
περιορίζουν τις ρυθμιστικές αρχές, ανάγουν την ακροαματικότητα σε αποκλειστικό
κριτήριο επιτυχίας. Ο αρχιβαρώνος των Αγγλόφωνων ΜΜΕ Rudolph Murdoch, στον
οποίο ανήκουν οι Times, ο Sun και τα κανάλια Sky και Fox, προσπαθεί εδώ και
χρόνια να περιορίσει το τέλος που πληρώνουν οι πολίτες και τις υπηρεσίες που
προσφέρει το BBC παρ’ ότι οι Βρετανοί λατρεύουν την “θεία” όπως αποκαλούν το
BBC. Ο Μπόρις Τζόνσον φαίνεται να συμφωνεί και επιτίθεται συχνά στο BBC που
άρχισε μια μεγάλη καμπάνια για να διατηρήσει την θέση του.
Στην χώρα μας, η ιδεολογία αυτή πήρε τις αποχρώσεις της
ανατολίτικης νοοτροπίας και του ᾽ξέρεις ποιος είμαι εγώ᾽. Η πιο ακραία της
εκδοχή ήταν το μαύρο στην ΕΡΤ. Αργότερα, στην διάρκεια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ οι
δεξιοί λοιδορούσαν και μποϊκόταραν τα δημόσια ΜΜΕ. Τώρα τα ανέθεσαν στο πρωθυπουργικό γραφείο
και τα ποδηγετούν με τρόπο που θυμίζει την Πράβντα και την ΥΕΝΕΔ. Να θυμηθούμε
πάλι ότι όταν συζητιόνταν ο νόμος για την αδειοδότηση και ρύθμιση της τηλεόρασης, το ΕΣΡ ήταν για την
ΝΔ ο μοναδικός και τίμιος εγγυητής της ελευθερίας του τύπου. Σήμερα έχει
περιθωροποιηθεί απολύτως, συνεδριάζει σπάνια και δεν ασχολείται με τις
πολλαπλές παραβιάσεις της δημοσιογραφικής δεοντολογίας αλλά και του
Συντάγματος. Γιατί ενώ το αρθρο 14Σ ορίζει ότι “o τύπος είναι ελεύθερος”, το
15Σ προσθέτει ότι οι προστατευτικές για τον τύπο διατάξεις δεν ισχύουν για την
ραδιοφωνία και την τηλεόραση που βρίσκονται υπό τον άμεσο έλεγχο του κράτους
που αποσκοπεί “στην αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και
ειδήσεων”.
Η δύναμη των μηντιαρχών αντισταθμίζεται εν μέρει στην
Βρετανία από την μακρά παράδοση και τον επαγγελματισμό των δημοσιογράφων κάτι
που στα Ελληνικά κανάλια είναι σπάνιο, με κάποιες τιμητικές εξαιρέσεις. Θυμάμαι
ότι σε προεκλογική τηλεοπτική συζήτηση, όταν ο παρουσιαστής επιτέθηκε σφοδρά σε
απόντα πρώην υπουργό και του είπα
σοκαρισμένος ότι κάτι τέτοιο απαγορεύεται από την δημοσιογραφική δεοντολογία,
μου απάντησε ῾εδώ είναι Ελλάδα᾽.
Η «δημόσια σφαίρα»
Το δεύτερο αναστοχαστικό μοντέλο αποτελεί εφαρμογή και
επέκταση της θεωρίας της δημόσιας σφαίρας. Σύμφωνα με τον Γερμανό διανοούμενο
Χάμπερμας, η δημόσια σφαίρα είναι το πεδίο του δημόσιου βίου που μεσολαβεί
μεταξυ κοινωνίας και κρατους. Εμφανίστηκε στον πρώϊμη νεωτερικότητα με τις
πολλές εφημερίδες γνώμης (το 1776 υπήρχαν 52 εφημερίδες μόνο στο Λονδίνο και
πουλιόντουσαν 11,50 εκ. φύλα), τα πολιτικά φυλλάδια και λίβελλους που
κυκλοφορούν στους δρόμους και τις συζητήσεις σε συλλόγους, πλατείες και
σαλόνια. Η δημόσια συζήτηση, ο διάλογος και η επιχειρηματολογία συντελούν στην
δημιουργία ενημερώμενης κοινής γνωμης που επηρεάζει την κρατική εξουσία.
Δημοκρατία δεν είναι απλά η περιοδική καταμέτρηση ψήφων
σε εκλογές ή ο ανταγωνισμός συμφερόντων. Δημοκρατία σημαίνει συνεχή δημόσια
διαβούλευση και συλλογική ανταλλαγή απόψεων. Σ’ αυτή την διαβούλευση
συμμετέχουν συγκρουόμενες απόψεις και ιδεολογίες που δίνουν την ευκαιρία στους
πολίτες να σκέπτονται και να αποφασίζουν. Αυτό είναι το πρότυπο των ΜΜΕ στην
Βόρεια Ευρώπη και την μεταπολεμική Γερμανία. Το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο
χαρακτηρίζεται από έγκυρη και ισχυρή δημόσια ραδιοτηλεόραση και αυστηρή ρύθμιση
των ιδιωτικών καναλιών με ενεργή συμμετοχή των “κοινωνικών συνέταιρων” –
συνδικάτων, επιχειρηματιών, πανεπιστημίων και κινημάτων.
Αλλά όπως παραδέχονται ακόμη και οι υποστηρικτές τους και
τα δύο πρότυπα βρίσκονται σε υποχώρηση. Όπως υποστήριξε η Σχολη της
Φρανκφούρτης, η μαζική κουλτούρα προωθεί τον καταναλωτισμό και την
υποκουλτούρα. Η δημόσια σφαίρα κυριαρχείται
από οικονομικα συμφεροντα, προπαγανδιστικά ΜΜΕ και κομματικές ηγεσίες, ενώ το
κοινο μεταβαλλεται στην παθητική προσληψη φιλταρισμένων πληροφοριών. Οι ιδέες
παρουσιάζονται ως προϊόντα προς κατανάλωση χωρίς να αντιπροσωπευουν πολιτικες
ιδεολογίες ή ταξικά συμφεροντα. Η δημόσια σφαίρα μεταβάλλεται έτσι απο χωρο
διαλόγου και στοχασμού σε κακόγουστο θεατρο και η πολιτικη σε κατευθυνόμενο
σόου όπου τα κόμματα αποζητουν την επευφημία και την βαριεστημένη αποδοχη του
αποπολιτικοποιημένου πληθυσμού.
Η νέα φεουδαρχία
Προχωράμε λοιπόν σε μια νέα φεουδαρχία, σε μια συμμαχία
μηντιακών βαρώνων, που ανταγωνίζονται ακολουθώντας τα επιχεριηματικά τους
συμφέροντα. Συμφωνούν όμως στις αρχές νομής της επικοινωνιακής πίτας και
συνεργάζονται όταν το σύστημα εξουσίας κινδυνεύει. Η κοινή γνωμη δεν αποτελεί
προιόν σύγκρουσης ή σύνθεσης απόψεων αλλά κατασκευή από δημοσκοπήσεις και
εξπέρ, διαφημιστικές εταιρίες και πολιτικούς μάνατζερ. Αυτή η αποστεωμένη
δημόσια σφαίρα αποφασίζει τα θεματα αιχμής και επιλέγει τις εναλλακτικές
λύσεις. Συναινεί σ αυτά και η κυρίαρχη πολιτική τάξη που με αντάλλαγμα την
προβολή και ιδεολογική υποστήριξη δίνει οικονομική βοήθεια και εμπιστευτική
πληροφόρηση στους μηντιάρχες.
Η υποχώρηση της δημόσιας σφαιρας είναι σύμπτωμα
ταυτόχρονα και αιτία της κρισης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και των
παραδοσιακών της θεσμών, κομμάτων και
συνδικατων. Εαν το θέμα είναι να παρατείνουμε την πρόσκαιρη επιβίωση του παλιού
(που συμβολίζονταν από την περιθωροποίηση και στην ουσία κατάργηση του ΕΣΡ)
τότε δικαιολογείται η έλλειψη συζήτησης για το περιεχομενο και την μορφή
ενημερωσης και ψυχαγωγίας. Τα πάνελς των
celebrities που δεν έχουν τίποτε να πουν εκτός από το ότι είναι celebrities,
οι κραυγές και οι τσιρίδες, ο ευτελισμός
ιδεών και ανθρώπων, οι συκοφαντίες και τα fake news είναι τα βασικά χαρακτηριστικά
της δημόσιας σφαίρας. Το επικοινωνιακό
παρόν και μέλλον μας είναι ένα διαρκές reality show. Ένα reality που δεν έχει
καμία σχέση με την πραγματικότητα. Οι επιφανειακές αντιπαραθέσεις και η ένδεια
επιχειρημάτων λειτουργούν ως ηρεμιστικό χάπι, μας λέει ο Χάμπερμας,
δημιουργώντας την ψευδαίσθηση συμμετοχής. Η άλλη πλευρά του νομίσματος είναι η
δημιουργία φόβου, προσθέτω. Οι αφόρητες
κοινοτυπίες και ο πανικός είναι οι δύο τρόποι διαχείρισης του πληθυσμού και
ελέγχου της συμπεριφοράς.
Το Ελληνικό ραδιοτηλεοπτικό τοπίο συνδυάζει τα πιο
προβληματικά χαρακτηριστικά των δύο μοντέλων. Μηντιάρχες καρικατούρες Μέρντοχ
και Μπερλουσκόνι και δημόσια σφαίρα σε διατεταγμένη κυβερνητική υπηρεσία. Αλλά
το τοπίο έχει ήδη αλλάξει. Η πολιτική διάσταση των πολύμορφων κινηματων,
δικτύων, τυπικών και ατυπων πρωτοβουλιών πολιτών δημιουργεί νέα μεσα και
πρακτικές επικοινωνίας. Η «πανουργία της ιστορίας» φαίνεται να χρησιμοποιεί τις
νέες τεχνολογίες και μέσα, τις ανεξάρτητες ιστοσελίδες, σαν κι αυτή που
διαβάζεται τώρα, και την «δημοσιογραφία των πολιτών» για να εξασθενήσει
σταδιακά το ολιγοπώλιο του νεο-φεουδαρχικού συστήματος. Έτσι περνάμε από την λογική των κρατικών και των
φεουδαρχικών μέσων, δύο μορφών ιδιοκτησίας και ελέγχου, στην λογική των
αυτόνομων και των ”κοινών» μέσων, που όπως ο αέρας, το νερό, η γλώσσα, ο
πολιτισμός και η φύση ανήκουν σε όλους.