Γιώργος Λακόπουλος
Κουίζ: τι δεν θα μάθει ποτέ όποιος δεν διαβάζει τις -λίγες- εφημερίδες, δεν παρακολουθεί τα επίσης λίγα- για την ακρίβεια μόνο ένα- τηλεοπτικά κανάλια, και δεν έχει στα «αγαπημένα» του υπολογιστή του αντίστοιχες ιστοσελίδες;
Απάντηση: ότι ο Πρωθυπουργός παραβιάζει κάθε τόσο τα
υγειονομικά μέτρα που επιβάλλει ο ίδιος -μαζί με πρόστιμα για όσους δεν τα
τηρούν- και ότι στις δημόσιες εμφανίσεις του αποδοκιμάζεται από ομάδες πολιτών
– προφανώς όχι φιλοκυβερνητικών αισθημάτων.
Οι «μεγάλοι» της ενημέρωσης, ακόμη και όταν δεν έχουν
στρατολογηθεί από την κυβέρνηση κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης και του
Τσίπρα προσωπικά- όμως συμβαίνει με μια
εφημερίδα και έναν τηλεοπτικό σταθμό-
εξαφανίζουν από την ειδησεογραφία που επιλέγουν να αναδείξουν οτιδήποτε
ενοχλητικό για τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Γι’ αυτούς είναι «είδηση» να λέει ο Πρωθυπουργός στην
Ικαρία ότι «η καρδιά του βρίσκεται πάνω από τα νησιά», αλλά δεν είναι ότι
ακριβώς δίπλα υπήρξαν πανό και συνθήματα εναντίον της πολιτικής του, ούτε η
συμμετοχή του σε υγειονομικές παρανομίες.
Είναι «ενημέρωση»
να καλούν στις εκπομπές τους υπουργούς του με «φοντάν και λικεράκι» και να δημοσιεύουν στις εφημερίδες τους συνεντεύξεις
που έχουν γράψει οι ίδιοι και να θυμούνται την αξιωματική αντιπολίτευση μόνο
όταν μπορούν να πουν κάτι εναντίον της, ή να αναδείξουν ό,τι «σκανάρει» και
τους στέλνει ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της ΝΔ.
Δεν ήταν πάντα έτσι. Οι εφημερίδες είχαν τον πολιτικό
προσανατολισμό τους, στήριζαν τη μια παράταξη και επέκριναν την άλλη. Αυτή ήταν
η εκδοτική πολιτική τους και δεν την έκρυβαν. Αλλά δεν έκρυβαν ούτε τις
ειδήσεις για δραστηριότητες των κομμάτων που αντιπολιτεύονταν.
Π.χ. η «Ακρόπολις» ήταν σκληρή εφημερίδα της Δεξιάς. Αλλά
αν ανατρέξει κανείς στο αρχείο της, μεταπολιτευτικά τουλάχιστον, θα διαπιστώνει
ότι στο τέλος του θεμάτων του πολιτικού ρεπορτάζ που έριχνε το βάρος υπέρ της
ΝΔ υπήρχαν πάντα και οι ανακοινώσεις των
άλλων κομμάτων. Στις μέσα σελίδες, αλλά υπήρχαν.
Σήμερα διαβάζει κανείς μια εφημερίδα, παρακολουθεί έναν
τηλεοπτικό σταθμό, ανοίγει μια ιστοσελίδα και δεν μαθαίνει π.χ. ότι ένας πρώην
Πρωθυπουργός και αρχηγός της ΝΔ έδωσε συνέντευξη για να διατυπώσει ευθέως την
αντίθεσή του με την πολιτική του σημερινού πρωθυπουργού στα ελληνοτουρκικά.
Κακά τα ψέματα. Από την ώρα που η ιδιοκτησία των ΜΜΕ έφυγε από
επιχειρηματίες των οποίων ήταν η κύρια απασχόλησή και πέρασε σε μεγάλους
οικονομικούς παράγοντες που αποκτούν ΜΜΕ ως μοχλούς πίεσης για τα συμφέροντά
τους, η δημοσιογραφία έκλεισε σαν επάγγελμα αναζήτησης της αλήθειας. Έγινε
μέθοδος κυβερνητικών εξυπηρετήσεων.
Κανείς δημοσιογράφος σ’ αυτά τα ΜΜΕ δεν μπορεί να γράψει
όσα βλέπει και όσα ξέρει για την κυβέρνηση. Ούτε στις συσκέψεις δεν μπορεί να
τα αναφέρει χωρίς να τον κοιτάζουν ύποπτα.
Κανένα δημοσιογραφικό κείμενο δεν ελέγχεται από την
αρχισυνταξία για την εγκυρότητα του, αν στρέφεται κατά της αντιπολίτευσης -πόσο
μάλλον αν είναι «παραγγελία από το αφεντικό».
Από τα συμφέροντά του κρίνεται άλλωστε και το είδος της
«ενημέρωσης» που κάνει με αντίστοιχη λοβοτομή -δεν είναι καν λογοκρισία- στους
δημοσιογράφους που απασχολεί. Τα δικά του, ή των αφανών χρηματοδοτών.
Και οι πέτρες ξέρουν ότι μεγάλοι επιχειρηματίες
-κρατικοδίαιτοι βεβαίως- «ρίχνουν λεφτά»
σε ΜΜΕ κάτω από το τραπέζι για να έχουν την υποστήριξή τους. Ή «τα χώνουν» σε
δημοσιογράφους για να εξασφαλίζουν ειδικό «σέρβις».
Στις μέρες μας αυτά τα συμφέροντα εξυπηρετούνται κυρίως
από τη ΝΔ του Μητσοτάκη και γι’ αυτό υποστηρίχθηκε για να πάρει την κυβέρνηση.
Έκτοτε εκπληρώνει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις στους χορηγούς.
Δεν μπορεί να πει κανείς ότι υπάρχει άνιση ενημέρωση υπέρ
της κυβέρνησης επειδή είναι πιο ενδιαφέρουσα
ειδησεογραφική πηγή.
Συμβαίνει γιατί εκτός από τις συμφωνίες με τις «μητρικές»
εταιρίες είναι και πηγή χρηματοδότησης των ΜΜΕ που τη στηρίζουν.
Οι ιδιοκτήτες τους ανεξάρτητα από την οικονομική τους
επιφάνεια – και πέρα από όσα κερδίζουν από την κυβερνητική εύνοια στις
επιχειρήσεις τους- δεν είναι διατιθέμενοι να πληρώνουν για τον «μιντιακό κλάδο»
του ομίλου τους.
Αυτό το αναλαμβάνει ο… κρατικός προϋπολογισμός με
ποικιλόμορφες ενισχύσεις. Οι παραπληροφορούμενοι πληρώνουν για την
παραπληροφόρησή τους. Το κράτος είναι ο χορηγός αντικατάστασης της δημοσιογραφίας
με την κυβερνητική προπαγάνδα.
Πηγή: Ανοιχτό Παράθυρο