Γιάννης Τεκίδης
Εκείνες με το στρατιωτικό πηλίκιο και τις αρβύλες, σήμερα θεωρούνται κατά κανόνα ντεμοντέ. Τι να κάνω τα τανκς και τα όπλα για να επιβάλλω ένα αυταρχικό καθεστώς, δώστε μου για το σκοπό αυτό την τηλεόραση και όλα τα ΜΜΕ , μου είναι αρκετά, είχε αποφανθεί πριν καιρό ο Ουμπέρτο Εκο και είχε απόλυτο δίκιο.
Αν μάλιστα στην
έφοδο στην δημόσια και ιδιωτική ενημέρωση έντυπη και ηλεκτρονική,
προστεθεί η λαϊκή ψήφος και ως εκ τούτου και ο κοινοβουλευτικός μανδύας, τότε
το πράγμα πήρε και έδεσε. Παρελθόν το βλοσυρό στρατιωτικό ύφος και η επιβολή με
την βία των όπλων της …διάσωσης της πατρίδος από τα …εθνικά μιάσματα και τον
αναρχοκομμουνισμό. Δεν είναι όμως παρελθόν για την ακροδεξιά και τον βάρβαρο
νεοφιλελευθερισμό, πρακτικές και μεθοδεύσεις που προσιδιάζουν και μερικές φορές
συμπίπτουν με εκείνες της στρατιωτικής χούντας. Το «σκασμός, εμείς κυβερνάμε,
εμάς ψήφισε ο κόσμος» στη κριτική της αντιπολίτευσης παραπέμπει σε εκείνο της
χούντας που το επέβαλλε με την ωμή και απροκάλυπτη βία.
Ωμή και απροκάλυπτη βία χρησιμοποιεί και η τωρινή
κυβέρνηση, μόνο που αυτή είναι …φιλική και προς νουθεσία της… ατίθασης νεολαίας
και κάποιων περίεργων αναχρονιστών … ορκισμένων με τις ιδεοληψίες τους να
κρατούν τον τόπο καθηλωμένο. Εκείνοι στην… χρυσή επταετία έδερναν και βασάνιζαν
όσους απεργάζονταν στο φώς η το σκοτάδι τον …όλεθρο της πατρίδας και αυτούς που
διαφωνούσαν με το … εθνοσωτήριο έργο του στρατού. Οι σημερινοί απλά το ξύλο και
την βιαιοπραγία την έχουν αναγορεύσει σε παιδαγωγικό μέσο.
Το νήμα νοοτροπίας που συνδέει την στρατιωτική εκείνη
χούντα με την σημερινή πολιτική χούντα, είναι ανιχνεύσιμο, υπαρκτό. Και εκείνοι
και οι σημερινοί ποντάρουν στις καθημερινές αδηφάγες ανάγκες του κόσμου, στην
επιβίωση, την ανυπαρξία του καθημερινού μεροκάματου, το άδηλο και θολό μέλλον
των νέων που παλεύουν με την έλλειψη των αναγκαίων για να σπουδάσουν και
προπάντων να σταδιοδρομήσουν, την έλλειψη οικονομικών μέσων για μια ώρα
ανάγκης, για κάποιο πρόβλημα υγείας. Από αυτές τις έγνοιες και την περιδίνηση
στην αβεβαιότητα και το γκρίζο αύριο, έρχονται να μας λυτρώσουν οι θιασώτες του
απολυταρχισμού και της βίας, με την προϋπόθεση ότι ο λαός θα παραιτηθεί από οποιαδήποτε σκέψη
αντίστασης, αντίδρασης, αν πάψει επιτέλους να ονειρεύεται ένα φωτεινό μέλλον. Ν
α πιστέψουμε ήθελαν και εκείνοι τότε και αυτοί τώρα, ότι η παραμονή τους στο
πηδάλιο της χώρας δεν είναι κάτι πρόσκαιρο και προσωρινό, αλλά κάτι που θα
μακροημερεύσει για το καλό του τόπου και την…ευτυχία του κόσμου. Να πιστέψουμε
βαθειά ότι οι πολιτικές τους και ο τρόπος που κυβερνούν είναι μονόδρομος.
Μονόδρομος που οδηγεί στη σωτηρία και τη…δικαίωση.
Χρωστάμε, λοιπόν, στις χούντες με οιαδήποτε ενδυμασία,
αντί για αγώνες εναντίωσης, αντί για την αντιπαράθεση του δίκιου μας απέναντι
στην βαρβαρότητα, τουλάχιστον ένα χαμόγελο. Ένα χαμόγελο συγκατάβασης και
ανοχής, ανάλογου εκείνου, του πατέρα ενός συμμαθητή μου στη διάρκεια του
εφτάχρονου ζόφου, όταν διαμαρτυρόμενος για την άγρια κακοποίηση του γιού του
στον διοικητή του τμήματος χωροφυλακής, τον άκουσε να του λέει «εντάξει έγινε
κάποιο λάθος, δεν τον σκοτώσαμε τον γιό σου.
Απεδείχθη ότι το όργανο – ο χωροφύλακας – που τον
συνέλαβε για τα συνθήματα που γράφτηκαν στην πρόσοψη του Γυμνασίου, έκανε
λάθος. Τώρα τι θέλεις εσύ δηλαδή, να βρεις τον μπελά σου…» Λίγες μέρες αργότερα
και στην επέτειο της εθνοσωτήριου, στήθηκε μεγάλο γλέντι στην πλατεία του
χωριού από τον διορισμένο πρόεδρο της κοινότητας και τους συνεργάτες του.
Μισομεθυσμένοι οι γλεντοκόποι πιάσανε τον χορό υπό τους
ήχους του άσματος «εικοστή πρώτη τ’ Απρίλη, αλησμόνητη θα μείνει». Δυστυχώς το
πέρασμα εκείνη την ώρα από εκεί του πατέρα του κακοποιημένου συμμαθητή μου,
στάθηκε κακότυχο. Δεν έχασε την ευκαιρία ο διοικητής και τρέχοντας προς το
μέρος του, βάλθηκε να τον σύρει στο χορό. Αντιστάθηκε εκείνος, μα σαν έσκυψε ο
διοικητής και του ψιθύρισε στο αυτί, μπήκε κι αυτός στο χορό. Η εικόνα της
δυστυχισμένης έκφρασης στο πρόσωπο του όση ώρα τον τραβολογούσαν οι χουντικοί
μετά μουσικής, χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη μου. Χρόνια αργότερα τον ρώτησα τι
ήταν αυτό που του είπε ο διοικητής, «σκέψου τον γιό σου. Τελειώνει το Γυμνάσιο,
είναι και αριστούχος, θέλεις να τον αποτελειώσεις; Και χαμογέλα και λίγο να σε
δούνε ρε οι συγχωριανοί σου και να
καταλάβουν ότι είσαι με την επανάσταση…».
Η ψυχική δοκιμασία του εν λόγω δεν ήταν τόσο σημαντική
μπροστά σε όσα άλλοι δημοκράτες και αριστεροί πολίτες υπέστησαν στα χρόνια της
…εθνικής αναμόρφωσης. Απαίτηση όλων αυτών των αφανών μαρτύρων ήταν και είναι να
μην λησμονήσουμε και να μην γελαστούμε από τις κατά καιρούς μεταμφιέσεις του
φασισμού.