Αλέξανδρος Ζέρβας
Την πλήρη ανατροπή των υφιστάμενων εργασιακών σχέσεων έρχεται να «υπογράψει» το νέο νομοσχέδιο, το οποίο παρουσίασε ο υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης. Ο εργατολόγος και επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, Απόστολος Καψάλης, αναλύει στο Tvxs.gr τα επίμαχα σημεία του νομοσχεδίου.
Ειδικότερα, το επίμαχο νομοσχέδιο βάζει στο στόχαστρο
τόσο το ωράριο εργασίας δια της θεσμοθέτησης του δεκαώρου, όσο και την
υποχρέωση επαναπρόσληψης εργαζομένου που κέρδισε δικαστική μάχη μετά από άκυρη
απόλυση, ενώ προβλέπει την αυτονόμηση του ΣΕΠΕ, την κατάργηση προστασίας των
συνδικαλιστών από απόλυση και την ηλεκτρονική ψηφοφορία για την διεξαγωγή
απεργίας.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι ρυθμίσεις παρουσιάστηκαν πολύ
συνοπτικά από τον Κωστή Χατζηδάκη, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις κάποιες
λεπτομέρειες φαίνεται να παίζουν ιδιαίτερο ρόλο. Παράλληλα αρκετά σημεία
παρέμειναν «θολά» εν αναμονή της ανάρτησης των βασικών διατάξεων για
διαβούλευση.
Το «κλειδί» των ατομικών συμβάσεων για την καταστρατήγηση
του οκταώρου και η -μη- προστασία σε περίπτωση άρνησης
Όπως σημειώνει πάντως μιλώντας στο tvxs.gr o εργατολόγος
και επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, Απόστολος
Καψάλης: «Κλειδί στην υπόθεση είναι η σύναψη ατομικής σύμβασης για τη ρύθμιση
των ωρών εργασίας».
Προσθέτει dε πως «είναι πλήρως εναρμονισμένη η εν λόγω
ρύθμιση με τη βασική αρχή του
νεοφιλελευθερισμού στα εργασιακά, που είναι η “εξατομίκευση των εργασιακών
σχέσεων”. Τονώνει δηλαδή την ατομική διαπραγμάτευση σε βάρος της συλλογικής».
Σε ό,τι έχει να κάνει με την παρουσίαση εκ μέρους του
υπουργείου υπό μορφή ασφαλιστικής δικλείδας τη δυνατότητα του εργαζομένου να
αρνηθεί την αλλαγή αυτή και αν αποδειχθεί ότι εξ αυτού του λόγου απολύεται, η
απόλυση να κρίνεται αυτοδίκαια άκυρη, ο ίδιος σχολιάζει: «Η απόλυση στη χώρα
μας είναι επί της ουσίας εδώ και δεκαετίες αναιτιολόγητη. Κι αυτό γιατί ο
εργαζόμενος πρέπει να αποδείξει σε πολλές περιπτώσεις πως η απόλυσή του είναι
άκυρη, κάτι που είνα πολύ δύσκολο. Έτσι και εδώ, αν και εφόσον καταφέρει να
αποδείξει ο εργαζόμενος πως η απόλυσή του αφορά την άρνησή του να υπογράψει την
αλλαγή ωραρίου, τότε μόνο θα κριθεί άκυρη. Πόσο εύκολο είναι όμως να το πετύχει
αυτό;».
Προσθέτει δε πως ο Κωστής Χατζηδάκης «δίνει το “τυράκι”
της ψηφιακής κάρτας εργασίας, η οποία είναι και χειραγωγήσιμη και δεν θα
εφαρμοστεί -υπενθυμίζω πως νομοθετείται για τρίτη φορά- παρά μόνο πιλοτικά σε
κάποιες μεγάλες επιχειρήσεις, που ούτως ή άλλως έχουν δικές τους ψηφιακές
κάρτες».
Η κατάργηση της επαναπρόσληψης εργαζομένου και το
«τυράκι» της αυξημένης -αλλά κουτσουρεμένης από τα μνημόνια- αποζημίωσης
Αναφορικά με την κατάργηση του καθεστώτος επαναπρόσληψης
του εργαζόμενου σε περίπτωση απόλυσης ο κύριος Καψάλης επισημαίνει: «Προφανώς
είναι μια ρύθμιση που ευνοεί τους εργοδότες, καθώς σε περίπτωση επαναπρόσληψης
εργαζομένου μετά από δικαστική μάχη, ο εργοδότης έχει υποστεί μια σοβαρή ήττα,
ενώ ο εργαζόμενος επανέρχεται ως νικητής. Επιστρέφει στη δουλειά του έχοντας
πάρει την αποζημίωσή του, ενώ μπορεί να λειτουργήσει ως παράδειγμα και για
άλλους εργαζόμενους. Το νομοσχέδιο δίνει βέβαια το “τυράκι’ της επιπλέον
αποζημίωσης -με ένα πλαφόν βέβαια-, όμως καλό είναι σημειωθεί πως η εν λόγω
αποζημίωσή είναι ούτως ή αλλως
κουτσουρεμένη μέσω των μνημονιακών παρεμβάσεων».
Την ίδια στιγμή, το νομοσχέδιο έρχεται να διυερύνει το
καθεστώς της κυριακάτικης εργασίας για τα κέντρα δεδομένων, τις αποθήκες, τα
logistics, τους τομείς των διανομέων, επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών με
τηλεφωνικά κέντρα εξυπηρέτησης, τις υγειονομικές δραστηριότητες, τα παραϊατρικά
επαγγέλματα και μια σειρά άλλους κλάδους.
«Η κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας διευρύνεται και
μάλιστα πολύ, καθώς μπαίνουν μέσα κλάδοι όπως οι κούριερ, οι υπηρεσίες διανομής
φαρμάκων, τα logistics. Αν προσθέσει κανείς τους υπάρχοντες κλάδους του
επισιτισμού-τουρισμού, θα αντιληφθεί πως πάμε σε περαιτέρω απελευθέρωση της
κυριακάτικης εργασίας μέχρι την επόμενη φορά που μια κυβέρνηση θα την διευρύνει
έτι περαιτέρω» σημειώνει χαρακτηριστικά.
«Διαλύει το ΣΕΠΕ, προσπαθώντας να απαλλαγεί από τους
επιθεωρητές»
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο κύριος Καψάλης στην αυτονόμηση
του ΣΕΠΕ, διευκρινίζοντας: «Η εκτίμηση μου είναι πως στην πραγματικότητα θέλει
να ξεμπλέξει με τα στελέχη του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, όχι απαραιτήτως με
αυτό καθ’ αυτό το ΣΕΠΕ. Αυτά τα στελέχη με την εμπειρία που έχουν αλλά και τα
χάλια που έχει εργατική νομοθεσία, είχαν αναπτύξει μια μεροληψία -η οποία δεν
απαγορεύεται καταστατικά- υπέρ του εργαζομένου. Θέλει λοιπόν να διατηρήσει
διαλυμένο το εργατικό δίκαιο και να απαλλαγεί από τον βραχνά κάποιων
επιθεωρητών, οι οποίοι πιέζουν παράπανω τους εργοδότες για να βοηθήσουν τους
εργαζόμενους. Θα πάει δηλαδή την υπόθεση σε μια δημόσια αρχή, η οποία θα
λειτουργεί by the book, θα κάνεις τις παρατηρήσεις της για τις όποιες
παραβάσεις, χωρίς όμως δυνατότητα περαιτέρω παρεμβάσεων».
Υπενθυμίζει μάλιστα πως «η κυβέρνηση της ΝΔ είχε
φροντίσει από τον Αύγουστο του 2019 να διαλύσει τον ΣΕΠΕ, υποβαθμίζοντάς το από
απλή διεύθυνση σε γενική γραμματεία. Για παράδειγμα, μέσα στην πανδημία με την
ευρεία καταστρατήγηση των εργασιακών σχέσεων, το ΣΕΠΕ δεν έκανε κανέναν έλεγχο,
δεν έκανε καμιά δουλειά. Ουσιαστικά αφού του “άλλαξε τα φώτα”, έρχεται να
απαλλαγεί από τον βραχνά των επιθεωρητών εργασίας, όχι απαραιτήτως από το Σώμα,
το οποίο είχε καταντήσει “κουφάρι”».
Η «μαεστική
ισορροπία» της κυβέρνησης
Κάνοντας μια ευρύτερη εκτίμηση επί του νομοσχεδίου ο
κύριος Καψάλης επισημαίνει: «Η κυβέρνηση ισορρόπησε με αυτό το νομοσχέδιο
απέναντι σε σε δυο μεγάλες ανάγκες που έχει. Η μια είναι να συνεχίσει να δίνει
διαπιστευτήρια ότι είναι η εγγύηση για την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και
θα διατηρήσει το απορρυθμισμένο πλαίσιο. Στέλνει μήνυμα δηλαδή πως θα συνεχίσει
να παίρνει μερικές μικρές ή μεγαλύτερες απορρυθμιστικές αποφάσεις προς όφελος
των εργοδοτών και του κεφαλαίου. Κάποιες από τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου
Χατζηδάκη είναι σαφώς σε αυτή την κατεύθυνση. Μιλάμε για μείωση του κόστους
εργασίας, την απαραίτητη ευελιξία που θέλουν εργοδότες. Παράλληλα, στο
υφιστάμενο περιβάλλον αγοράς εργασίας βάζει επί της ουσίας τον εργαζόμενο να
ζητάει την αλλαγή του ωραρίου για να φαίνεται πως αποτελεί δικό του αίτημα και
δεν του επιβάλλεται από την εργοδοσία».
«Παράλληλα, κατά την προσωπική μου άποψη, στο δεύτερο
σκέλος καταφέρνει με μαεστρικό τρόπο να ικανοποιεί κι ένα ακροατήριο δικό του
και να εξοπλίζει με επιχειρήματα τους δικούς του συνδικαλιστές ενόψει πιθανών
εκλογών. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι παρουσιάζει ως πρωτοβουλίες της
κυβέρνησης κάποιες σημαντικές υποχρεώσεις της χώρες με βάση την ευρωπαϊκή
νομοθεσία αλλά και συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Σε αυτά περιλαμβάνονται οι ρυθμίσεις για τη
συμφιλίωση της οικογενειακής ζωής, για την καταπολέμηση σεξουαλική παρενόχληση,
το mobbing, την άδεια πατρότητας, ενισχύει δηλαδή το νομοσχέδιο με προβλέψεις
διεθνών συμβάσεων. Τα “ντυνει” όλα αυτά με τις απορρυθμίσεις για το ωράριο
εργασίας και τον συνδικαλιστικό νόμο και καταφέρνει και να στέλνει μηνύματα
στην οικονομική ελίτ αλλά παράλληλα δίνει επιχειρήματα στη βάση αλλά και τους
συνδικαλιστές του πως δεν είναι τόσο αντεργατικό το νομοσχέδιο» καταλήγει.