Μελέτη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης για την αποτελεσματικότητα του εμβολίου που παρήγαγε με τη φαρμακοβιομηχανία AstraZeneca, δείχνει ότι ένα μεσοδιάστημα έως και 45 εβδομάδων ανάμεσα στις δύο δόσεις βελτιώνει την αποτελεσματικότητά του. Επίσης, μια τρίτη δόση παράγει ισχυρή ανοσολογική απόκριση έναντι του κορονοϊού.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Άντριου Πόλαρντ, διευθυντή του
Oxford Vaccine Group που ανέπτυξε το εμβόλιο μαζί με τον αγγλο-σουηδικό
φαρμακευτικό όμιλο, αυτή η είδηση είναι «καθησυχαστική για τις χώρες που
διαθέτουν μικρότερη προμήθεια εμβολίων, που μπορεί να ανησυχούν για
καθυστερήσεις στη χορήγηση των δεύτερων δόσεων στους πληθυσμούς τους. Υπάρχει
εξαιρετική απόκριση σε μια δεύτερη δόση, ακόμη και μετά από 10 μήνες σε σχέση
με την πρώτη».
Τον Φεβρουάριο, μελέτη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης που
δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση The Lancet, ανέφερε ήδη πως η αποτελεσματικότητα
του εμβολίου ήταν μεγαλύτερη έπειτα από μεσοδιάστημα 3 μηνών ανάμεσα στις
δόσεις (81%), απ' ό,τι έπειτα από μεσοδιάστημα 6 εβδομάδων (55%).
Στη νέα μελέτη τους, που δημοσιεύεται σήμερα, οι
ερευνητές έδειξαν επίσης πως μια τρίτη δόση, που χορηγείται πάνω από έξι μήνες
μετά τη δεύτερη, επιφέρει «σημαντική αύξηση» των αντισωμάτων και προκαλεί
«ισχυρή άνοδο» της ανοσολογικής απάντησης κατά της Covid-19, περιλαμβανομένων
των παραλλαγών του ιού.
«Δεν ξέρουμε αν αναμνηστικές δόσεις θα είναι απαραίτητες λόγω
της μείωσης της ανοσίας ή για να αυξηθεί η ανοσία εναντίον των ανησυχητικών
παραλλαγών», δήλωσε η καθηγήτρια Τερέζα Λαμπ, που έχει κυρίως συντάξει αυτές
τις μελέτες. Ωστόσο αναφέρει πως οι έρευνες δείχνουν πως μια τρίτη δόση του
εμβολίου «γίνεται καλά ανεκτή και αυξάνει σημαντικά την απόκριση αντισωμάτων.
Είναι μια πολύ ενθαρρυντική είδηση, αν διαπιστώσουμε πως μια τρίτη δόση είναι
απαραίτητη».
Οι ερευνητές υπογραμμίζουν πως το εμβόλιο είχε «λιγότερες
παρενέργειες μετά τη δεύτερη και την τρίτη δόση απ' ό,τι μετά την πρώτη».