Λεωνίδας Καρίγιαννης
''Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή μοναξιά του πλήθους ''
''Κι ὅταν αὐτός κουράστηκε αὐτοὶ δεν ξαποστάσαν
Κι όταν Αὐτός τους πρόδωσε αὐτοί δεν ἀρνηθῆκαν''
Μ. Αναγνωστάκης Μιλώ
-Τότε 18 χρονών χωρίς κανένα φόβο και σήμερα με ένα κόμπο στο λαιμό μα με το ίδιο πείσμα με τα ίδια όνειρα.
-Τότε 18 χρονών και ακόμα αυτές οι λίγες μα τόσο ‘’γεμάτες’’ μέρες στοιχειώνουν την ζωή μου.
-Τότε 18 χρονών με ελάχιστο ύπνο να γυρίζουμε να ξεσηκώσουμε για να έρθουν κοντά μας, τους οικοδόμους στις πιάτσες στην Ομόνοια και τους μαθητές στα σχολεία.
-Για τότε που κυνηγούσαμε τους ανέμους και λατρεύοντας την ζωή δεν φοβηθήκαμε τον θάνατο .
-Για τα βράδια που ηρεμούσαμε στο κεντρικό κτίριο γύρω από το πιάνο τραγουδώντας τα τραγούδια του αγώνα .
-Για τις μέρες που στα νεανικά μου μάτια φάνταζαν σαν πρόπλασμα μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας γιατί τα μοιραζόμαστε όλα… το ψωμί, τα τσιγάρα, τον αγώνα ,τα όνειρα…
-Για τις διαρκείς συνελεύσεις(μέσα σε αυτές χωμένος και εγώ) των εκατοντάδων εργατών στο αμφιθέατρο ’’Γκινη ‘’ στην Στουρναρη που σχεδίαζαν την δική μας αντίσταση στους τυράννους και την δημιουργία μιας άλλης κοινωνίας .
-Για αυτούς των εργατικών συνελεύσεων που με γυμνά χέρια τα έβαζαν με τους σιδερόφρακτους και αποχώρησαν τελευταίοι .
-Για τους 15χρονους οικοδόμους που περιφρουρούσαν μαζί μας την εργατική συνέλευση τρεις μέρες όρθιοι με καρεκλοπόδαρα για όπλα στημένοι στα παράθυρα χωρίς ύπνο και που κανείς ποτέ δεν τους μνημόνευσε.
-Για τότε που αψηφώντας τις σφαίρες μέσα από τα οδοφράγματα στήσαμε την δική μας παρουσία
-Για τον θυρωρό της Αγίου Μελετίου που μας μάζεψε ‘’τυφλούς’’ από τα δακρυγόνα, ματωμένους από το ξύλο και μας έκρυψε κάτω από την σκάλα την ώρα που απ’ έξω τα καθάρματα γεμάτα μίσος σκότωναν …για τον κάθε θυρωρό’’ Άγγελο’’ μας αυτήν την ημέρα.
-Για την’’ γυναίκα μανα ‘’της Αγίου Μελετίου που μας έκρυψε μια ολόκληρη ημέρα δίνοντας μας τροφή, νερό ,προστασία και πάνω από όλα αγάπη …για όλες αυτές τις γυναίκες προστάτες αγγελους που δεν μπόρεσα μετά από χρόνια να θυμηθώ που ήταν η παρουσία τους για να τους φιλήσω με ευγνωμοσύνη τα χέρια
-Για την μάνα μου που δεν κοιμήθηκε μέρες με τον φόβο ότι δεν θα με έβλεπε ξανά… για την κάθε μάνα που έμεινε άγρυπνη των χιλιάδων που ήταν μέσα αυτές τις ημέρες.
ΟΜΩΣ ΣΑΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ...
-Για όσους δεν εξαργύρωσαν αυτές τις μέρες και τον αγώνα τους με αντίτιμο, δημόσια αξιώματα, εξουσία και χρήμα .
-Για όλους αυτούς τους χιλιάδες σιωπηλούς ήρωες που όλα αυτά τα χρονιά μένουν αδικαίωτοι στην αφάνεια.
-Για όλους αυτούς που έφυγαν σιωπηλά από κοντά μας.
-Για όλους αυτούς που ακόμα και σήμερα αγωνίζονται
- Για όλους αυτούς που ακόμα ονειρεύονται μια κοινωνία χωρίς πείνα ανεργία και πολέμους , μια κοινωνία χωρίς φασισμό , χωρίς εκμεταλλευτές και δούλους, συνεχίζουν να σφίγγουν τα δόντια και να παλεύουν .
-Για να μην ξεχνάμε ότι το παν δεν είναι μόνο ή δικαίωση αλλά και ή πεποίθηση ότι βρισκόμαστε στην σωστή πλευρά.
-Για την νιότη μας , ο αγώνας μας να είναι διαρκής, ιδιαίτερα σήμερα με όλες αυτές τις απαγορεύσεις μιας ανάλγητης ,αυταρχικής κυβέρνησης .
-Μα ακόμα περισσότερο για τα νεα παιδιά που σήμερα αναγκάζονται να ξαναφωνάξουν τα ιδία συνθήματα και σίγουρα να κάνουν τα δικά τους πολυτεχνεία .
-Καλή μας ημέρα, μέρα που είναι και μην ξεχνάμε συνεχίζουμε.
Και όπως μας έγραψε ο Μανώλης Αναγνωστάκης, στην μνήμη και την ανάμνηση των ''απλων'' των ''ασήμαντων'' των ''εργατών'' των ''ανώνυμων ''αυτων που δεν δοξάστηκαν απο κανέναν ......
'' Μα πιο πολύ μιλῶ για τους ψαράδες
Π᾿ ἀφήσανε τα δίχτυά τους και πήρανε τα βήματά Του
Κι ὅταν Αὐτός κουράστηκε αὐτοί δεν ξαποστάσαν
Κι ὅταν Αὐτός τους πρόδωσε αὐτοί δεν ἀρνηθῆκαν
Κι ὅταν Αὐτός δοξάστηκε αὐτοί στρέψαν τα μάτια
Κι οἱ σύντροφοί τους φτύνανε και τους σταυρῶναν
Κι αὐτοί, γαλήνιοι, το δρόμο παίρνουνε π᾿ ἄκρη δεν ἔχει
Χωρίς το βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ἢ να λυγίσει
Ὄρθιοι και μόνοι μες στη φοβεή μοναξιατου πληθους ''
Μ. Αναγνωστακης Μιλώ