Έντονες αντιδράσεις στους κόλπους νοσοκομειακών γιατρών, πανεπιστημιακών και φοιτητών η θέσπιση από την κυβέρνηση του «foundation year», η οποία προβλέπει τη μεταπτυχιακή κλινική εκπαίδευση των αποφοίτων των σχολών Ιατρικής για έναν χρόνο και μάλιστα σε δύο φάσεις: η πρώτη σε νοσοκομεία του ΕΣΥ (6 μήνες) και η δεύτερη σε Αγροτικά Ιατρεία/Κέντρα Υγείας (6 μήνες).
Όπως
αναφέρει σε ρεπορτάζ του Μάριου Διονέλλη στη Εφημερίδα των Συντακτών, σύμφωνα
με το σχέδιο του υπουργείου Υγείας, η «θητεία» αυτή θα είναι απαραίτητη για να
κάνουν στη συνέχεια οι νέοι γιατροί και το αγροτικό τους.
Στο
προσχέδιο που έχει εγκριθεί, το πρόγραμμα αναφέρεται ως «έμμισθο» και
«πιλοτικό» για τους νέους πτυχιούχους που θα ορκιστούν τον Φεβρουάριο 2022
(70-100 γιατροί). Ωστόσο, δεν δίνεται καμία άλλη πληροφορία για το ύψος του
μισθού των νέων αυτών γιατρών που προφανώς θα υπολείπεται των ειδικευόμενων
(κάποιες πληροφορίες κάνουν λόγο για χρηματοδότηση από προγράμματα ΕΣΠΑ με
μισθούς της τάξης των 500 ευρώ).
Όπως
επισημαίνεται στο ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών, παρούσα φάση το σχέδιο
αποτελεί «πρόταση» του ΚΕΣΥ, την οποία καλείται να εξετάσει η πολιτική ηγεσία
του υπουργείου Υγείας και μπορεί να θέσει σε εφαρμογή με απλή υπουργική
απόφαση.
Μάλιστα,
το συγκεκριμένο μέτρο θεωρείται προσωπικής εμπνεύσεως της Μίνας Γκάγκα, καθώς
το είχε προτείνει εκείνη ως πρόεδρος του ΚΕΣΥ προ ολίγων μηνών.
Σφοδρές
αντιδράσεις
Έντονη
είναι η αντίδραση Ομοσπονδία των Νοσοκομειακών Γιατρών (ΟΕΝΓΕ), η οποία κάνει
λόγο για καθεστώς «δουλείας» που εγκαθιδρύεται στα δημόσια νοσοκομεία.
Χαρακτηριστικά σε σχετική ανακοίνωση αναφέρεται πως οι νέοι γιατροί με το
καθεστώς αυτό «ΔΕΝ θα είναι ΟΥΤΕ ειδικευόμενοι ΟΥΤΕ αγροτικοί, δηλαδή με απλά
λόγια ΔΕΝ θα είναι γιατροί, αλλά θα είναι “μαθητευόμενοι πρακτικής άσκησης”,
παιδιά για όλες τις δουλειές που θα καλύπτουν με όρους δουλείας κενά παντός
είδους προσωπικού, αντί για τις προσλήψεις που δεν γίνονται».
Εκτός
όμως από τους νοσοκομειακούς γιατρούς, το σχέδιο συναντά και τη σφοδρή κριτική
της πανεπιστημιακής κοινότητας, όχι μόνο των φοιτητικών συλλόγων αλλά και των
πρυτανικών αρχών.
Ειδικότερα,
ο κοσμήτορας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης Γιώργος Κοχιαδάκης
καλεί με ανοιχτή επιστολή προς το ΚΕΣΥ τους αρμοδίους της Υγείας εάν πραγματικά
θέλουν την αναβάθμιση της μόρφωσης και της κλινικής εμπειρίας των αποφοίτων να
προτείνουν αύξηση των κονδυλίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, βελτίωση των
υποδομών τους και κυρίως αύξηση των μελών ΔΕΠ των ιατρικών σχολών, που την
τελευταία 10ετία έχουν μειωθεί δραματικά – κατά 600 θέσεις, όπως αναφέρει. «Δεν
είμαι σε θέση να γνωρίζω πού αποσκοπεί η πρότασή σας, αλλά σίγουρα δεν
αποσκοπεί στην αναβάθμιση των σπουδών των αποφοίτων των ιατρικών σχολών»,
αναφέρει στην ίδια επιστολή ο κ. Κοχιαδάκης
Στις
θέσεις αυτές συνηγόρησαν πλήρως η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Κρήτης και ο
πρύτανης Γιώργος Κοντάκης, ο οποίος σε δήλωσή του εκφράζει την πλήρη αντίθεση
του Πανεπιστημίου Κρήτης «σε οποιοδήποτε μέτρο μειώνει την αξία των πτυχίων που
χορηγεί η Ιατρική Σχολή και θίγει την επάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε
αυτήν και συγκεκριμένα στη θέσπιση του λεγόμενου “foundation year” όπως
παρουσιάζεται σήμερα».
Τις
επόμενες ημέρες μάλιστα αναμένεται και παρέμβαση όλων των προέδρων των ιατρικών
σχολών της χώρας σε αρνητικό κλίμα για τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις, ενώ
ιδιαίτερα αρνητικά σχολιάζεται η πρόβλεψη για την κατάρτιση των εκπαιδευτών που
θα επιβλέπουν τη «θητεία» των νέων γιατρών. Συγκεκριμένα, όπως προβλέπεται, τον
ρόλο των εκπαιδευτών θα έχει κατά κύριο λόγο το ιατρικό προσωπικό που
στελεχώνει τις δομές Υγείας, αλλά θα μπορούν να συμμετέχουν και άλλοι
επαγγελματίες Υγείας, όπως νοσηλευτικό προσωπικό, φαρμακοποιοί και άλλοι έπειτα
από «ειδική διαδικτυακή συνεδρία/σεμινάριο». Ετσι, ύστερα από 5-6 χρόνια
πανεπιστημιακών σπουδών, οι νέοι γιατροί είναι πιθανό να «επανεκπαιδεύονται»
από εκπαιδευτές που θα έχουν παρακολουθήσει ένα σεμινάριο μέσω ίντερνετ.