Γιάννης Παναγιωτόπουλος
«Καταστροφές και Θρίαμβοι» είναι ο τίτλος της σειράς - και του βιβλίου που προηγήθηκε - η οποία προβάλλεται στον ΣΚΑΪ και επιχειρεί να αφηγηθεί την σύγχρονη ελληνική ιστορία σε επτά επεισόδια. Σε αντίθεση με άλλες παραγωγές του καναλιού του Φαλήρου, όπως στο παρελθόν «οι Μεγάλοι Έλληνες» ή πρόσφατα το «Περί Ελευθερίας», το πόνημα προσφέρει μια συνολική εκδοχή του τί συνέβη στον ελλαδικό χώρο από το 1821 έως τις μέρες μας, εκδοχή που υπογράφει και παρουσιάζει στην τηλεόραση ο γνωστός καθηγητής, πολιτικός επιστήμονας σε πολλά πανεπιστήμια του αγγλοσαξονικού κόσμου και πρόσφατα στην Οξφόρδη, Στάθης Καλύβας.
Οι τοποθετήσεις του κου. Καλύβα για την Αντίσταση και την Χούντα έχουν χαρακτηρισθεί από αριστερούς αναλυτές ως απόπειρα στοχευμένης αναθεώρησης της ιστορίας και «ξεπλύματος» των συνεργατών των Ναζί και των πραξικοπηματιών. Είναι όμως το «Καταστροφές και Θρίαμβοι» η συνέχεια των βιβλίων και των άρθρων του καθηγητή Καλύβα ή μήπως πρόκειται για κάτι μεγαλύτερο, μια αφήγηση για την σύγχρονη ελληνική ιστορία που θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή από τους περισσότερους Έλληνες;
Μιλώντας στο tvxs.gr ο καθηγητής Δημόσιας Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Χάρης Αθανασιάδης, αναλύει το «Καταστροφές και Θρίαμβοι» πρωτίστως ως μια απόπειρα να αποκτήσει η σύγχρονη φιλελεύθερη Δεξιά μια περισσότερο ελκυστική εκδοχή του παρελθόντος της, εκδοχή που έχει κυρίαρχη στον πυρήνα της την ιδέα του «εκσυγχρονισμού». Τονίζοντας ότι ο Στάθης Καλύβας δεν είναι ανόητος για να επικαλεσθεί ψευδή γεγονότα, βλέπει στη σειρά των επτά επεισοδίων μια τάση τονισμού όσων γεγονότων ταιριάζουν στο αφήγημα και υποφωτισμού, έως και απόρριψης, όσων το αμφισβητούν.
Μια σειρά που «ανεβάζει ψηλά τον πήχη»
«Από τη σκοπιά της δημόσιας ιστορίας που είναι το αντικείμενό μου, το ντοκιμαντέρ του Καλύβα είναι μια ενδιαφέρουσα πρόκληση. Ανεβάζει ψηλά τον πήχυ. Πρώτον, διότι είναι εύληπτο, μπορεί να γίνει κατανοητό απ’ τον καθένα, δεν προϋποθέτει ιστορικές γνώσεις. Δεύτερον, διότι είναι ελκυστικό καθώς είναι τεχνικά άρτιο και σκηνοθετικά σε καλό επίπεδο. Σίγουρα κρατάει το ενδιαφέρον του θεατή. Τρίτον, διότι είναι σεναριακά έξυπνο. Κάθε επεισόδιο ξεκινά από ένα κομβικό σημείο της περιόδου που καλύπτει, συνήθως έναν θρίαμβο που έρχεται ύστερα από μια καταστροφή, τον οποίο στη συνέχεια προσπαθεί με προβολές στα προηγούμενα και τα επόμενα χρόνια να τον εξηγήσει», λέει ο κ. Αθανασιάδης.
Στην εποχή που η εικόνα κυριαρχεί έναντι του γραπτού λόγου, αυξάνοντας κατακόρυφα τις πιθανότητες του εκάστοτε κειμένου να βρει και να επηρεάσει μεγάλα κοινά, η σειρά «Καταστροφές και Θρίαμβοι» επιστρατεύει κινηματογραφικές τεχνικές που συνδέονται σε αρκετά μεγάλο βαθμό με το περιεχόμενο. Ο Στάθης Καλύβας περπατά πάντα μόνος του και συναντά σε εμβληματικά για την σύγχρονη ελληνική ιστορία κτίρια τους συνομιλητές του.
Όλα τα πλάνα που γυρίστηκαν για τη σειρά είναι ήσυχα, «καθαρισμένα» από την πολυκοσμία και τον θόρυβο της πόλης, της κοινωνίας, της ζωής. Ο κόσμος, οι απλοί πολίτες, εμφανίζονται μόνο μέσα από πλάνα αρχείου ή αφ’ υψηλού, μέσω drone. Οι σκηνοθέτες της σειράς Αλέξανδρος Μερκούρης, Ανδρέας Αποστολίδης, Γιούρι Αβέρωφ και ο διευθυντής φωτογραφίας Γιάννης Κανάκης έχουν αφαιρέσει από την εικόνα ό, τι ενδεχομένως μπορεί να κουράσει τον θεατή ή να του θυμίσει την καθημερινότητα και την ρουτίνα του.
Προσαρμόζοντας τα γεγονότα στο αφήγημα
«Για να γίνει πειστική η εξήγηση που προτείνεται, υπερφωτίζονται ορισμένες πτυχές του παρελθόντος ενώ άλλες μένουν στο ημίφως. Συχνά τα γεγονότα “στριμώχνονται” για να χωρέσουν στο προαποφασισμένο ερμηνευτικό σχήμα ή εξοβελίζονται ολωσδιόλου. Σαν να προσπαθούμε να συνθέσουμε ένα παζλ, και επειδή τα κομμάτια δεν πολυταιριάζουν και για να βγει η εικόνα που θέλουμε, τα πιέζουμε, κόβουμε τις γωνίες τους, πετάμε και κάμποσα, τα πιο ατίθασα», επισημαίνει ο Χάρης Αθανασιάδης.
«Για παράδειγμα στο 5ο επεισόδιο, που επικεντρώνεται στην περίοδο 1950-1974, δεν ακούγεται λέξη για την εξωτερική μετανάστευση. Εκτιμώ πως αυτό συμβαίνει διότι υπερπροβάλλεται η οικονομική ανάπτυξη της περιόδου, η οποία παρουσιάζεται ως εθνικός θρίαμβος ύστερα από τον καταστροφικό Εμφύλιο. Πώς όμως να εξηγηθεί το γεγονός πως μεταναστεύουν 800.000 άνθρωποι, το 10% του πληθυσμού της χώρας; Αν πεις πως οι αριθμοί ευημερούν αλλά οι άνθρωποι δυστυχούν, χαλάει η αισιόδοξη αφήγηση. Επιλέγεις, λοιπόν, την αποσιώπηση», συμπληρώνει ο καθηγητής.
Η εξωτερική μετανάστευση των Ελλήνων της αρχής και των μέσων του 20ου αιώνα θίγεται μόνο στο έβδομο και τελευταίο επεισόδιο της σειράς, στον αντίποδα της σύγχρονης κινητικότητας ανθρώπων με πολύ υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Όπως το πρώτο επεισόδιο ξεκινά με έναν πρόλογο όλης της σειράς, έτσι το τελευταίο κλείνει με έναν απολογισμό της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και ορισμένα «διδάγματα» από τον Στάθη Καλύβα για το μέλλον. Έτσι από τα επτά επεισόδια δίδεται η εντύπωση ενός συμμετρικού πακέτου γνώσης, το οποίο αφήνει στον θεατή μια αίσθηση ότι «ναι, τώρα ξέρω την ιστορία της Ελλάδας αρκετά καλύτερα απ’ ό, τι έμαθα στο σχολείο».
Ο «εκσυγχρονισμός» πάντα ο στόχος
«Φαίνεται ότι ο Στάθης Καλύβας επιδιώκει να καταστήσει ηγεμονική μια ορισμένη ανάγνωση του ελληνικού παρελθόντος, με άξονα την έννοια του εκσυγχρονισμού. Η οπτική αυτή δίνει έμφαση στην οικονομία, η οποία προσανατολίζεται και αναπτύσσεται με πρωτοβουλίες των ελίτ, εγχώριων και διεθνών. Ο εκσυγχρονισμός έρχεται εκ των άνω. Ακριβώς γι’ αυτό, το εξηγητικό αυτό σχήμα βλέπει καχύποπτα τα κινήματα και όλα όσα ξεπηδούν από την κοινωνία. Η κοινωνία στην καλύτερη περίπτωση ανταποκρίνεται στο σχέδιο των ηγετών, ως καλός μαθητής. Στην χειρότερη, παραμένει ανώριμη και δεν κατανοεί πως το σχέδιο είναι προς το συμφέρον της», παρατηρεί ο καθηγητής Δημόσιας Ιστορίας, Χάρης Αθανασιάδης.
Αξίζει να σημειωθεί πως από τους πρωθυπουργούς της Μεταπολίτευσης, εύσημα στην σειρά λαμβάνουν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Κώστας Σημίτης. Γίνεται μάλιστα η αφηγηματική επιλογή να εμφανιστεί το έτος 2004, κατά το οποίο ο Κώστας Σημίτης παρέδωσε το «δαχτυλίδι» στον Γιώργο Παπανδρέου ο οποίος και ηττήθηκε από τον Κώστα Καραμανλή, ως το αποκορύφωμα μιας θετικής πορείας, ένας «θρίαμβος», και ταυτόχρονα αρχή της καταστροφής που ακολούθησε με την οικονομική κρίση. Το 2004 η χώρα ξεστράτισε από τον δρόμο του «εκσυγχρονισμού», έννοια κυρίαρχη στο αφήγημα του Κώστα Σημίτη αλλά και του Στάθη Καλύβα.
«Στο σχήμα του εκσυγχρονισμού, η κοινωνία είναι, πρέπει να είναι, ένα σύνολο ελεύθερων παραγωγών και καταναλωτών που ανταγωνίζονται μεταξύ τους στην αρένα της αγοράς. Κάθε μορφή συλλογικότητας, λοιπόν, αντιμετωπίζεται σαν ανελαστική δομή που εγκλωβίζει τη δημιουργικότητα των ατόμων», υπογραμμίζει ο Χάρης Αθανασιάδης.
«Θα δώσω ένα παράδειγμα πάλι από το 5ο επεισόδιο, που αφορά στη μετεμφυλιακή περίοδο. Όλες οι εργατικές διαμαρτυρίες που ξεσπούν, οργανωμένες από τις 115 Συνεργαζόμενες Εργατικές Οργανώσεις, διότι η ΓΣΕΕ ήταν απολύτως ελεγχόμενη από το κράτος, δεν υπάρχουν στο ντοκιμαντέρ. Όχι επειδή ήταν ασήμαντο επεισόδιο. Αντιθέτως, συνεισέφεραν καθοριστικά, μαζί με ευρύτερες κοινωνικές διαμαρτυρίες, στην ταχεία άνοδο της Ένωσης Κέντρου, στο πιο ελπιδοφόρο πείραμα εκδημοκρατισμού της χώρας κατά τη δεκαετία του 60. Δεν υπάρχουν διότι με τη δράση τους διατάρασσαν την κοινωνική ειρήνη, αύξαναν το μισθολογικό κόστος για τις επιχειρήσεις και άρα, σύμφωνα με την οπτική του ντοκιμαντέρ, έθεταν εμπόδια στον εκσυγχρονισμό και την οικονομική ανάπτυξη. Για τον ίδιο λόγο δεν υπάρχει λέξη για τα τότε οικονομικά σκάνδαλα της ελίτ, σε αντίθεση με το επεισόδιο 6 που τα σκάνδαλα έρχονται στο επίκεντρο, αφήνοντας μια αίσθηση πως οφείλονται στην πιο κεϋνσιανή πολιτική της δεκαετίας του 1980. Για παρόμοιο λόγο εξοβελίζονται οι Λαμπράκηδες, υποφωτίζονται όσα αφορούν τη δράση του παρακράτους, δεν αναφέρεται η Αποστασία. Διότι φανερώνουν πως η ελίτ του μεταπολέμου ήταν ανάξια των περιστάσεων», υποστηρίζει.
Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη και ο ρόλος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στην πτώση της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου δεν αναφέρονται στην αφήγηση του Καλύβα. Γίνεται αναφορά στο «κράτος των νικητών του Εμφυλίου», στις φυλακίσεις και τον αποκλεισμό των αριστερών από θέσεις και ευκαιρίες, σε ένα πλαίσιο καθυστέρησης του εκδημοκρατισμού της χώρας και όχι πόνου των θυμάτων και των οικογενειών τους. Ο θάνατος και ο πόνος ουσιαστικά απουσιάζουν από το κείμενο όλης της σειράς. Σε καμία από τις περιγραφόμενες «καταστροφές», δεν γίνεται λόγος για το πόσοι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.
Αντί για «εξάρτηση», η «βοήθεια» των ξένων δυνάμεων
«Αυτή η εκσυγχρονιστική αφήγηση είναι ένα success story το οποίο αποδίδει τα εύσημα στην ελληνική αστική τάξη και την πολιτική ελίτ, οι οποίες συνεπώς δεν είναι τόσο άθλιες και παρασιτικές όσο τις περιέγραφαν οι παλαιότερες αφηγήσεις, ειδικά όσες ακολουθούσαν το σχήμα της “εξάρτησης”. Η “εξάρτηση”, αν υπάρχει, δεν είναι εκμετάλλευση της χώρας, αλλά βοήθεια προς ενίσχυση των “εγχώριων υγιών δυνάμεων”», σημειώνει ο κ. Αθανασιάδης
Πράγματι, στα έξι πρώτα επεισόδια ελάχιστες είναι οι αναφορές στα κίνητρα που οδήγησαν τις ξένες δυνάμεις να δώσουν «βοήθεια» στην Ελλάδα και αποκρύπτεται ο ρόλος τους σε κρίσιμες στιγμές όπως η Μικρασιατική Εκστρατεία και το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου. Εξαιρέσεις σε αυτόν τον κανόνα μέσα στη σειρά αποτελούν μόνο η άφιξη στην Ελλάδα από την Σοβιετική Ένωση έμπειρων στελεχών που θα οργάνωναν το ΚΚΕ την περίοδο του Μεσοπολέμου και κάποιοι μη επαρκείς χειρισμοί των ευρωπαϊκών θεσμών στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης το 2009-2010. Για την οποία όμως ως κυρίαρχη ερμηνεία δίδεται αυτή που εμφανίζει τους Έλληνες να καταναλώνουν πάνω από τις δυνάμεις τους.
«Οι ξένες δυνάμεις, που σε παλαιότερες αφηγήσεις δαιμονοποιούνται για τα δεινά της χώρας, στο ντοκιμαντέρ του Καλύβα σχεδόν καθαγιάζονται. Κάθε φορά που φτάνουμε στο χείλος του γκρεμού, οι ξένοι μας σώζουν, όπως συνέβη με την ναυμαχία του Ναυαρίνου ή την παρέμβασή τους στον Εμφύλιο. Κάθε που παρεκτρεπόμαστε, συνήθως από ανωριμότητα του λαού, μας επαναφέρουν στον ορθό δρόμο του εκσυγχρονισμού», παρατηρεί ο καθηγητής στο Πάντειο.
Τα κινήματα και οι εμφύλιες συγκρούσεις με τα μάτια του Στάθη Καλύβα
«Και τι γίνεται όταν οι πολλοί εισβάλλουν στην ιστορία και είναι αδύνατο να αγνοηθούν; Στην Μεταπολίτευση για παράδειγμα;» θέτει το ερώτημα ο κ. Αθανασιάδης και απαντά: «Τότε αντί να αναζητηθεί η συνεισφορά των κινημάτων, το ρίχνουμε στην μεταφυσική. “Οι Έλληνες”, λέει κάπου στο ντοκιμαντέρ ο Παπαχελάς, “όταν φτάνουν στο χείλος της αβύσσου, συνειδητοποιούν την καταστροφική τους πορεία και αλλάζουν ρότα πετυχαίνοντας θριάμβους”. Τέτοιες αποφάνσεις μας πάνε πίσω στην εποχή που μιλούσαμε για το “δαιμόνιο” του Έλληνος ή την “διχόνοια” ως χαρακτηριστικό της φυλής».
Ειδικά με αυτή την ιδέα της «διχόνοιας» που λέγεται ότι μαστίζει τους Έλληνες, ο Στάθης Καλύβας «φλερτάρει» έντονα στο «Καταστροφές και Θρίαμβοι». Καμία ερμηνεία σχετική με σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των διαφορετικών τάξεων και κοινωνικών ομάδων δεν ακούγεται και ο θεατής μένει με την αίσθηση ότι όλες οι περιγραφόμενες εμφύλιες συγκρούσεις θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί εάν οι κατά καιρούς πρωταγωνιστές της ιστορίας ήταν περισσότερο συγκεντρωμένοι στον στόχο της προόδου της χώρας.
Ειδικά για την δεκαετία του 40 που περιγράφεται στη σειρά ως «η δεκαετία της βίας», η βία του Εμφυλίου παρουσιάζεται με μεγαλύτερο ιστορικό βάρος από αυτή που άσκησαν οι Ναζί κατακτητές. «Ένας άλλος τρόπος, πολύ πιο ευφυής για να απομειωθεί η συνεισφορά των κινημάτων είναι αυτός που αναδύεται στο 4ο επεισόδιο που περιέχει την ταραγμένη δεκαετία του 40. Η Κατοχή και η Αντίσταση δεν προσεγγίζονται ως μάχη ανάμεσα στον Φασισμό και τη Δημοκρατία, ούτε ως γεωπολιτική σύγκρουση εθνών. Εγκιβωτίζονται ως ένα επιμέρους επεισόδιο σε μια πολύ πιο διευρυμένη ενδοεθνική διαμάχη, που ξεκινάει από το 1915 με τον Εθνικό Διχασμό και τελειώνει το 1949 με τον Εμφύλιο. Έτσι όμως υποβαθμίζονται ανεπίτρεπτα τόσο η Κατοχή και οι συνέπειές της όσο και το κίνημα της Αντίστασης», επισημαίνει ο Χάρης Αθανασιάδης.
«Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ γίνεται αναφορά στους νεκρούς του Εμφυλίου, δεν γίνεται αναφορά στους νεκρούς του μεγάλου λιμού. Οι νεκροί του Εμφυλίου ενοχοποιούν εμμέσως της Αριστερά, ενώ οι νεκροί της πείνας, τους ξένους, τους κατακτητές που ιδιοποιήθηκαν τους πόρους, μα και τους συμμάχους, που εμπόδισαν την τροφοδοσία. Τίποτε απ’ όσα γεγονότα αναφέρονται στο ντοκιμαντέρ δεν είναι ψευδές. Απλώς μετακινείται ο άξονας της ανάλυσης, οπότε πολλά κρίσιμα γεγονότα περισσεύουν, ενώ άλλα υποτονίζονται», συμπληρώνει.
Απόπειρα «αναθεωρητισμού» ή ένα «δώρο» στη φιλελεύθερη Δεξιά του σήμερα;
Μια κριτική προσέγγιση στο «Καταστροφές και Θρίαμβοι» του Στάθη Καλύβα και του ΣΚΑΪ δεν σημαίνει ότι η σειρά δεν περιέχει και ενδιαφέροντα, ενδεχομένως εύστοχα σημεία. Η ματαιότητα της μικρασιατικής εκστρατείας με ευθύνη και του Ελευθέριου Βενιζέλου, η έντονη προσφυγική ταυτότητα της Μακεδονίας ή το γεγονός πως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ως πρωθυπουργός τη δεκαετία του 60 δεν συνέβαλε στον εκδημοκρατισμό της χώρας είναι θέσεις που ακούγονται στη σειρά, με ρίσκο να ενοχληθούν ευαίσθητοι στα «εθνικά θέματα» θεατές ή παραδοσιακοί δεξιοί.
Μήπως όμως αυτές οι θέσεις λειτουργούν ως «τυράκι» του Καλύβα για να κερδίσει την εμπιστοσύνη και φιλελεύθερων ή αριστερόστροφων πολιτών και τελικά να τους «πουλήσει» την αναθεωρημένη του εκδοχή της ιστορίας; Μια εκδοχή στην οποία, όπως ακούγεται στη σειρά, η περίοδος Παπαδόπουλου δεν ήταν τόσο κακή όσο αυτή του Ιωαννίδη και αποτέλεσε επιστέγασμα του μετεμφυλιακού οικονομικού θριάμβου ενώ η Χρυσή Αυγή είναι απλά ένα «ακραίο κόμμα».
«Επί της αρχής, το να διαβάζουμε εκ νέου το παρελθόν και να αναθεωρούμε προγενέστερες αφηγήσεις δεν είναι αρνητικό. Η Ιστορία είναι επιστήμη, εξελίσσεται. Δουλειά μας είναι να αναζητούμε πιο πειστικές αφηγήσεις. Ό,τι έχει γραφτεί ως τώρα δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ευαγγέλιο του οποίου δεν μπορούμε να αλλάξουμε ούτε λέξη. Αν η αναθεώρηση γίνεται επειδή προκύπτουν νέα στοιχεία που δεν τα γνωρίζαμε παλιότερα, τότε ορθώς γίνεται. Αν νέα εξηγητικά σχήματα προσφέρουν πιο πειστικές απαντήσεις σε ερωτήματα που ανέκυπταν, καλώς προτείνονται», λέει ο καθηγητής Δημόσιας Ιστορίας Χάρης Αθανασιάδης.
«Εκτιμώ ωστόσο πως η ανάγνωση που προτείνεται στο ντοκιμαντέρ του Καλύβα νοιάζεται περισσότερο για τις πολιτικές ανάγκες του παρόντος, παρά για την εξήγηση του παρελθόντος. Η σημερινή, φιλελεύθερη Δεξιά έχει ένα ανεπίλυτο πρόβλημα. Ενώ είναι συχνά ηγέτιδα πολιτική δύναμη, κουβαλάει ένα δυσάρεστο παρελθόν. Το παρελθόν της δεν ταιριάζει διόλου με την εικόνα που θα ήθελε σήμερα για τον εαυτό της. Το σχήμα του εκσυγχρονισμού προσφέρει μια δυνατότητα να φιλοτεχνηθεί ένα πιο ελκυστικό παρελθόν. Αυτή του η άρρητη επιδίωξη καθιστά το εγχείρημα πρωτίστως πολιτικό και δευτερευόντως ιστοριογραφικό», καταλήγει ο καθηγητής.