Μέχρι και πριν από έναν χρόνο, το ένα τρίτο των κρατών-μελών της Ε.Ε. έκανε εξαγωγές όπλων προς τη Ρωσική Ομοσπονδία, σύμφωνα με δεδομένα της επίσημης Ομάδας Εργασίας του Συμβουλίου Εξαγωγών Συμβατικών Οπλων (COARM), τα οποία ανέλυσαν το Investigate Europe και η «Εφημερίδα των Συντακτών».
Τα
δεδομένα από τα επίσημα αρχεία εξαγωγών όπλων από τα 27 κράτη-μέλη της Ε.Ε.
δείχνουν ότι μεταξύ του 2015 και του 2020, τουλάχιστον 10 χώρες έχουν κάνει
εξαγωγές συνολικής αξίας 346 εκατομμυρίων ευρώ προς τη Ρωσία. Η Γαλλία, η
Γερμανία, η Ιταλία, η Αυστρία, η Βουλγαρία, η Τσεχία, η Κροατία, η Φινλανδία, η
Σλοβακία και η Ισπανία -σε διαφορετική έκταση η καθεμία- έχουν κάνει πωλήσεις
«στρατιωτικών εξοπλισμών» προς τη Ρωσία.
Παρότι
τον Ιούλιο του 2014, ως απάντηση στην προσάρτηση της Κριμαίας από τη Μόσχα και
στην παρουσία ρωσικών στρατευμάτων εντός του ουκρανικού εδάφους, η Ε.Ε.
προχώρησε σε απαγόρευση της εξαγωγής όπλων προς τη Ρωσία.
Ομως,
το εμπάργκο εκείνο ήταν γεμάτο παραθυράκια που επέτρεπαν στις ευρωπαϊκές
κυβερνήσεις να εξακολουθήσουν να πουλάνε όπλα στη Μόσχα. Απαντώντας στις
ερωτήσεις που της έθεσαν το Investigate Europe και η «Εφημερίδα των Συντακτών»,
η Ομάδα Εργασίας του Συμβουλίου σχετικά με τις Εξαγωγές Συμβατικών Οπλων
(COARM) υποστήριξε πως «το εμπάργκο όπλων της Ε.Ε. εξαιρούσε συμβάσεις που
συνήφθησαν προ της 1ης Αυγούστου 2014 ή συμπληρώματα συμβάσεων απαραίτητα για
την εκτέλεση των σχετικών συμβάσεων. Τα δεδομένα που βρίσκετε στη βάση
δεδομένων θα πρέπει να υπόκεινται σε αυτή την εξαίρεση. Τα κράτη-μέλη είναι
υπεύθυνα για τη συμμόρφωση με το εμπάργκο όπλων και την κοινή θέση της Ε.Ε.».
Ωστόσο,
το συμπέρασμα αυτό δεν είναι τόσο ακριβές. Ο Σίμον Βέζεμαν, επικεφαλής έρευνας
του SIPRI (Stockholm International Peace Research Institute / Διεθνές
Ινστιτούτο Ερευνας της Στοκχόλμης για την Ειρήνη), ίσως του πιο έγκυρου διεθνώς
παρατηρητηρίου για τις εξαγωγές όπλων, εξηγεί γιατί οι συνηθισμένες εμπορικές
και οικονομικές συναλλαγές διαφέρουν από τις εξαγωγές εξοπλισμών. «Τα όπλα
αποτελούν μέρος της εξωτερικής μας πολιτικής και όχι της οικονομικής μας
πολιτικής. Προτεραιότητα έχουν τα πολιτικά κριτήρια».
Σύμφωνα
με τα δεδομένα του COARM, μετά το 2014 τα κράτη-μέλη εξέδωσαν περισσότερες από
1.000 άδειες εξαγωγής. Κάθε μία απ’ αυτές ήταν μια γενική άδεια που
αντιστοιχούσε σε μία συγκεκριμένη συμφωνία πώλησης εξοπλιστικού υλικού. Μόλις
100 αιτήσεις για άδεια εξαγωγών απορρίφθηκαν από τις κυβερνήσεις. Ποιος
βρίσκεται στην κορυφή των Ευρωπαίων εξαγωγέων; Η Γαλλία.
Σύμφωνα
με ρεπορτάζ της γαλλικής ερευνητικής ομάδας Disclose, η Γαλλία έχει πουλήσει
στη Ρωσία κατά το διάστημα που εξετάζουμε εξοπλισμούς αξίας 152 εκατομμυρίων
ευρώ.
Σύμφωνα
με τις πληροφορίες που συνέλεξε το Investigate Europe, η Γερμανία εξήγαγε προς
τη Ρωσία στρατιωτικό υλικό αξίας 121,8 εκατομμυρίων ευρώ. Αυτό αντιστοιχεί στο
35% όλων των ευρωπαϊκών εξαγωγών όπλων προς τη Ρωσία.
Στην
τρίτη θέση των εξαγωγέων όπλων προς τη Ρωσία βρίσκεται η Ιταλία, η οποία,
σύμφωνα με τα δεδομένα που συνέλεξε το Investigate Europe, έχει πουλήσει μεταξύ
του 2015 και του 2020 στη Ρωσία στρατιωτικό υλικό αξίας 22,5 εκατ. ευρώ.
Από
τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, ακόμα επτά χώρες (Αυστρία, Τσεχία, Βουλγαρία,
Φινλανδία, Ισπανία, Σλοβακία, Κροατία) διατήρησαν μια σταθερή ροή εξαγωγών προς
τη Ρωσία, αν και σε πολύ μικρότερη κλίμακα από αυτήν των μεγάλων προμηθευτών
(Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία).
Μάλιστα,
σύμφωνα με τη βάση δεδομένων του SIPRI, η οποία καταγράφει τις εξαγωγές όπλων
σε παγκόσμια κλίμακα, η Ρωσία την περίοδο αυτή παρέμεινε η δεύτερη μεγαλύτερη
αγορά προμήθειας εξοπλισμών για μια άλλη -μη αναμενόμενη- χώρα: την Ουκρανία.
Σύμφωνα με τα δεδομένα του SIPRI, από την Ουκρανία έγιναν εξαγωγές όπλων προς
τη Ρωσία αξίας 453 εκατομμυρίων, από το 2014 ώς το 2018. Μετά το 2018 οι
πωλήσεις σταμάτησαν.