Διοξείδιο του άνθρακα και δράσεις για την κλιματική αλλαγή


 Ι.Λεβεντίδης, Ε. Μελάς, Κ. Πούλιος

 

Η τελευταία Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Παγκόσμια Κλιματική Αλλαγή (COP26) έλαβε μέρος στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Γλασκώβη, σπό τις 31 Οκτωβρίου μέχρι τις 13 Νοεμβρίου 2021. Στη Διάσκεψη αυτή, στην οποία συμμετείχαν ηγέτες από τις περισσότερες χώρες του κόσμου, το ζητούμενο ήταν η επιτάχυνση της δράσης των εμπλεκόμενων κρατών προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της Συμφωνίας του Παρισιού όπως επίσης και οι στόχοι του Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή.

 

Η Συμφωνία του Παρισιού είναι μια νομικά δεσμευτική διεθνής συνθήκη για την κλιματική αλλαγή. Εγκρίθηκε από 196 κράτη στο Παρίσι, στις 12 Δεκεμβρίου 2015 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Νοεμβρίου 2016. Στόχος της είναι να περιορίσει την υπερθέρμανση του πλανήτη κάτω από τους 2, κατά προτίμηση στους 1,5 βαθμούς Κελσίου, σε σύγκριση με τα προβιομηχανικά επίπεδα μέχρι το 2050. Η Σύμβαση Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC) από την υιοθέτησή της το 1992 αποτέλεσε το βασικό πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ των εθνών για την αντιμετώπισή της κλιματικής αλλαγής που προκαλείται από το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Στόχος του Πλαισίου είναι «να σταθεροποιήσει τις συγκεντρώσεις αερίων του θερμοκηπίου σε επίπεδα που θα αποτρέψει την επικίνδυνη ανθρώπινη παρέμβαση στο κλιματικό σύστημα, και σε ένα χρονικό πλαίσιο που θα επιτρέπει στα οικοσυστήματα να προσαρμοστούν κατάλληλα και θα επιτρέπει τη βιώσιμη ανάπτυξη».

 

Η τρέχουσα υπερθέρμανση της Γης που προκαλείται από τα αέρια θερμοκηπίου είναι ουσιαστικά μη αναστρέψιμη. Η ποσότητα και ο ρυθμός της περαιτέρω θέρμανσης της Γης θα εξαρτηθεί από το πόσο περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα (CO2) θα συνεχίσει να προστίθεται στην ατμόσφαιρά της. Απαιτείται δραστική μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) για να επιβραδυνθεί η κλιματική αλλαγή και για να αποφευχθούν οι πιο σοβαρές επιπτώσεις της στις ακραίες καιρικές συνθήκες, στα οικοσυστήματα, στην ανθρώπινη υγεία και στις υποδομές.

 

Η Συμφωνία του Παρισιού του 2016 έθεσε ως φιλόδοξο στόχο τον περιορισμό της θέρμανσης στους 1,5°C (2,7°F). Η επίτευξη αυτού του στόχου θα απαιτήσει τη μείωση των παγκόσμιων εκπομπών κατά περίπου 45 τοις εκατό από τα επίπεδα του 2010 έως το 2030, φτάνοντας τις καθαρές ισοσταθμισμένες μηδενικές εκπομπές έως το 2050. Η επίτευξη αυτών των στόχων θα απαιτήσει δραματικές μειώσεις στις παγκόσμιες εκπομπές CO2 σε συνδυασμό με την ενεργό απομάκρυνση του CO2 από την ατμόσφαιρα .

 

Οι προσπάθειες για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα έχουν πρόσθετα οφέλη. Για παράδειγμα, οι εκπομπές ορυκτών καυσίμων ευθύνονται για την πλειοψηφία της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, η οποία ευθύνεται για το θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως κάθε χρόνο. Αυτή η μετάβαση παρέχει επίσης τη δυνατότητα να οικοδομήσουμε οικονομίες πιο ανταγωνιστικές, να αυξήσουμε τη διαθεσιμότητα θέσεων εργασίας υψηλής ποιότητας και να αντιμετωπίσουμε τις κοινωνικές αδικίες που διαπερνούν το τρέχον ενεργειακό σύστημα.

 

Η αποφυγή των χειρότερων επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής απαιτεί μία σειρά από δραστικές πολιτικές και επείγοντα μέτρα. Η πρωταρχική εστίαση θα πρέπει να είναι η εφαρμογή τεχνολογιών για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ιδίως του (CO2), που θα συμπληρώνεται από προσπάθειες για την απομάκρυνση και δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από την ατμόσφαιρα και τον περιορισμό των εκπομπών άλλων αερίων του θερμοκηπίου.

 

Η επίτευξη μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σημαίνει τη μηδενική απελευθέρωση αερίων θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα—δηλαδή, τη μηδενική εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα (CO2), μεθανίου (CH4), οξειδίου του αζώτου (ΝΟx) ή άλλων αερίων του θερμοκηπίου. Η επίτευξη ισοσταθμισμένων μηδενικών εκπομπών σημαίνει ότι ορισμένα αέρια θερμοκηπίου εξακολουθούν να απελευθερώνονται, αλλά αυτά αντισταθμίζονται με την απομάκρυνση ισοδύναμης ποσότητας αερίων του θερμοκηπίου από την ατμόσφαιρα και την μόνιμη αποθήκευση τους στο έδαφος, στα φυτά ή σε κατάλληλα υλικά. Επειδή θα ήταν απαγορευτικά δαπανηρό ή ενοχλητικό να εξαλειφθούν πλήρως ορισμένες πηγές εκπομπών, η επίτευξη ισοσταθμισμένων μηδενικών εκπομπών θεωρείται πιο εφικτή από την επίτευξη μηδενικών εκπομπών σε εθνική ή σε υπερεθνική κλίμακα.

 

Πολλές κυβερνήσεις και επιχειρήσεις έχουν θέσει ως στόχο την επίτευξη ισοσταθμισμένων μηδενικών εκπομπών έως το 2050. Οι ΗΠΑ για παράδειγμα παράγουν επί του παρόντος 6 Γιγατόνους εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κάθε χρόνο (1 Γίγα=1 Εκατομμύριο). Η ποσότητα των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μετράται σε όρους ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα (CO2), που είναι η ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που θα είχε ισοδύναμο αντίκτυπο στην υπερθέρμανση του πλανήτη με διαφορετικό αέριο θερμοκηπίου (για παράδειγμα, μεθάνιο (ΝΗ4) ή οξείδιο του αζώτου (ΝΟx)). Η επίτευξη ισοσταθμισμένων μηδενικών εκπομπών σε ολόκληρες τις Ηνωμένες Πολιτείες θα απαιτούσε μείωση των ισοσταθμισμένων εκπομπών κατά μέσο όρο 0,2 Γιγατόνων ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα (CO2) ετησίως για τα επόμενα 30 χρόνια. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες επιτύγχαναν αυτόν τον στόχο, θα μείωναν τις παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά περίπου 10%.

 

 

 

Οι πιο εφικτές οδοί για ισοσταθμισμένες μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου περιλαμβάνουν τις ακόλουθες κύριες στρατηγικές:

 

Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Η χρήση πηγών ενέργειας όπως η αιολική, η ηλιακή, η πυρηνική και η υδάτινη ενέργεια σε συνδυασμό με την πρόοδο στην αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να παρέχει μεγάλο μέρος της ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας με ελάχιστες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Μαζί με αυτές τις πηγές ενέργειας μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλες πηγές ενέργειας χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) για να διασφαλιστεί ότι η ηλεκτρική ενέργεια είναι πάντα διαθέσιμη.

 

Χρησιμοποίηση οχημάτων και εξοπλισμού που τροφοδοτούνται με ηλεκτρική ενέργεια αντί για ορυκτά καύσιμα. Πολλές από τις μεγαλύτερες πηγές εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μπορούν να αντικατασταθούν με εξοπλισμό που λειτουργεί

 

με ηλεκτρική ενέργεια. Ειδικότερα, η μετάβαση σε ηλεκτρικά αυτοκίνητα και φορτηγά και η χρήση ηλεκτρικής θέρμανσης για κτίρια θα μείωνε σημαντικά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) και γενικότερα αερίων του θερμοκηπίου.

 

Χρησιμοποίηση της ενέργειας πιο αποτελεσματικά. Οι πιο αποτελεσματικές τεχνολογίες και διαδικασίες που μειώνουν τη χρήση ενέργειας μπορούν επίσης να μειώσουν σημαντικά τις εκπομπές. Η μετάβαση σε ηλεκτρικό εξοπλισμό συχνά βελτιώνει την απόδοση. Επίσης, οι «έξυπνες» τεχνολογίες, οι οποίες αντιλαμβάνονται πότε χρειάζεται ενέργεια και πότε όχι, μπορούν να βοηθήσουν στη βελτιστοποίηση του τρόπου παραγωγής και χρήσης της ηλεκτρικής ενέργειας, συμβάλλοντας στην ελαχιστοποίηση της σπατάλης.

 

Η αφαίρεση του διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από την ατμόσφαιρα. Για να αντισταθμιστούν οι εκπομπές που είναι πολύ δαπανηρές ή δύσκολο να αποφευχθούν, είναι απαραίτητο να αφαιρεθεί το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) από την ατμόσφαιρα και να αποθηκευτεί μόνιμα. Αυτό μπορεί να γίνει με τεχνολογίες που συλλαμβάνουν απευθείας το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) από τον αέρα και το παγιδεύουν ώστε να μην μπορεί να εισέλθει ξανά στην ατμόσφαιρα. Τα φυτά και τα εδάφη απομακρύνουν ήδη το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) από την ατμόσφαιρα και ορισμένες πρακτικές διαχείρισης της γης μπορούν να αυξήσουν την ικανότητά τους να απορροφούν και να αποθηκεύουν το διοξείδιο του άνθρακα (CO2).

 

Ο ωκεανός καλύπτει το 70% της επιφάνειας της Γης και παρέχει μεγάλο μέρος της παγκόσμιας ικανότητας για φυσική δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Αυτή τη στιγμή περιέχει περίπου 50 φορές περισσότερο ανόργανο άνθρακα από την προβιομηχανική ατμόσφαιρα. Η φυσική ικανότητα του ωκεανού να αποθηκεύει άνθρακα θα μπορούσε να βελτιωθεί με στρατηγικές που δρουν για την απομάκρυνση του διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από την ατμόσφαιρα και το ανώτερο τμήμα του ωκεανού και την αποθήκευση του σε ωκεάνιους ταμιευτήρες όπως θαλάσσια φυτά και γεωλογικές δεξαμενές για κάποιο χρονικό διάστημα.

 

Ενώ η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) είναι πρωταρχικός στόχος, μπορούν να γίνουν πολλά για τη μείωση άλλων αερίων του θερμοκηπίου που συμβάλλουν στην κλιματική αλλαγή. Το μεθάνιο (NH4), το υποξείδιο του αζώτου (Ν2Ο) και ορισμένα βιομηχανικά αέρια (π.χ. υδροφθοράνθρακες (ΗFC)) αποτελούν περίπου το 18 τοις εκατό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στις ΗΠΑ.

 

Οι υπάρχουσες τεχνολογίες μπορούν να υποστηρίξουν όλες αυτές τις στρατηγικές, αλλά θα πρέπει να εφαρμοστούν γρήγορα σε πολύ μεγάλη κλίμακα για να επιτευχθούν ισοσταθμισμένες μηδενικές εκπομπές σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο έως το 2050. Αυτό θα απαιτήσει νέες πολιτικές και επενδύσεις καθώς επίσης και μεγάλη προσοχή στους κοινωνικούς και οικονομικούς συμβιβασμούς που απαιτούνται. Θα απαιτηθεί επίσης συμμετοχή και δέσμευση από τις κυβερνήσεις, τις βιομηχανίες και τους πολίτες. Η πρόσθετη καινοτομία μπορεί να βελτιώσει περαιτέρω τις τεχνολογικές λύσεις και να μειώσει το κόστος.

 

Ιωάννης Λεβεντίδης, Ευάγγελος Μελάς, Κωνσταντίνος Πούλιος - Πανεπιστήμιο Αθηνών - Τμήμα Οικονομικών Επιστημών

 

 

 

 

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη