Βιομηχανία Όπλων: Η αντεπίθεση της Κίνας


Όπως καταδεικνύει η έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (Stockholm International Peace Research Institute), η Ρωσία παραμένει ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων στον κόσμο.

 

Ωστόσο, η εισβολή στην Ουκρανία, οι δυτικές κυρώσεις αλλά και οι ανησυχίες των αγοραστών για την απόδοση του ρωσικού εξοπλισμού στο πεδίο της μάχης έχουν μειώσει την ικανότητα της Ρωσίας να εξάγει όπλα.

 

Σύμφωνα με το ForeignAffairs, η Ουάσιγκτον κυριαρχεί στην παγκόσμια αγορά όπλων υψηλών προδιαγραφών και υψηλής τεχνολογίας, αλλά η Ρωσία έχει διαμορφώσει μια θέση για τον εαυτό της ως ο κορυφαίος προμηθευτής στον κόσμο των ικανών και με καλή σχέση κόστους–απόδοσης, αλλά χαμηλότερης τεχνολογίας όπλων που μερικές φορές περιγράφονται ως «όπλα κόστους».

 

Χώρες χαμηλού εισοδήματος όπως η Ζιμπάμπουε, η Ζάμπια, και η Μιανμάρ αγοράζουν όπλα μόνο αυτής της κατηγορίας, αλλά ακόμη και χώρες μεσαίου εισοδήματος όπως η Βραζιλία, η Ινδία, και η Ταϊλάνδη αγοράζουν επίσης μεγάλες προμήθειες όπλων κόστους.

 

Οι δυσκολίες όμως που αντιμετωπίζει η Ρωσία έχουν δημιουργήσει ένα «κενό» στην αγορά, με την Κίνα να είναι έτοιμη να το καλύψει. Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, το Πεκίνο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις πωλήσεις αμυντικού εξοπλισμού για να οικοδομήσει ισχυρότερες σχέσεις με τις ελίτ και να εξασφαλίσει ξένες βάσεις, περιορίζοντας δυνητικά την ικανότητα του στρατού των ΗΠΑ να ελίσσεται σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα, αυτή η επέκταση μπορεί να μειώσει την επιρροή των ΗΠΑ παγκοσμίως.

 

Η Κίνα άλλωστε διαθέτει έξι από τις 25 μεγαλύτερες αμυντικές εταιρείες στον κόσμο. Μολονότι το σημερινό μερίδιο 5% της Κίνας στην παγκόσμια αγορά όπλων είναι αρκετά χαμηλότερο από το 19% της Ρωσίας, αυτό δείχνει πως υπάρχουν προοπτικές διεύρυνσης.

 

Τα πλεονεκτήματα της Κίνας

 

Όπως τονίζει η ίδια ανάλυση, η Κίνα διαθέτει ορισμένα πλεονεκτήματα που θα μπορούσαν να την βοηθήσουν να κυριαρχήσει στη συγκεκριμένη αγορά («αγορά κόστους»).

 

Η προσέγγιση της Κίνας στις εξαγωγές όπλων, όπως αναφέρεται, είναι συναλλακτική, απαγκιστρωμένη από ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα ή την σταθερότητα του καθεστώτος. Η χώρα ανταλλάσσει όπλα όχι μόνο για οικονομική αποζημίωση αλλά και για πρόσβαση στα λιμάνια και τους φυσικούς πόρους των κρατών-αποδεκτών.

 

Επίσης, η εμπειρία της Κίνας ως αδειοδοτημένης παραγωγού συγκεκριμένων ειδών ρωσικού στρατιωτικού εξοπλισμού έχει αυξήσει την ελκυστικότητά της στους πελάτες της αγοράς όπλων κόστους.

 

 

 

Ακόμη, σύμφωνα με το ForeignAffairs, η Κίνα είχε διαφοροποιήσει εδώ και καιρό τις προσφορές προϊόντων της ώστε να αντιγράψει την στρατηγική της Ρωσίας, παρέχοντας προσιτά υποκατάστατα των Δυτικών εξοπλισμών υψηλής τεχνολογίας.

 

Για παράδειγμα, οι περισσότερες χώρες της υποσαχάριας Αφρικής χρησιμοποιούν κινεζικά όπλα, αλλά οι πωλήσεις στην περιοχή αποτελούν μόνο το 19% των κινεζικών εξαγωγών. Συνολικά, περισσότερο από το 75% των κινεζικών εξαγωγών πηγαίνουν σε ασιατικές χώρες όπου η Κίνα έχει αρχίσει να επεκτείνει το δίκτυο βιομηχανικής παραγωγής της. Ας μην ξεχνάμε πως η Κίνα αποτελεί και τον μεγαλύτερο εξαγωγέα drones στον κόσμο.

 

Τέλος, ένα ακόμη σημαντικό πλεονέκτημα που έχει η Κίνα, όπως επισημαίνει το ForeignAffairs, είναι η ύπαρξη σπάνιων γαιών, μια ομάδα 17 μετάλλων, συμπεριλαμβανομένου του ερβίου και του νεοδύμιου, τα οποία είναι κρίσιμης σημασίας για την κατασκευή κάποιων από τους πιο σύγχρονους αμυντικούς εξοπλισμούς. Η επεξεργασία τους βέβαια παράγει μεγάλες ποσότητες τοξικών αποβλήτων, ωστόσο η χώρα διαθέτει χαλαρούς περιβαλλοντικούς κανονισμούς, σύμφωνα με το αμερικανικό περιοδικό.

 

Ο κίνδυνος για τις ΗΠΑ

 

Η διευρυμένη συμμετοχή της Κίνας στην αγορά όπλων κόστους, εάν τελικά επιτευχθεί, θα αποτελούσε πλήγμα για τις ΗΠΑ, αφού θα αύξανε την γεωπολιτική εμβέλεια της Ασιατικής χώρας.

Γι΄αυτό, σύμφωνα με το ForeignAffairs, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να βοηθήσουν τους εταίρους τους να αναπτύξουν τις δικές τους παραγωγικές ικανότητες, δίχως απαραίτητα να συμμετέχουν άμεσα αμερικανικές εταιρείες.

 

Ακόμη, οι ΗΠΑ μπορούν να παράσχουν κίνητρα, όπως φορολογικές περικοπές και διαγραφές χρέους, ώστε οι αμερικανικές εταιρείες να συν-παράγουν οικονομικά προσιτά ποιοτικά όπλα με χώρες εταίρους.

 

«Η εμπλοκή των ΗΠΑ στην αγορά [χαμηλού] κόστους θα ενδυναμώσει επίσης την ίδια τους την εφοδιαστική αλυσίδα και την βιομηχανική βάση τους υποστηρίζοντας τις βιομηχανίες των εταίρων, διαφοροποιώντας τους προμηθευτές των ΗΠΑ, και δεσμεύοντας πολιτικά τους εισαγωγείς της αγοράς κόστους», τονίζεται ακόμη.

 

 

 

 

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη