Νικόλ Λειβαδάρη
Το πολιτικό αποτύπωμα της τραγωδίας των Τεμπών θα είναι βαθύ, όπως ήταν κι εκείνο της τραγωδίας στο Μάτι. Η εμβέλειά του όμως θα κριθεί τις επόμενες μέρες, όταν ο συλλογικός ψυχισμός περάσει από το εθνικό πένθος στην κοινωνική οργή και όταν η πολιτική ατζέντα γυρίσει από την διαχείριση της κρίσης στην αναζήτηση των ευθυνών.
Προσώρας ο Κυριάκος Μητσοτάκης χτίζει της άμυνες του και επανεξετάζει τον εκλογικό του σχεδιασμό και ο Αλέξης Τσίπρας σταθμίζει τα όρια που μπορεί να έχει η πολιτική του αντεπίθεση σε συνθήκες εθνικής τραγωδίας. Αμφότεροι έχουν στο μυαλό τους τα μαθήματα και τα τραύματα που άφησε πίσω του το Μάτι και επίσης αμφότεροι γνωρίζουν ότι ο χρόνος έως τις κάλπες είναι αρκετά μεγάλος για να φέρει ανατροπές και πολύ μικρός για να επιτρέψει έλλειμμα ενσυναίσθησης.
Ως προς αυτόν καθ΄αυτόν τον χρόνο των εκλογών οι πληροφορίες από το Μαξίμου λένε πως ο βασικός και γενικός προσανατολισμός δεν αλλάζει, όμως η 9η Απριλίου αποκτά πια βαριά συναισθηματική φόρτιση. Εκείνη η Κυριακή θα είναι ημέρα μνημοσύνου για τους δεκάδες νεκρούς των Τεμπών, με ό,τι αυτό σημαίνει για το κλίμα που θα υπάρχει εάν τελικά στηθούν τότε οι κάλπες.
Ως προς την πολιτική τακτική, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε το στίγμα της πρώτης του γραμμής άμυνας με τρεις κινήσεις: Τις παραιτήσεις του υπουργού Μεταφορών Κώστα Καραμανλή και των διοικητών του ΟΣΕ και της ΕΡΓΟΣΕ, την σπουδή του να αποδώσει το δυστύχημα «κυρίως σε ανθρώπινο λάθος», και την επισήμανση περί «διαχρονικών καθυστερήσεων» στην υλοποίηση των σιδηροδρομικών έργων.
Η παραίτηση Καραμανλή έχει πολύ περισσότερο επικοινωνιακή παρά πολιτική αξία καθώς έρχεται λίγο πριν από τις εκλογές στις οποίες ο, πρώην πια, υπουργός Μεταφορών θα είναι ξανά υποψήφιος.
Επί της ουσίας, και με τις τρεις παραιτήσεις ο πρωθυπουργός επιχειρεί να επιδείξει ακαριαία αντίδραση και να κλείσει το κεφάλαιο των πολιτικών ευθυνών.
Παραπλεύρως, δείχνει και σαφή πρόθεση να αποφύγει (και εμμέσως να υπενθυμίσει) τα λάθη που είχε κάνει ο Αλέξης Τσίπρας στο Μάτι, ενώ το «ανθρώπινο σφάλμα» και οι «διαχρονικές» καθυστερήσεις παραπέμπουν σε εκ προοιμίου επιχείρηση συμψηφισμού και διάχυσης των κυβερνητικών ευθυνών.
Το κατά πόσο, όμως, θα σταθεί αυτή η γραμμή άμυνας θα εξαρτηθεί από το πόσο πειστικές θα είναι οι εξηγήσεις που θα δώσει η κυβέρνηση για την αδράνειά της στις αλλεπάλληλες προειδοποιήσεις για τα μεγάλα κενά ασφαλείας του σιδηροδρομικού δικτύου.
Αυτές τις εξηγήσεις είναι δεδομένο πως θα ζητήσει, όπως ο ίδιος προανήγγειλε, ο Αλέξης Τσίπρας μόλις λήξει το εθνικό πένθος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα εστιάσει την κριτική του κυρίως σε τρία σημεία: Στο γεγονός ότι μόλις πριν από 15 μέρες η Κομισιόν παρέπεμψε την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για μη συμμόρφωση με τους κανόνες σιδηροδρομικών μεταφορών, στο ότι επί μήνες οι συνδικαλιστές του ΟΣΕ προειδοποιούσαν ακόμη και με εξώδικα τον Κώστα Καραμανλή για τον κίνδυνο ατυχήματος και στην «εικονική πραγματικότητα» που παρουσίαζε η κυβέρνηση – στο ότι μόλις χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε προγραμματίσει προεκλογική εμφάνιση στο Κέντρο Τηλεδιοίκησης Σηματοδότησης της Βορείου Ελλάδος που, όμως, κατ΄ουσία ούτε υφίσταται, ούτε λειτουργεί.
Εχει σημασία πως οι απαντήσεις σε όλα αυτά θα ζητηθούν σε συνθήκες νωπού συλλογικού τραύματος. Με δεκάδες νέα παιδιά να βρίσκονται ανάμεσα στα θύματα του μεγαλύτερου σιδηροδρομικού δυστυχήματος στην ιστορία της χώρας, με την κοινωνία σε σοκ και με το αφήγημα του «ψηφιακού θαύματος» να καταρρίπτεται από τα τρένα που εν έτει 2023 κινούνται με μοναδική πυξίδα την τύχη κι έναν σταθμάρχη.