Η παραδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη στο debate των πολιτικών αρχηγών περί «σκανδάλου υποκλοπών» δεν ήταν από τις πιο ευτυχείς στιγμές της προεκλογικής περιόδου για τον πρωθυπουργό. Ακόμη χειρότερη ήταν η στιγμή στην οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος εθνικής ασφάλειας για την παρακολούθηση Ανδρουλάκη και άνοιξε μόνος του, διάπλατα, ζήτημα ποινικών ευθυνών για το «ΕΥΠ-Predatorgate»
Με τις παραδοχές αυτές ο πρωθυπουργός αυτοαναιρέθηκε, ακύρωσε το σταθερό δικό του αφήγημα περί εθνικού απορρήτου (ότι δεν γνώριζε ποιος και γιατί παρακολουθείτο «γιατί δεν έπρεπε να γνωρίζει» ) και εκτέθηκε ο ίδιος ως δυνάμει υπόλογος ακόμη και στο ποινικό σκέλος της υπόθεσης.
Επιπλέον έστειλε σε προθάλαμο προανακριτικής τον μέχρι πρότινος στενότερο συνεργάτη του Γρηγόρη Δημητριάδη, μαζί με τον πρώην επικεφαλής της ΕΥΠ Παναγιώτη Κοντολέοντα και την νυν εισαγγελέα της Υπηρεσίας Βασιλική Βλάχου. Το ερώτημα είναι γιατί το έκανε – ήταν λάθος και ολίσθημα σε συνθήκες πίεσης, του ξέφυγε, ή ήταν προϊόν στρατηγικής;
Επ’ αυτού του ερωτήματος έχει υπάρξει άφθονη συζήτηση και προβληματισμός από το βράδυ της Τετάρτης, όχι μόνον μεταξύ των στελεχών της αντιπολίτευσης αλλά και στους χώρους εκείνους της ΝΔ που δεν έχουν άμεσες αναφορές στο Μαξίμου.
Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν αποκλείουν το «λάθος υπό το κράτος πανικού», συζητούν όμως πολύ δύο ακόμη σενάρια.
Το πρώτο σενάριο λέει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνωρίζει, και περιμένει, δικαστικές εξελίξεις στην υπόθεση αμέσως μετά τις εκλογές και θέλει εξ προοιμίου να καλύψει τα νώτα του μεταθέτοντας όλη την ευθύνη και «δίνοντας» τους πρώην συνεργάτες του.
Το δεύτερο σενάριο έχει αρκετούς θιασώτες και πέραν του ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως σε αποστασιοποιημένα καραμανλικά στελέχη της ΝΔ. Είναι η εκδοχή που πίσω από τα όσα έγιναν στο debate βλέπει «deal Μητσοτάκη – Ανδρουλάκη» για συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ μετά τις εκλογές της 21ης Μαίου.
Οσοι υποστηρίζουν αυτό το σενάριο λένε πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει επιλέξει να θυσιάσει Δημητριάδη και Κοντολέοντα στέλνοντάς τους ακόμη και στην νέα εξεταστική που ζητά ο Νίκος Ανδρουλάκης, προκειμένου να παρακάμψει το βέτο που θέτει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ για συγκυβέρνηση με τον ίδιο πρωθυπουργό.
Υποστηρίζουν, δε, την οπτική αυτή επισημαίνοντας την οριακή ισορροπία που τήρησε στο θέμα ο Νίκος Ανδρουλάκης – το γεγονός, δηλαδή, ότι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ζήτησε μεν να πάνε φυλακή όσοι έστησαν το παρακράτος αλλά δεν έβαλε στο κάδρο τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη ακόμη κι όταν ρωτήθηκε ευθέως από τον Γιώργο Παπαδάκη.
Και στις δύο εκδοχές πάντως, είτε του λάθους είτε της στρατηγικής, στον ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι έχουν ένα επιπλέον όπλο στα χέρια τους στην τελική ευθεία προς τις εκλογές, όπως έδειξε και η χθεσινή έκτακτη παρέμβαση Τσίπρα για το θέμα.
Θεωρούν πως το σκάνδαλο των υποκλοπών ξαναμπαίνει στην πρώτη γραμμή της εκλογικής ατζέντας και σκοπεύουν να το αξιοποιήσουν ως όχημα διπλής πίεσης τόσο προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη όσο και προς τον Νίκο Ανδρουλάκη: Ο μεν Κυριάκος Μητσοτάκης θα εμφανίζεται πια ως, καθ’ ομολογία υπόλογος συγκάλυψης, ο δε Νίκος Ανδρουλάκης θα καλείται να απαντήσει εάν σε εκείνους «που πρέπει να πάνε φυλακή» συμπεριλαμβάνεται και ο πρωθυπουργός.