Σπύρος Γεωργάτος
Δυο βδομάδες πριν τις ευρωεκλογές, το πολιτικό ενδιαφέρον επικεντρώνεται σε δύο ζητήματα. Το ένα αφορά τις συνέπειες που θα έχει το όποιο εκλογικό αποτέλεσμα στους εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς μέχρι τις εθνικές εκλογές⋅ το άλλο τις γενικότερες αναδιατάξεις που θα μπορούσε να προκαλέσει η αναμενόμενη άνοδος της ακροδεξιάς σε μια σειρά ευρωπαϊκές χώρες.
Σύμφωνα με το Poll of Polls που δημοσιεύει το Politico, τα ακροδεξιά κόμματα αναμένεται να εκλέξουν αθροιστικά 184 βουλευτές στο Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, έναντι 170 του Λαϊκού Κόμματος, 144 των Σοσιαλδημοκρατών και μόλις 73 των Πράσινων και της Αριστεράς. Δεν είναι λοιπόν λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι η ενίσχυση της ακροδεξιάς στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και αλλού, σε συνδυασμό με μια νίκη του Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες, μπορεί να δημιουργήσει μία νέα κατάσταση, που εγκυμονεί κινδύνους για τις ελευθερίες και τα δικαιώματα και αυξάνει την πιθανότητα εμπλοκής σε πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς.
Ο φόβος φαίνεται δικαιολογημένος. Διότι, αν έτσι εξελιχθούν τα πράγματα, όλες οι γεωπολιτικά ή οικονομικά ισχυρές χώρες θα βρίσκονται πλέον άμεσα ή έμμεσα στο έλεος των ακροδεξιών λαϊκιστών, συμπληρώνοντας έτσι ό,τι ήδη υπάρχει στη Ρωσία, την Τουρκία, το Ισραήλ, το Ιράν και τις Αραβικές χώρες.
Παρ’ όλα αυτά, ίσως μιλάμε, ακόμα μία φορά, για επιφαινόμενα. Κατ’ αρχάς, η ευρωπαϊκή ακροδεξιά δείχνει μια εντυπωσιακή προσαρμοστικότητα στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο που την περιβάλλει, όπως αποδεικνύει η περίπτωση Μελόνι. Μαζί μ’ αυτό, η κεντροδεξιά αποδεικνύεται παραπάνω από ικανή στο να αφομοιώνει ιδέες και πολιτικές που δεν διαφέρουν ουσιωδώς από εκείνες της ακροδεξιάς, όπως αποδεικνύει η πολιτεία του Μακρόν, του Μητσοτάκη, αλλά και του Μπάϊντεν (βλέπε Γάζα και Ουκρανία). Αυτή η αμφίπλευρη κινητικότητα κατατείνει σε μια κατάσταση, όπου τα νεοφιλελεύθερα δόγματα στην Οικονομία θα συνδυάζονται εις το εξής με έναν «δυτικού τύπου» μεσσιανισμό, κρυπτο-ρατσιστικά δόγματα, ωμή καταστολή και ξήλωμα του Κράτους Δικαίου. Ένα βήμα πιο ‘κει βρίσκεται η απαξίωση της ίδιας της Δημοκρατίας, κι αυτό είναι το πραγματικά επικίνδυνο: μέσω συγκοινωνούντων δοχείων, να καταλήξουμε τελικά σε (τυπικώς) φιλελεύθερα καθεστώτα, όπου όμως οι συνταγματικές πρόνοιες και οι θεσμικές εγγυήσεις για ισοπολιτεία και στοιχειώδη κοινωνική δικαιοσύνη θα είναι πλέον έννοιες κενές περιεχομένου.
Το κλειδί για να καταλάβουμε και να αντιμετωπίσουμε ως δημοκρατικοί πολίτες αυτή την κατάσταση είναι η επαναφορά της συζήτησης στο επίπεδο των υλικών όρων. Το πραγματικό πρόβλημα στην Ευρώπη και σε όλον τον κόσμο είναι οι διευρυνόμενες κοινωνικές και γεωγραφικές ανισότητες. Ας μην γελιόμαστε λοιπόν: αυτό που εμφανίζεται ως πολιτικά «ακραίο» ή «ανορθολογικό» δεν είναι παρά η άλλη όψη του κοινωνικά ανάλγητου, που απαλλάσσεται προϊόντος του χρόνου από τα προσχήματα και διεκδικεί την πλήρη εδραίωσή του, αναγορεύοντας την απροκάλυπτη αδικία σε «προοδευτική αλλαγή». Η πρόσφατη ρύθμιση του Γεωργιάδη για τα απογευματινά χειρουργεία, που παρακάμπτει εντελώς το κανονιστικό πλαίσιο του δημόσιου συστήματος Υγείας υιοθετώντας το «φτηνό φακελάκι», είναι ένα κλασσικό παράδειγμα αυτού του τύπου.
Η γείωση της πολιτικής συζήτησης στο επίπεδο των κοινωνικών αναγκών, της προστασίας του περιβάλλοντος, της Ειρήνης, προϋποθέτει βέβαια την ανασύνταξη της Αριστεράς. Αλλά ποιας Αριστεράς; Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, η κομμουνιστική Αριστερά είναι πλέον ανύπαρκτη και η επιρροή της «άλλης» Αριστεράς βρίσκεται στο όριο του συμβολικού. Κι όχι μόνο αυτό. Ένα φαινόμενο που εξελίσσεται δραματικά μπροστά στα μάτια μας είναι η βαθμιαία μετάλλαξη της ριζοσπαστικής Αριστεράς και η εμφάνιση πολιτικών σχημάτων που μοιάζουν ολοένα και περισσότερο στο «Δημοκρατικό Κόμμα» της Ιταλίας ή των ΗΠΑ. Αργά ή γρήγορα, οι Σοσιαλδημοκράτες θα μπουν στο ίδιο παιχνίδι -και η Ελλάδα δεν πρόκειται να αποτελέσει εξαίρεση. Πρόκειται για ένα ζοφερό σενάριο, που υπονομεύει το μέλλον μας και εκμηδενίζει κάθε προοπτική κοινωνικής προκοπής, διότι μετατρέπει το πολιτικό σύστημα σε έναν άμορφο πολτό που μπορεί να παίρνει κατά καιρούς οποιοδήποτε χρώμα ή σχήμα.
Αλλά οι υποκλίσεις στην εκάστοτε συγκυρία δεν είναι «στρατηγική»⋅ η μίξη των αντιθέτων δεν είναι «σύνθεση»⋅ ο θεσμοποιημένος καιροσκοπισμός, οι ιδιοτέλειες, οι μωροφιλοδοξίες και η μέχρι αηδίας πολιτική αγραμματοσύνη δεν έχουν καμιά σχέση με αυτό που κάποτε ονομάζαμε «ανανέωση». Δείτε τι έγινε με το Die Linke, τους Podemos, τον δικό μας τον ΣΥΡΙΖΑ από το 2015 μέχρι τώρα. Άρρωστα πράγματα.
Άλλα έχουμε ανάγκη. Να ξαναφέρουμε στο προσκήνιο την αξία της συλλογικότητας, αποδεικνύοντας με νέους όρους τη σημασία της στους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες⋅ να δούμε με καθαρό μάτι τι μας ενώνει και τι μας διαφοροποιεί⋅ να καταλάβουμε τα όρια μας και να καταπολεμήσουμε τον βολονταρισμό που μας οδήγησε στο περιθώριο⋅ να ξαναβρούμε την κοινωνικότητά μας⋅ και να διεκδικήσουμε χωρίς εκπτώσεις και χωρίς περιστροφές την Ευτυχία μας.
Στις ευρωεκλογές, πρέπει να υπερασπίσουμε με νύχια και με δόντια την ουσία και την ταυτότητά της Αριστεράς. Όχι οπαδικά ή αταβιστικά, αλλά με πλήρη επίγνωση των επιδίκων. Γιατί αν η Αριστερά εκλείψει, θα έχουμε όντως να κάνουμε με το «τέλος της Ιστορίας».