Γιάννης Α. Μυλόπουλος / Σε δίνη τραγικής ειρωνείας η κυβέρνηση για τη Συμφωνία των Πρεσπών


Γιάννης Α. Μυλόπουλος

 

Το λες και ελληνική τραγωδία. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος ως αντιπολίτευση έκανε ό,τι μπορούσε για να αποδομήσει τη Συμφωνία των Πρεσπών, υποστηρίζοντας για λόγους εκλογικής σκοπιμότητας το ακροδεξιό κίνημα των «Μακεδονομάχων» που την απέρριπτε ως «προδοτική», σήμερα βρίσκεται στην αμήχανη θέση να κατηγορεί τη νέα Πρόεδρο της Βόρειας Μακεδονίας ότι κάνει το ίδιο που κι εκείνος έκανε όταν ήταν στην αντιπολίτευση.

 

Θα ήταν τραγική ειρωνεία, αν δεν ήταν η επίσημη εξωτερική πολιτική της χώρας.

 

Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, που σήμερα επικρίνει τη νέα ηγεσία της γειτονικής χώρας ότι δεν σέβεται τις διεθνείς της δεσμεύσεις, να μην έχει σεβαστεί ούτε εκείνος τις διεθνείς συμφωνίες που έχει υπογράψει η χώρα που κυβερνά.

 

Έχοντας επιμείνει, επί κοντά πέντε χρόνια που βρίσκεται στην κυβέρνηση, να μη φέρει στη Βουλή προς υπογραφή τα εκτελεστικά μνημόνια της Συμφωνίας των Πρεσπών.

 

Κρατώντας μια ένοχα ουδέτερη στάση, πάλι για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας.

 

Το επιχείρημα που επιστρατεύει ο κ. Μητσοτάκης για να μην υπογράψει τώρα τα εκτελεστικά μνημόνια της Συμφωνίας, δεν είναι απλώς ελάχιστα πειστικό. Είναι ακραία αντιφατικό.

 

Γιατί το ερώτημα δεν είναι αν τώρα, με τη νέα κυβέρνηση στη Βόρεια Μακεδονία, είναι η πλέον κατάλληλη στιγμή να φέρει προς υπογραφή τα μνημόνια.

 

Το ερώτημα είναι γιατί δεν το έκανε εδώ και πέντε χρόνια που κυβερνά και που οι συνθήκες ήταν σαφώς ευνοϊκότερες.

 

Η ίδια η τραγική ειρωνεία όμως που εκδικείται σήμερα τον πρωθυπουργό, διχάζει στο κορυφαίο αυτό ζήτημα της εξωτερικής μας πολιτικής και την κυβέρνησή του.

 

Με τη Ντόρα Μπακογιάννη να παραδέχεται σήμερα ότι έπρεπε, τόσα χρόνια, να έχει ενεργοποιηθεί η Συμφωνία των Πρεσπών.

 

Και με τον υπουργό της ίδιας κυβέρνησης, Μάκη Βορίδη, να ισχυρίζεται ότι η Συμφωνία των Πρεσπών είναι «κατασκευαστικά προβληματική» και γι’ αυτό το λόγο δεν πρέπει να επικυρωθεί. Κατακρίνοντας όμως, ταυτόχρονα, την κυβέρνηση των Σκοπίων ότι είναι εκείνη που δεν τηρεί τις διεθνείς της δεσμεύσεις της.

 

Και βέβαια παραβλέποντας το γεγονός ότι ο ίδιος ούτε το συνταγματικό όνομα της γειτονικής χώρας δεν τολμά να προφέρει, άσχετα αν η Ελλάδα έχει δεσμευτεί να το χρησιμοποιεί στο εξής…

 

Όπως και να έχει, είτε ως τραγική ειρωνεία, είτε ως δυο μέτρα και δυο σταθμά απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών, διαφορετικά για εμάς, που δεν πρέπει να την εφαρμόσουμε και διαφορετικά για τη Βόρεια Μακεδονία, η οποία οφείλει να σέβεται τις διεθνείς της δεσμεύσεις ακόμη και όταν είναι «κατασκευαστικά προβληματικές», αυτό δεν είναι ούτε ενιαία, ούτε σταθερή, ούτε και συνεπής εξωτερική πολιτική.

 

Ο κ Μητσοτάκης επαγγέλλεται τη σταθερότητα ως το μείζον διακύβευμα των ευρωεκλογών. Αλλά είναι η δική του κυβέρνηση που διχάζεται και κλυδωνίζεται, αιωρούμενη ανάμεσα σε δυο εντελώς διαφορετικές γραμμές ως προς την εξωτερική της πολιτική.

 

Τελικά το μόνο χαρακτηριστικό συνέπειας και σταθερότητας της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι η εξάρτηση της πολιτικής της, ακόμη και της εξωτερικής, από τη συγκυρία.

 

Προεκλογικά, επιστρατεύει ακροδεξιά αντανακλαστικά για να προσελκύσει το ακροδεξιό της ακροατήριο. Ενώ αντίθετα, όταν βρίσκεται εκτός προεκλογικής συγκυρίας, σφυρίζει αδιάφορα και πετά τη μπάλα στην κερκίδα, κρύβοντας κάτω από το χαλί όσα τη διχάζουν εσωτερικά.

 

*Ο Γιάννης Α. Μυλόπουλος είναι Καθηγητής, πρώην Πρύτανης ΑΠΘ

 

 

 

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη