Τεχνητή νοημοσύνη / Πόσο βρόμικη είναι για τον πλανήτη και ποιος το πληρώνει αυτό


Το πλέον αγχωτικό μοτίβο στο σύμπαν της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου τρόμου, είναι η λανθάνουσα απειλή πίσω από τις βιτρίνες κανονικότητας. Αυτό ακριβώς το μοτίβο φαίνεται ότι βρίσκει την απόλυτη εκδοχή του, σε μια από τις πιο επικίνδυνες, όσο και αδιόρατες, συνέπειες της αλματώδους ανάπτυξης των νέων τεχνολογιών, με αιχμή την Τεχνητή Νοημοσύνη (στο εξής ΤΝ):

 

Το ασύλληπτα θηριώδες περιβαλλοντικό – ενεργειακό αποτύπωμά της.

 

Όσο και αν ακούγεται εξωφρενικό το να υπάρχει τέτοιο αποτύπωμα – και μάλιστα θηριώδες – από κάτι «αόρατο», όπως η ΤΝ, η πραγματικότητα είναι ακριβώς αυτή.

 

Όπως αποκαλύπτει το Jacobin, η ενσωμάτωση ΤΝ στις μηχανές αναζήτησης του διαδικτύου – σαν αυτή που ανακοίνωσε στις αρχές Μαΐου η Google – εμπεριείχε ένα αόρατο κόστος:

 

Κάθε φορά που αναζητάμε κάτι και έρχεται η απάντηση της ΤΝ της Google, έχουμε καταναλώσει περίπου τρεις κιλοβατώρες ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τον Alex de Vries, ιδρυτή της Digiconomist, μιας εταιρείας ερευνών που διερευνά τις ακούσιες συνέπειες των ψηφιακών τάσεων.

 

Αυτό είναι δεκαπλάσια κατανάλωση ενέργειας από μια παραδοσιακή αναζήτηση στη Google και περίπου ισοδύναμη με την ποσότητα ενέργειας που καταναλώνουμε όταν μιλάμε για μια ώρα σε ένα σταθερό τηλέφωνο.

 

Χοντρικά, ο De Vries υπολογίζει ότι αν συγκεντρώναμε την ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώθηκε για όλες τις απαντήσεις που παράγονται από τεχνητή νοημοσύνη σε όλες τις αναζητήσεις στο Google θα μπορούσαμε να ηλεκτροδοτήσουμε την Ιρλανδία.

 

«Τείχος» σιωπής

 

Αυτός είναι και ο λόγος που οι εταιρίες οι οποίες βρίσκονται πίσω από αυτές τις εξελίξεις είναι πολύ λιγότερο πρόθυμες να μοιραστούν πληροφορίες.

 

Αν και ερευνητές όπως ο De Vries μπορούν να κάνουν επιστημονικές εκτιμήσεις, λόγω της έλλειψης διαφάνειας της σχετικής βιομηχανίας παραμένει εκπληκτικά δύσκολο να προσδιορίσουμε έναν ακριβή αριθμό για το πόση ενέργεια και νερό – το οποίο χρειάζεται για την ψύξη των μηχανημάτων – μπορεί να χρησιμοποιήσει η Τεχνητή Νοημοσύνη.

 

Ωστόσο, η ζήτηση αυτή αυξάνεται ραγδαία, καθώς η ΤΝ ενσωματώνεται στα πάντα, από το λειτουργικό σύστημα των κινητών, μέχρι τον γιγαντιαίο κλάδο των υπηρεσιών, κρατικών και ιδιωτικών.

 

Έτσι, ως είθισται, ενώ η μαζική υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης έχει μεταμορφώσει την ψηφιακή ζωή φαινομενικά εν μία νυκτί, η ρύθμιση των πολύ φυσικών επιπτώσεών της στο περιβάλλον, δεν έχει ακολουθήσει ανάλογους ρυθμούς, αν υποθέσουμε ότι έχει ξεκινήσει καν.

 

Το δημοσίευμα αναφέρει, ότι ομοσπονδιακοί οργανισμοί όπως η Υπηρεσία Πληροφοριών Ενέργειας των ΗΠΑ – όπου το πρόβλημα έχει ήδη είναι υπαρκτό – η οποία συλλέγει πληροφορίες σχετικά με τη χρήση ενέργειας από τις βιομηχανίες, δεν παρακολουθούν τη ζήτηση των κέντρων δεδομένων της ΤΝ, ακόμη και όταν το αποτύπωμά τους εκτοξεύεται στα ύψη.

 

«Δεν έχουμε καμία υποχρεωτική γνωστοποίηση σχετικά με την ποσότητα ενέργειας ή πόρων που χρησιμοποιούν τα γενικά συστήματα τεχνητής νοημοσύνης», λέει η Merve Hickok, πρόεδρος και διευθύντρια έρευνας του Center for AI and Digital Policy, ενός μη κερδοσκοπικού ερευνητικού οργανισμού.

 

Όταν οι δημοσιογράφοι θέτουν σχετικά ερωτήματα, συνήθως οι απαντήσεις είναι επεξεργασμένες.

 

Αυτή η μυστικότητα περιορίζει τη δυνατότητα των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας και των ρυθμιστικών αρχών να γνωρίζουν τις συνέπειες της ΤΝ στο περιβάλλον.

«Δεν πληρώνω – δεν πληρώνω»

 

Και αυτό είναι πολύ σοβαρό πρόβλημα, διότι, όπως τονίζει το δημοσίευμα, τα κέντρα δεδομένων ξεπερνούν γρήγορα το ηλεκτρικό δίκτυο, ενώ διατηρούν σε λειτουργία «βρόμικες» πηγές ενέργειας, όπως τα εργοστάσια άνθρακα.

 

Επιπλεόν, οι εταιρείες τεχνολογίας έχουν εδώ και πολλά χρόνια εξασφαλίσει μειωμένες τιμές στις τεράστιες καταναλώσεις ενέργειες που έχουν, όπερ σημαίνει, ότι οι φορολογούμενοι επιδοτούν σήμερα και την αδήλωτη χρήση ενέργειας των κέντρων δεδομένων της τεχνητής νοημοσύνης.

 

Εκτός από την ενέργεια, οι εγκαταστάσεις αυτές απορροφούν σημαντικές ποσότητες νερού για την ψύξη των διακομιστών τους και συχνά βρίσκονται σε μέρη όπου η γη είναι φθηνή, όπως οι έρημοι.

 

Μόνο λίγοι φορείς εκμετάλλευσης αναφέρουν τη χρήση νερού, παρόλο που το ένα πέμπτο των διακομιστών αντλεί νερό «από μέτρια έως πολύ επιβαρυμένες λεκάνες απορροής».

 

Ένα έγγραφο εκτιμά ότι σε παγκόσμιο επίπεδο, η ζήτηση νερού για τα κέντρα δεδομένων θα μπορούσε να είναι η μισή από αυτή του Ηνωμένου Βασιλείου μέσα στα επόμενα χρόνια.

 

Ωστόσο, ακόμη και καθώς τα ερωτήματα σχετικά με τον αντίκτυπο των κέντρων δεδομένων στο κοινό αυξάνονται, οι εταιρείες επεκτείνουν τους περιορισμούς σχετικά με το τι μοιράζονται για τις δραστηριότητές τους.

 

Σε γραπτή απάντηση στο Jacobin, εκπρόσωπος της Google αναφέρει ότι από τότε που εισήγαγε τη «δημιουργική τεχνητή νοημοσύνη» στην μηχανή αναζήτησής της, το σχετικό κόστος των μηχανών μειώθηκε κατά 80%.

 

Λένε ότι με βάση τα εσωτερικά δεδομένα, η ανάλυση του De Vries είναι «υπερεκτίμηση και τα συστήματά μας είναι πολύ πιο αποτελεσματικά».

 

Ωστόσο, αρνήθηκαν να παράσχουν περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με τη χρήση ενέργειας, εκτός από το να σημειώσουν ότι η πρόβλεψη της μελλοντικής αύξησης της κατανάλωσης ενέργειας και των εκπομπών από τα κέντρα δεδομένων τεχνητής νοημοσύνης είναι δύσκολη.

 

«Στην πραγματικότητα βλέπουμε όλο και λιγότερες αποκαλύψεις», λέει ο De Vries, καθώς οι εταιρείες ισχυρίζονται ότι οι πληροφορίες σχετικά με τα μοντέλα βλάπτουν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα.

 

«Όσον αφορά τη διαφάνεια, στην πραγματικότητα πηγαίνουμε προς τα πίσω».

Ενεργοβόρες «φάρμες» δεδομένων σε βάρος των νοικοκυριών

 

Τον περασμένο Δεκέμβριο, Stephen Ward ανέβηκε στο βήμα μιας δημόσιας ακρόασης στην κομητεία Prince William της Βιρτζίνια, καθώς οι αρχές εξέταζαν την έγκριση ενός από τα μεγαλύτερα έργα κέντρων δεδομένων στον κόσμο.

 

Στη δεκαετία του 1970, ο Ward ήταν οικονομολόγος στην Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος, όπου συμβούλευε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής σχετικά με τους κανονισμούς για τα επικίνδυνα απόβλητα, προτού γίνει επικεφαλής επενδύσεων της Charles Schwab Investment Management στη δεκαετία του 1990.

 

Η εταιρεία PWC Digital Gateway θέλει να εγκαταστήσει μια «φάρμα» 37 νέων κέντρων δεδομένων στην αγροτική περιοχή, χτίζοντας σε περισσότερα από δύο χιλιάδες στρέμματα γης.

 

Αυτές οι τεράστιες αποθήκες περιέχουν δεκάδες χιλιάδες διακομιστές, οι οποίοι συνήθως στοιβάζονται σε πανύψηλα κάθετα ράφια.

 

Όταν συνομιλούμε με ένα ρομπότ που δημιουργείται από τεχνητή νοημοσύνη για ένα πακέτο που χάθηκε, το ερώτημά μας αποστέλλεται σε έναν από αυτούς τους διακομιστές, οι οποίοι το επεξεργάζονται μέσω ενός προγράμματος υπολογιστή που λαμβάνει αποφάσεις παρόμοιες με τον ανθρώπινο εγκέφαλο.

 

Αυτό το λεγόμενο νευρωνικό δίκτυο εκπαιδεύεται σε ένα μεγάλο γλωσσικό μοντέλο προτού στείλει την παραγόμενη απάντηση πίσω στη συσκευή μας.

 

Η διαδικασία αυτή απαιτεί σταθερή, εικοσιτετράωρη τροφοδοσία, γεγονός που καθιστά πιο δύσκολη τη διαχείριση του φορτίου από τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας.

 

Σημαίνει επίσης ότι οι εγκαταστάσεις αυτές χρειάζονται ηλεκτρικό εξοπλισμό υψηλής χωρητικότητας, όπως μετασχηματιστές και συχνά νέους υποσταθμούς για τη σύνδεση με τις γραμμές μεταφοράς.

 

Όλη αυτή η ισχύς παράγει πολλή θερμότητα, οπότε στους διαδρόμους του κέντρου υπάρχουν διάσπαρτοι διάφοροι πολύπλοκοι εναλλάκτες θερμότητας και συστήματα ψύξης.

 

Καθώς όμως όλο και περισσότερες «φάρμες» διακομιστών δημιουργούνται, η μεγαλύτερη ηλεκτρική εταιρεία κοινής ωφέλειας της πολιτείας, η Dominion Energy, προσπαθεί να ικανοποιήσει τις τεράστιες και αδηφάγες ανάγκες.

 

Η μέγιστη ενεργειακή χρήση της βιομηχανίας το 2022 ήταν σχεδόν 2,8 γιγαβάτ, δηλαδή περίπου το ένα πέμπτο των συνολικών πωλήσεων της εταιρείας σε ολόκληρη την πολιτεία.

 

Την ίδια χρονιά, η Dominion είπε στους πελάτες της στην κομητεία Loudoun ότι δεν μπορούσε πλέον να εγγυηθεί ότι θα παρέδιδε τόση ενέργεια όση χρειάζονταν.

 

Έτσι, οι εταιρείες δεδομένων άρχισαν να εξετάζουν μέρη όπως η Αϊόβα, η Τζόρτζια και η κοντινή κομητεία Prince William, όπως ακριβώς μετακινούνται οι ακρίδες αφού έχουν εξαφανίσει μια καλλιέργεια.

 

Οι ειδικοί ανησυχούν επισημαίνοντας, ότι μόνο η «φάρμα» της Digital Gateway θα απαιτήσει τουλάχιστον τρία γιγαβάτ ηλεκτρικής ενέργειας, ή το ισοδύναμο της ζήτησης ηλεκτροδότησης 750.000 σπιτιών.

 

«Από πού θα προέλθει αυτή η ενέργεια;» ρώτησε ο Ward τις αρχές.

 

Έλα ντε.

Με τα λεφτά των πολλών

 

Είναι ένα ερώτημα που θέτει και η PJM Interconnection, ο περιφερειακός οργανισμός μεταφοράς που εκτείνεται σε δεκατρείς πολιτείες και την Περιφέρεια της Κολούμπια.

 

Ο οργανισμός, ο οποίος συντονίζει τη διακίνηση χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας σε τμήματα των ανατολικών Ηνωμένων Πολιτειών, ενέκρινε πρόσφατα μια σειρά έργων μεταφοράς ύψους 5,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων, κυρίως για την παροχή περισσότερης ενέργειας στα κέντρα δεδομένων της Βιρτζίνια.

 

Το πρόβλημα είναι ότι το κόστος αυτό θα κατανεμηθεί στις διάφορες πολιτείες εντός του δικτύου, λέει ο David Lapp, της Maryland People’s Counsel, ένας φορέας που υπερασπίζεται τους οικιακούς καταναλωτές του Μέριλαντ.

 

Αν και οι αναβαθμίσεις ωφελούν κυρίως τις ιδιωτικές εταιρείες στη Βιρτζίνια, θα οδηγήσουν σε αυξήσεις των τιμών για τα απλά νοικοκυριά του Μέριλαντ, μια κίνηση που ο Lapp χαρακτηρίζει «θεμελιωδώς άδικη».

 

Αυτό είναι ένα συνηθισμένο σενάριο.

 

Στην Ιντιάνα, για παράδειγμα, οι ρυθμιστικές αρχές κοινής ωφέλειας ενέκριναν πρόσφατα μια νέα πανεπιστημιούπολη κέντρου δεδομένων αξίας 800 εκατομμυρίων δολαρίων με την Meta Platforms, Inc. στην οποία ανήκουν το Facebook και άλλες υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης.

 

Η μυστική διαπραγματευθείσα τιμή για την ενέργεια της εγκατάστασης έχει αποσιωπηθεί από τις δημόσιες αναφορές, αλλά αυτό που συμπεριλήφθηκε ήταν ότι η υποδομή που απαιτείται για τη σύνδεση της εγκατάστασης με το δίκτυο θα κοστίσει 82 εκατομμύρια δολάρια.

 

Το Γραφείο του Συμβούλου Καταναλωτών Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας επέτρεψε στην εγκατάσταση να μεταφέρει το κόστος αυτό στους φορολογούμενους, υποστηρίζοντας ότι θα έφερνε επενδύσεις κεφαλαίων στην περιοχή.

 

Τα κέντρα δεδομένων, ωστόσο, δεν δημιουργούν πολλές τοπικές θέσεις εργασίας.

 

Παρ’ όλα αυτά, η εγκατάσταση της Ιντιάνα θα επιδοτηθεί διπλά, καθώς λαμβάνει επίσης τριακονταπενταετή απαλλαγή από τον φόρο επί των πωλήσεων από την πολιτεία.

 

Ακριβώς όπως οι εταιρείες ενυπόθηκων δανείων κερδίζουν χρήματα από τους τόκους, δίνοντάς τους κίνητρο να πουλήσουν περισσότερα ενυπόθηκα δάνεια, οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας κερδίζουν χρήματα από τις δαπάνες για υποδομές.

 

Αυτό συμβαίνει επειδή οι κανονισμοί επιτρέπουν στις εταιρείες αυτές να έχουν απόδοση των επενδύσεών τους σε αναβαθμίσεις όπως οι νέες γραμμές μεταφοράς.

 

Οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, με άλλα λόγια, επωφελούνται επίσης από την ανάθεση του κόστους των κέντρων δεδομένων στο δημόσιο.

 

«Είναι πολύ αντιφατικό», λέει ο Lapp, ότι οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας «βγάζουν χρήματα ξοδεύοντας τα χρήματα των άλλων».

Ασύδοτοι

 

Η ρύθμιση αυτή στέλνει λάθος μήνυμα τιμών στον κλάδο, υποστηρίζει ο Lapp. Αν οι εταιρείες τεχνολογίας πλήρωναν το πλήρες κόστος για την ενεργειακή τους υποδομή, θα είχαν κίνητρο να βρουν τρόπους να χρησιμοποιούν λιγότερη ενέργεια.

 

Αντ’ αυτού, πολλές πηγαίνουν προς τη λάθος κατεύθυνση: παρά τους στόχους της να απαλλαγεί από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έως το 2030, οι εκπομπές της Microsoft αυξήθηκαν κατά 30% το 2023, χάρη στις πρόσφατες επενδύσεις της στην τεχνητή νοημοσύνη.

 

Συνολικά, μια νέα έκθεση του Ερευνητικού Ινστιτούτου Ηλεκτρικής Ενέργειας διαπίστωσε ότι η ΤΝ θα μπορούσε να περιλαμβάνει περίπου το 9% της συνολικής ζήτησης ενέργειας της χώρας μέχρι το τέλος της δεκαετίας.

 

Άλλες εκτιμήσεις δείχνουν ότι η παγκόσμια ενεργειακή ζήτηση των κέντρων δεδομένων θα μπορούσε να διπλασιαστεί έως το 2026, ενώ ορισμένες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, όπως αυτές στην Αριζόνα και την Ουάσινγκτον, μπορεί να δουν αύξηση του φορτίου έως και 10%.

 

Αυτή η ακόρεστη δίψα για ενέργεια επιβραδύνει τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια. Όταν ο ιδιοκτήτης δύο σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα στο Μέριλαντ κατέθεσε πέρυσι σχέδια κλεισίματος, η PJM τους ζήτησε να συνεχίσουν να λειτουργούν τουλάχιστον μέχρι το 2028 για να διασφαλιστεί η αξιοπιστία του δικτύου.

Τροφοδότης της βρόμικης ενέργειας

 

Στο μεταξύ, η τεχνητή νοημοσύνη χρησιμοποιείται και για την ενεργή αύξηση της παραγωγής ορυκτών καυσίμων.

 

Η Shell, για παράδειγμα, έχει αναπτύξει την τεχνητή νοημοσύνη για την εύρεση και παραγωγή πετρελαίου σε μεγάλα θαλάσσια βάθη.

 

«Η αλήθεια είναι ότι αυτά τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης συμβάλλουν σημαντικά στην κλιματική αλλαγή, τόσο με άμεσο όσο και με έμμεσο τρόπο», λέει ο Tom McBrien, σύμβουλος του Electronic Privacy Information Center, ενός παρατηρητή ψηφιακής πολιτικής.

 

Ακόμη και πριν από την ενσωμάτωση της ΤΝ της Google αυτή την άνοιξη, η ψηφιακή δραστηριότητα του μέσου χρήστη του διαδικτύου παρήγαγε 229 κιλά διοξειδίου του άνθρακα ετησίως.

 

Αυτό σημαίνει ότι η τρέχουσα χρήση του διαδικτύου στον κόσμο αντιπροσωπεύει ήδη περίπου το 40% του κατά κεφαλήν προϋπολογισμού διοξειδίου του άνθρακα που απαιτείται για να διατηρηθεί η υπερθέρμανση του πλανήτη κάτω από τον 1,5 βαθμό Κελσίου.

Τα λόμπτη της ΤΝ

 

Όμως, ελλείψει κυβερνητικής παρακολούθησης και ρύθμισης, ο κλάδος συνεχίζει να αυξάνεται ανεξέλεγκτα.

 

Για την απρόσκοπτη συνέχιση αυτής της πολιτικής, «επιστρατεύονται» τα λόμπι.

 

Επικαλούμενο σχετικές πηγές το δημοσίευμα αναφέρει, ότι ο αριθμός των λομπίστες σε θέματα τεχνητής νοημοσύνης θα αυξανόταν κατακόρυφα το 2023, σημειώνοντας αύξηση κατά 120%.

 

Η συντριπτική πλειονότητα δουλεύει για μεγαθήρια όπως η Microsoft, ενώ η Amazon προσέλαβε επιπλέον 35 λομπίστες.

 

Πέρυσι, η Amazon, η μητρική εταιρεία Alphabet της Google, η Meta και η Microsoft ξόδεψαν η καθεμία περισσότερα από 10 εκατομμύρια δολάρια σε λόμπι για διάφορα συμφέροντα.

 

«Καθώς οι ομοσπονδιακοί οργανισμοί προχωρούν στην ανάπτυξη προστατευτικών γραμμών για τις τεχνολογίες ΤΝ, οι ενδιαφερόμενοι φορείς θα βασίζονται πιθανότατα ακόμη περισσότερο στους λομπίστες τους για να διαμορφώσουν τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνεται η πολιτική ΤΝ», έγραψαν οι συντάκτες του Public Citizen.

 

Αποπροσανατολίζοντας την κοινή γνώμη

 

Μέχρι στιγμής, μεγάλο μέρος της συζήτησης γύρω από τους κινδύνους της τεχνητής νοημοσύνης έχει επικεντρωθεί σε υπερβολικά σενάρια βγαλμένα από την επιστημονική φαντασία, όπως τα chatbots που αναπτύσσουν συναισθηματική ικανότητα ή τεχνητή γενική νοημοσύνη.

 

Η βιομηχανία αρέσκεται να επικεντρώνεται ο κόσμος σε αυτές τις ανησυχίες επειδή οι δραματικές μελλοντικές βλάβες αποσπούν την προσοχή από τις πραγματικές τρέχουσες επιχειρηματικές πρακτικές της.

 

Εταιρείες όπως η Amazon χρησιμοποιούν εδώ και χρόνια την επιρροή τους για να απαιτούν ειδική μεταχείριση από τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, όπως το να μεταφέρουν το κόστος των 170 εκατομμυρίων δολαρίων για την υπογειποίηση των γραμμών μεταφοράς ενέργειας που σχετίζονται με ένα κέντρο δεδομένων στη Βιρτζίνια, στους φορολογούμενους.

 

Η εταιρεία διαπραγματεύτηκε επίσης πρόσφατα μια συμφωνία με την επιτροπή δημόσιων υπηρεσιών κοινής ωφέλειας του Οχάιο για μειωμένη τιμή για την τεράστια ποσότητα ενέργειας που θα χρησιμοποιούν τα κέντρα δεδομένων τους για τα επόμενα δέκα χρόνια.

 

Συνολικά, οι αναλυτές της Goldman Sachs διαπίστωσαν ότι οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας των ΗΠΑ θα πρέπει να επενδύσουν 50 δισεκατομμύρια δολάρια για να υποστηρίξουν τη νέα παραγωγή ενέργειας για τα κέντρα δεδομένων, με πιθανό αποτέλεσμα μεγάλες αυξήσεις τιμών για τους καταναλωτές.

 

Φυσικά, όπως κάθε τεχνολογία, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο με καλό όσο και με κακό τρόπο. Η Microsoft, για παράδειγμα, ισχυρίζεται ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει στην ανακάλυψη και την ανάπτυξη λύσεων για το κλίμα, όπως η αποτελεσματικότερη παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας και η ανάπτυξη νέων υλικών για τη δέσμευση άνθρακα.

 

Η Microsoft συνεργάζεται επίσης με την Google για να συγκεντρώσει τη ζήτησή τους για ανανεώσιμη ενέργεια, ενώ η Google έχει δεσμευτεί για καθαρές μηδενικές εκπομπές σε όλες τις δραστηριότητές της μέχρι το 2030.

 

Ωστόσο, ο τεράστιος όγκος ενέργειας που απαιτείται για την τεχνολογική βιομηχανία καθυστερεί ταυτόχρονα παρόμοιες κρατικές δεσμεύσεις για τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια.

 

Στο Μίσιγκαν, για παράδειγμα, το οποίο ψήφισε πέρυσι μια πρωτοποριακή νομοθεσία για το κλίμα, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι τα κέντρα δεδομένων θα εμποδίσουν την πολιτεία να επιτύχει τον στόχο της για ενέργεια χωρίς άνθρακα έως το 2040.

Νεοαποικιοκρατία και ΤΝ

 

Καθώς τα κράτη αρχίζουν να επανεξετάζουν την κατασκευή κέντρων δεδομένων, οι αρνητικές συνέπειες της Τεχνητής Νοημοσύνης ωθούνται όλο και περισσότερο σε χώρες του Παγκόσμιου Νότου, όπου οι εταιρείες μπορούν να εκμεταλλευτούν χαμηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και νερού.

 

«Είναι δύσκολο να υπολογίσουμε τις φυσικές βλάβες της ΤΝ», λέει ο Μπράιαν Τσεν, διευθυντής πολιτικής στη μη κερδοσκοπική οργάνωση Data & Society, επειδή «οι εταιρείες τεχνολογίας αόρατα αποσιωπούν τις συνέπειες αυτών των συστημάτων, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν χρειάζεται να το σκεφτούν».

 

Η Λατινική Αμερική, για παράδειγμα, βλέπει τώρα μια αύξηση στην ανάπτυξη κέντρων δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της πόλης του Μεξικού που πλήττεται από την ξηρασία, η οποία πλησιάζει προς μια μέρα στο εγγύς μέλλον που οι βρύσες της θα στερέψουν.

 

«Πρέπει επίσης να αναρωτηθούμε ποιος υποφέρει δυσανάλογα», δήλωσε ο Boxi Wu, μεταπτυχιακός ερευνητής στο Ινστιτούτο Διαδικτύου της Οξφόρδης.

 

Λένε ότι αυτός ο έλεγχος πρέπει να περιλαμβάνει μια ανάλυση ολόκληρης της αλυσίδας εφοδιασμού της ΤΝ, συμπεριλαμβανομένων των ορυκτών σπάνιων γαιών που απαιτεί η υποδομή της και των ηλεκτρονικών αποβλήτων που παράγονται από την ταχέως εξελισσόμενη τεχνολογία των τσιπ.

 

Ο Wu δημοσίευσε πρόσφατα μια εργασία που τονίζει πώς οι παγκόσμιες οικονομικές και πολιτικές ισορροπίες ισχύος στην παραγωγή ΤΝ συνδέονται με αποικιοκρατικές δυναμικές του παρελθόντος – όπως το πώς η εκμετάλλευση και η εξόρυξη ορυκτών πλούσιων σε ρύπανση τείνει να γίνεται σε μέρη όπως η Κίνα, η Αφρική και η Λατινική Αμερική, ενώ τα τελικά προϊόντα απολαμβάνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη.

 

Κανείς δεν θέλει να σκέφτεται ότι οι διαδικτυακές του συνήθειες είναι σαν να κλέβει το πόσιμο νερό κάποιου άλλου.

 

Κοιτάζοντας τον μηνιαίο λογαριασμό ρεύματος, η σύνδεση μεταξύ της τελευταίας ανακοίνωσης της Apple για την τεχνητή νοημοσύνη και των αυξήσεων στην τιμή του ρεύματος για τα νοικοκυριά δεν είναι απαραίτητα προφανής.

 

Και οι εταιρείες τεχνολογίας ξοδεύουν επί του παρόντος πολλά χρήματα για να κάνουν πιο δύσκολο να πούμε ότι αυτό συμβαίνει.

 

Αλλά είναι δύσκολο να κρυφτεί η αίσθηση, ότι τα οφέλη της Τεχνητής Νοημοσύνης συγκεντρώνονται από έναν μικρό αριθμό ισχυρών εταιρειών, ενώ οι φυσικές βλάβες βαρύνουν όλο τον υπόλοιπο κόσμο.

 

Πάντως, όλο αυτό είναι γνωστό και ως καπιταλισμός…

 

 

 

 

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη