Γιάννης Τσεκούρας
Το τελευταίο διάστημα βλέπουμε ολοένα και περισσότερα δημοσιεύματα σε ελληνικά ΜΜΕ σχετικά με το «Staycation», έναν όρο που δεν είναι καινούργιος, αλλά επανέρχεται κάθε λίγο και λιγάκι.
Πρόκειται για μια σύνθετη λέξη, αποτελούμενη από το ρήμα stay (μένω) και το β’ συνθετικό της λέξης va-cation.
Σύμφωνα με το λεξικό του Cambridge, πρόκειται για «διακοπές που κάνετε στο σπίτι σας ή κοντά στο σπίτι σας αντί να ταξιδέψετε σε άλλο μέρος». Το λεξικό Merriam-Webster είναι από την άλλη λακωνικό: «διακοπές στο σπίτι ή σε κοντινή απόσταση».
Ο όρος έχει και σελίδα στη Wikipedia. Εκεί διαβάζουμε πως πρόκειται για μια περίοδο «κατά την οποία ένα άτομο ή μια οικογένεια μένει στο σπίτι του και συμμετέχει σε δραστηριότητες αναψυχής σε απόσταση μιας ημέρας από το σπίτι του και δεν απαιτεί διανυκτέρευση. Στα βρετανικά αγγλικά, ο όρος αναφέρεται όλο και περισσότερο στον εγχώριο τουρισμό: διακοπές στη χώρα, σε αντίθεση με ταξίδια στο εξωτερικό».
Επίσης, «οι συνήθεις δραστηριότητες ενός staycation περιλαμβάνουν τη χρήση της πισίνας, επισκέψεις σε τοπικά πάρκα και μουσεία, και συμμετοχή σε τοπικά φεστιβάλ και πάρκα αναψυχής».
Σύμφωνα με διάφορα δημοσιεύματα που κυκλοφορούν σχετικά με το θέμα, υποτίθεται πως πρέπει κανείς να φέρει τις διακοπές…στο σπίτι του, με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.
Εφόσον δηλαδή μείνει κανείς σπίτι, προτείνεται να προχωρήσει σε ορισμένες αλλαγές στο χώρο, έτσι ώστε να διαφέρει από το συνηθισμένο «σπίτι», ή να αξιοποιήσει την βεράντα ή -αν έχει- τον κήπο.
Άλλες προτάσεις περιλαμβάνουν την επίσκεψη σε περιοχές της πόλης που προηγουμένως δεν είχες επισκεφθεί, ή την έναρξη μιας νέας δραστηριότητας. Last but not least, προτείνεται επίσης η απόλαυση «μικρών πολυτελειών», όπως ένα ρόφημα.
Σχετικά με τα θετικά που υποστηρίζουν ορισμένοι ότι έχει το Staycation, υποτίθεται πως περιορίζει το άγχος που σχετίζεται με την οργάνωση ενός ταξιδιού, ενισχύει την τοπική οικονομία, μας κάνει να ανακαλύπτουμε νέα μέρη στην περιοχή μας και επίσης δίνει τη δυνατότητα πραγματοποίησης δραστηριοτήτων όπως η άθληση σε κάποιο πάρκο, η οποία προηγουμένως ήταν αδύνατη λόγω φορτωμένου προγράμματος. Όλα καλά μέχρι εδώ, ωστόσο ίσως δεν πρόκειται απλά για ένα νέο trend…
Staycation: Πώς προήλθε ο όρος
Σύμφωνα με το Merriam – Webster, η πρώτη χρήση του όρου εντοπίζεται στο μακρινό 1944, στο Cincinnati Enquirer. Εμφανιζόταν δίπλα σε μια ολοσέλιδη διαφήμιση μπύρας, όπου αναγραφόταν το εξής, δίπλα σε άλλες προτάσεις για το καλοκαίρι: «Take a Stay-cation instead of a Va-cation, this year».
Ο όρος χρησιμοποιήθηκε ευρέως το 2008 στις ΗΠΑ, όταν οι τιμές της βενζίνης βρίσκονταν στα ύψη, ως μια πρόταση εξοικονόμησης χρημάτων.
Η πρακτική αυτή επανήλθε στο προσκήνιο μετά το ξέσπασα της πανδημίας, όταν εκατομμύρια άνθρωποι κλείστηκαν σπίτια τους. Όπως καταλαβαίνουμε, επρόκειτο για εξαιρετικές συνθήκες.
Και κάπου εδώ αρχίζει να στραβώνει το πράγμα…
Staycation: Το «μένουμε σπίτι» σε νέες περιπέτειες
Πρέπει στο σημείο αυτό να δούμε το συγκεκριμένο «trend» σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες συνθήκες. Δεν ξέρω ποιος σκέφτηκε πως είναι καλή ιδέα να προτείνουμε σε κάποιον να μείνει σπίτι για να κάνει διακοπές, όταν στην πραγματικότητα δεν έχει και άλλη επιλογή, ενώ την ίδια ώρα γνωρίζουμε τα οφέλη που έχουν για τους ανθρώπους οι πραγματικές διακοπές, όταν ζει σε συνθήκες μόνιμου άγχους.
Μπορούμε επίσης να αντιστρέψουμε ορισμένα από τα «θετικά» που υποτίθεται πως έχει αυτή η πρακτική: το γεγονός ότι δεν μπορεί κανείς να απολαύσει μια βόλτα στο πάρκο επειδή δεν προλαβαίνει, είναι ενδεικτικό των έντονων και υψηλών ρυθμών ζωής, ειδικά στις μεγάλες πόλεις. Προσθέστε και τη νομοθέτηση της «έκτακτης» εξαήμερης εργασίας (μη τυχόν και μας μαλώσει η κυβέρνηση)…
Δεν έχει άλλωστε πολλές μέρες που δημοσιεύθηκε η έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), σύμφωνα με την οποία λόγω αυξημένου κόστους σε εισιτήρια και διαμονή, μόλις 1 στους 2 Έλληνες θα κάνουν διακοπές.
Ενδεικτικά:
Το 71% (έναντι 75% το 2023) του κοινού δηλώνει ότι έχει ακυρώσει δαπάνες διασκέδασης όπως είναι η εστίαση, οι διακοπές, τα ταξίδια κ.α.
Το 55% (έναντι 54% το 2023) δηλώνει ότι έχει μειώσει συνολικά τις αγορές σε είδη τροφίμων και είδη παντοπωλείου.
Το 49% (έναντι 48% το 2023) του κοινού δηλώνει ότι έχει αναβάλει εργασίες συντήρησης και επισκευής, π.χ. στο σπίτι ή στο αυτοκίνητο.
Το 42% (έναντι 49% το 2023) δηλώνει ότι έχει αλλάξει μάρκα-επωνυμία προϊόντος.
Το 27% δηλώνει ότι έχει χρησιμοποιήσει χρήματα από τις αποταμιεύσεις του προκειμένου να καλύψει τις αγορές του.
Το 27% (έναντι 32% το 2024) έχει αναβάλει την πληρωμή λογαριασμών ή έχει προχωρήσει σε στάση πληρωμής των υποχρεώσεων του.
Το 16% (έναντι 17% το 2024) δηλώνει ότι έχει αυξήσει τον χρόνο εργασίας ή έχει βρει δεύτερη εργασία προκειμένου να αυξήσει το εισόδημα του.
Μόλις 3% του κοινού δηλώνουν ότι δεν έχουν λάβει κανένα απολύτως μέτρο για την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων.
Στα παραπάνω μπορούμε να προσθέσουμε πως οι εργαζόμενοι ηλικίας 20-64 ετών στη χώρα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat για το έτος 2023, εργάζονται στην κύρια εργασία τους κατά μέσο όρο 39,8 ώρες την εβδομάδα, το οποίο τους κατατάσσει στην κορυφή της λίστας.
Επομένως, μάλλον δεν βρίσκεται στην διακριτική ευχέρεια των πολιτών εάν θα κάνουν διακοπές ή όχι, όσο «πιασάρικα» κι αν θέλουμε να πουλήσουμε διάφορες «συμβουλές» και «trends». Η πραγματικότητα βλέπετε…
Προσαρμογή ή «θάνατος»;
Η πρόταση για «διακοπές» στο σπίτι, η οποία στην ουσία αποτυπώνει την σκληρή οικονομική πραγματικότητα με την οποία είναι αντιμέτωπο ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, απουσία επιλογών, μπορεί να ενταχθεί σε μια γενικότερη τακτική των ίδιων των κυβερνήσεων, αυτή της επιμονής στην «προσαρμογή», η οποία έχει τόσο θετική όσο και αρνητική πλευρά.
Αντί να λύνουμε δηλαδή το πρόβλημα, ζητάμε από τον κόσμο να προσαρμοστεί, ακόμη και να «βάλει πλάτη». Ποιος ξεχνά άλλωστε την δήλωση του Στέλιου Πέτσα, τον Σεπτέμβριο του 2022, όταν αναφερόμενος στους πολίτες που άλλαξαν τους καυστήρες τους ώστε να καίνε φυσικό αέριο, αλλά ήρθαν αντιμέτωποι με υψηλές τιμές, δήλωσε πως «το βασικό ζητούμενο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να δείχνουμε προσαρμογή. Όποιος αρνείται να προσαρμοστεί, δυστυχώς πεθαίνει».
Δεν πρόκειται βέβαια για ελληνική ιδιαιτερότητα. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε καλούσε παλαιότερα τους Γερμανούς να βάλουν ένα δεύτερο πουλόβερ, για να μην παγώσουν, και να έχουν μερικά κεριά ή φακό στο σπίτι, σε περίπτωση μπλακάουτ. Ο Μακρόν, ζητούσε από τους Γάλλους «οικονομία στο νερό».
Δεν ισχυρίζομαι πως όσοι προτείνουν το «Staycation», υπερασπίζονται συνειδητά την τακτική των κυβερνήσεων να επιμένουν πως σχεδόν για όλα τα προβλήματα η ευθύνη είναι ατομική και πως πρέπει διαρκώς να προσαρμοζόμαστε, πράγμα που μπορεί να σημαίνει κάμψη των όποιων αντιστάσεων, αφού η προσοχή δεν επικεντρώνεται στη λύση του προβλήματος αλλά στον τρόπο με τον οποίο θα το υπομένουμε.
Γιατί πράγματι, όταν δεν υπάρχει η δυνατότητα για διακοπές, χρειάζεται κανείς να βρει τρόπους να χαλαρώσει, έστω και στο σπίτι του. Ωστόσο, μήπως είναι προτιμότερο να διεκδικήσουμε συλλογικά, π.χ αύξηση μισθών και έλεγχο των μονοπωλίων;
Αν όχι, μπορούμε να βάλουμε τα σεντόνια στην κατάψυξη πριν κοιμηθούμε για να είναι δροσερά και να πάμε παρακάτω…