Φωτεινή Λαμπρίδη / Η Καρυστιανού, ο Φοίβος και η κάθαρση που μισούν οι δηλητηριώδεις επικριτές τους


Φωτεινή Λαμπρίδη

 

Έγκλημα και Αδικία, Τιμωρία και τέλος η Κάθαρση. Αυτός είναι ο άξονας της αρχαίας τραγωδίας. Στον ορισμό «περί Τραγωδίας» ο Αριστοτέλης τονίζει: την «δι΄ ελέου και φόβου των τοιούτων παθημάτων “Κάθαρσιν”».

 

Για την κάθαρση αυτή παλεύουν οι οικογένειες των θυμάτων των Τεμπών έχοντας στο πλευρό τους μια μεγάλη πλειοψηφία πολιτών ανεξάρτητα από τις επιλογές που έκαναν στην κάλπη. Οι μόνοι που έχουν χάσει κάθε ίχνος αξιοπρέπειας στην προσπάθεια τους να λοιδορήσουν τον αγώνα των οικογενειών και των αλληλέγγυων καλλιτεχνών, είναι οι ένθερμοι φίλοι της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

 

Κι επιστρατεύουν κάθε μέσο. Από έναν αδίστακτο σεξισμό απέναντι στην Μαρία Καρυστιανού, που δεν θρηνεί όπως εκείνοι θα ήθελαν, έως λιβελογραφήματα για το τραγούδι του Φοίβου Δεληβοριά, ένα μοιρολόι που κυριολεκτικά γλίστρησε από στόμα σε στόμα κι από σπίτι σε σπίτι, επιτελώντας τον σκοπό του που ήταν να εκφράσει την οδύνη, τον αγώνα και την ελπίδα για δικαίωση των συγγενών, οι οποίοι παλεύουν για όλες και όλους μας.

 

Ο πόνος κατά τον Γρηγόρη Ψαριανό «..δεν κάνει καριέρα, δεν σερβίρεται στον μπουφέ, δεν χτενίζεται, δεν βάφεται, δεν χορεύει, δεν βγάζει λόγους, δεν κάνει πασαρέλα, ούτε λεφτά τσεπώνει, ούτε βίζιτες εις τας Ευρώπας…».

 

Αν συνεχίσουμε να μιλάμε με όρους αρχαίας τραγωδίας, θα λέγαμε πως είναι ο ορισμός της ύβρεως τα λόγια του, αλλά ευτυχώς η αλληλεγγύη στον αγώνα αυτής της γυναίκας και των υπόλοιπων οικογενειών, κάνει αόρατη τη δυσοσμία των λέξεων των μάτσο δημοσιολογούντων, οι οποίοι εισπράττουν τα χειροκροτήματα από τους ομοίους που υπερθεματίζουν βρίζοντας ακόμα πιο αισχρά μία γυναίκα που πενθεί. Αλλά δυστυχώς γι’ αυτούς, πενθεί περήφανα, παλεύοντας πεισματικά να τιμωρηθούν οι φονιάδες του παιδιού της. Δεν τους πρόσφερε τη χαρά, να αφήσει ήσυχα τ’ αφεντικά τους στη συγκάλυψη ώστε να την οικτίρουν μόνο και να την καρφώσουν στο εικονοστάσι της δικής τους Παναγίας, ενός γυναικείου αρχέτυπου που πνίγεται στη σιωπή, όπως κάθε «σωστή» γυναίκα της πατριαρχίας.

 

Μετά είναι κι εκείνοι που είχαν το τακτ να αφήσουν ήσυχες τις οικογένειες από τα πυρά τους, τα οποία έστρεψαν στον Φοίβο Δεληβοριά.

 

«Τραγούδια που δεν είναι τραγούδια, αλλά φτηνός (και κακόγουστος) λαϊκισμός που κάνει μπαμ από απόσταση. Φταίει, λέει, το κέρδος που έγινε το ατύχημα. Οι ίδιοι που τραγουδούσαν στο Σύνταγμα για το ΟΧΙ τον Ιούλιο του 2015 σε μια νέα παράσταση που βρωμάει βαριά μούχλα» γράφει ο αρθρογράφος της Καθημερινής και καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Τον οποίο παρεμπιπτόντως δεν έχει ενοχλήσει ποτέ ο ωμός πατριδοκάπηλος λαϊκισμός της κυβέρνησης, τα σκάνδαλα επί των ημερών της και το γεγονός ότι διεθνείς θεσμοί μιλούν για σοβαρό έλλειμα δημοκρατίας στα χρόνια διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ή μιας και μιλάμε για Δικαιοσύνη, το γεγονός ότι ο γιός του Ανώτατου Εισαγγελέα της χώρας ήταν διορισμένος μετακλητός υπάλληλος στο γραφείο του ελεγχόμενου πρώην υπουργού Κώστα Αχ. Καραμανλή, δεν μύριζε μούχλα στον κ. Καλύβα.

 

Ο δε συγγραφέας Χρήστος Χωμενίδης σε άρθρο του διερωτάται αν «Αποκλείεται ο καλλιτέχνης να εναρμονίζεται με το δημόσιο αίσθημα;» για να απαντήσει πως «Όχι βέβαια. Πρέπει όμως τότε να γίνεται εξαιρετικά προσεκτικός. Μην και εξελιχθεί σε φερέφωνο του “λαού”»! Ο συγγραφέας υποστηρίζει πως η τέχνη οφείλει να είναι υπαινικτική, αποσιωπώντας μεγάλα έργα των οποίων η αμεσότητα δεν απέκλεισε τη διαχρονικότητα τους. Όπως πολλά από τα τραγούδια του Θεοδωράκη που χθες αποθεώθηκαν στη συναυλία της Μποφίλιου στο Ηρώδειο. Πόσο υπαινικτικά να πει κανείς το «σκοτώσαν οι φασίστες το γελαστό παιδί» για να μην ενοχληθούν; Για να μη μιλήσουμε για την αμεσότητα των διαχρονικών ρεμπέτικων.

 

Αλλά ακόμα κι έτσι να το δούμε, ο Φοίβος έγραψε ένα μοιρολόι, το οποίο σήμερα γνωρίζουμε με ποια αφορμή γράφτηκε. Σε 100 χρόνια θα είναι δύσκολο να το διακρίνει ο ακροατής ακριβώς χάρη και στην υπαινικτική του διάσταση. Ούτε η λέξη Τέμπη δεν αναφέρεται, ούτε ονόματα και διευθύνσεις θυτών ή θυμάτων. Η ισορροπία ανάμεσα στον υπαινιγμό και την άμεση σύνδεση με το έγκλημα είναι μια ισορροπία χρυσή. Γι’ αυτό και συγκίνησε τόσο πολύ και τόσο πλατιά. Η συγκίνηση βέβαια και το κοινό αίσθημα είναι ο άλλος στόχος των πολέμιων της συναυλίας, λες κι ο καλλιτέχνης οφείλει να έχει την απόσταση δοκιμιογράφου.

 

Για να επιστρέψουμε όμως στο αίνιγμα της «κάθαρσης» του Αριστοτέλη, γι’αυτό έχουν δοθεί διάφορες ερμηνείες. Σύμφωνα με τον Δημ. Βερναρδάκη, φιλόλογο και δραματικό ποιητή, (1833-1970) «… ενίοτε ο ένοχος καθίστα εαυτόν δια θύματος ή εκαθαίρετο δι’ αγιασμών ή άλλων θρησκευτικών καθαρμών, άτινα πάντα είχον μόνον ένα σκοπόν την κάθαρσιν του φόνου και οιουδήποτε άλλου εγκλήματος ή αμαρτήματος». Δηλαδή ο ένοχος, παρουσίαζε τον εαυτό του σαν το δήθεν θύμα στημένης σκευωρίας και με κάθαρση και θρησκευτικούς εξαγνισμούς και άλλα πλάγια μέσα, προσπαθούσε να γλυτώσει από την τιμωρία της ποταπής πράξης του.

 

Αλλά ακόμα και του Σταγιρίτη την ερμηνεία να κρατήσουμε που έγραφε πως «…η τραγωδία δεν εξάπτει, όπως διατείνεται ο Πλάτων αλλά, αντίθετα, καθαίρει τα πάθη· ανεβάζει τον άνθρωπο σε ανώτερο επίπεδο συγκινήσεων και τον κάνει συνεπώς ηθικότερο και πνευματικότερο – δηλαδή περισσότερο Άνθρωπο», το συμπέρασμα είναι πως οι δηλητηριώδεις σχολιαστές, ούτε νύξη δεν θέλουν να γίνεται για μια κάθαρση που ακούγεται απειλητική για τα συμφέροντα των αρχόντων τους.

 

 

 

 

 

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη