Γιάννης Μυλόπουλος
Τρεις μέρες πριν την επέτειο του Πολυτεχνείου είχα μια αναπάντεχη πρόσκληση για συνέντευξη από την εκπομπή των Πορτοσάλτε – Αναστασοπούλου στην τηλεόραση του ΣΚΑΙ.
Αφορμή ήταν ο πρόσφατος εμπρησμός από κουκουλοφόρους του
κτιρίου διοίκησης του ΕΜΠ και γενικότερα όλα όσα συμβαίνουν σήμερα στα ελληνικά
πανεπιστήμια.
Η συζήτηση θα επικεντρώνονταν, όπως μου εξήγησαν πριν την
εκπομπή, στα επιπλέον αστυνομικά μέτρα και στα μέσα παρακολούθησης, όπως
κάμερες κλπ, που απαιτούνται προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της
ασφάλειας στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα.
Αποδέχτηκα την πρόταση, παρά το γεγονός ότι δεν είχα
καμία άγνοια του σχετικού κινδύνου.
Αλλά είναι τόσο λίγες οι ευκαιρίες να ακουστεί μια
διαφορετική άποψη τελευταία στα συστημικά ΜΜΕ που δεν έχουμε, σκέφτηκα, την
πολυτέλεια να επιλέγουμε το μέσον ή τον δημοσιογράφο, όποτε συμβαίνει να
δεχόμαστε πρόσκληση τηλεοπτικής παρουσίας.
Οι φόβοι επιβεβαιώθηκαν. Ο Πορτοσάλτε, μόλις ξεκίνησα να
παρουσιάζω την άποψή μου για τα δεινά των δημόσιων πανεπιστημίων, με έμφαση στη
συστηματική έλλειψη χρηματοδότησης και φροντίδας από την κυβέρνηση για τα
πραγματικά τους προβλήματα, με διέκοπτε συνεχώς, με ειρωνεύονταν και εντέλει
κατάφερε να με αποσυντονίσει, με αποτέλεσμα να μην ακουστούν όσα θα ήθελα να
έχω πει στην εκπομπή. Τα οποία δεν είναι η προσωπική μου μόνο άποψη, αλλά
απηχούν σε μεγάλο βαθμό την κυρίαρχη αντίληψη όλων όσοι ζούμε τον παλμό των
πανεπιστημίων για πολλά χρόνια.
Αυτά που θα ήθελα, λοιπόν, να με αφήσουν να έχω πει για
το συγκεκριμένο θέμα είναι τα εξής:
Όλοι οι
πανεπιστημιακοί αισθανόμαστε εξαιρετικά άβολα όταν το μόνο ζήτημα για το οποίο
επιλέγουν να μας καλούν στα κανάλια είναι τα κατά καιρούς επεισόδια ή ακόμη
χειρότερα τα εξαιρετικά σπάνια τρομοκρατικά κτυπήματα. Είναι σαν να σε καλούν
να μιλήσεις για τη χώρα σου στο εξωτερικό και να μη σε ρωτούν για τα πραγματικά
της οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα, αλλά για ένα πρόσφατο
μεμονωμένο έγκλημα…
Δεν είναι η
χαρακτηριστική εικόνα των ελληνικών πανεπιστημίων αυτή που, με την πρώτη
ευκαιρία που συμβαίνουν ακραία γεγονότα, παρουσιάζουν τα ΜΜΕ. Ούτε τόσο συχνά
είναι τα τρομοκρατικά χτυπήματα στα πανεπιστήμια, ούτε όμως και αυτά συμβαίνουν
μόνο και αποκλειστικά σε πανεπιστημιακούς χώρους. Παρόμοια ακραία φαινόμενα
συμβαίνουν σήμερα παντού, σε όλους τους μαζικούς χώρους και αποτελούν ένα
κοινωνικό και όχι ένα αποκλειστικά πανεπιστημιακό φαινόμενο.
Τα ελληνικά
δημόσια πανεπιστήμια αδικούνται κατάφωρα να παρουσιάζονται αποκλειστικά και
μόνο στα ΜΜΕ σαν παραγωγοί τρομοκρατικών φαινομένων. Τα πανεπιστήμιά μας είναι
ιδρύματα εκπαίδευσης και έρευνας υψηλού επιπέδου, που κατέχουν κορυφαίες θέσεις
στις διεθνείς αξιολογήσεις. Έχουν πολύ υψηλού επιπέδου ακαδημαϊκό προσωπικό και
αποφοίτους που διακρίνονται στα ξένα πανεπιστήμια όπου συνεχίζουν τις σπουδές
τους, όπως και στα διεθνή περιβάλλοντα που επιλέγουν να εργαστούν. Είναι
απορίας άξιο, λοιπόν, γιατί το θετικό έργο των δημόσιων πανεπιστημίων δεν
αναδεικνύεται από τα συστημικά ΜΜΕ, παρά μόνο προβάλλονται αρνητικά και καθαρά
αστυνομικού ενδιαφέροντος περιστατικά, που δεν έχουν σχέση με την
πανεπιστημιακή ζωή.
Τα ελληνικά
πανεπιστήμια έχουν πολύ σοβαρά προβλήματα να αντιμετωπίσουν για να συζητούν
κατά προτεραιότητα φαινόμενα που και συμβαίνουν σπάνια και τα οποία δεν έχουν
καμία σχέση με τα ίδια τα πανεπιστήμια. Το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η
τελευταία χώρα στην Ευρώπη ως προς τη δημόσια χρηματοδότηση της Παιδείας, με
τους Έλληνες φοιτητές να χρηματοδοτούνται με το ένα πέμπτο της μέσης δημόσιας
χρηματοδότησης που δέχονται οι ευρωπαίοι συνάδελφοί τους, έχει τη δική του
ξεχωριστή σημασία και δεν μπορεί να αγνοείται σε κάθε συζήτηση που αφορά στα
πανεπιστήμια. Δεν είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να μη συζητιούνται οι πτώσεις
φοιτητών από τα παράθυρα των αμφιθεάτρων επειδή δεν βρίσκουν θέση να καθίσουν,
οι πτώσεις ταβανιών στα εργαστήρια την ώρα του μαθήματος ή οι πτώσεις ασανσέρ
επειδή δεν υπάρχουν χρήματα για τη συντήρησή τους. Και να συζητιούνται κατά
κόρον τα εξαιρετικά σπάνια και μεμονωμένα τρομοκρατικά περιστατικά που είναι
αστυνομικού και όχι πανεπιστημιακού ενδιαφέροντος.
Τελευταία
παρακολουθούμε μια συστηματική προσπάθεια απαξίωσης των δημόσιων ιδρυμάτων,
προκειμένου να αναδειχθεί τεχνητά η ανάγκη για ιδιωτικά πανεπιστήμια. Συγχρόνως
γίνεται εργώδης προσπάθεια, είτε μέσα από τεχνητούς κόφτες, όπως η Ενιαία
Βαθμολογική Βάση, είτε με διαγραφές που καθυστερούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές
τους, τους οποίους τους βαφτίζουν… αιώνιους για να τους δυσφημίσουν,
προκειμένου να σταλεί έτοιμη «πελατεία» στα κολέγια και τα ιδιωτικά
πανεπιστήμια. Αλλά και προκειμένου, με τη μείωση του φοιτητικού πληθυσμού, να
παρουσιαστεί ότι αυξάνει τεχνητά ο δείκτης της δημόσιας χρηματοδότησης ανά
φοιτητή.
Τα πανεπιστήμια
χρειάζονται σήμερα για να επιβιώσουν και να αντιμετωπίσουν τις μεγάλες
προκλήσεις της εποχής, καθώς και για να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες
εκπαιδευτικές και ερευνητικές τους ανάγκες, δύο πράγματα: Επαρκή χρηματοδότηση
και θεσμική αυτοδιοίκηση. Όλες οι επεμβάσεις της σημερινής κυβέρνησης στα
πανεπιστήμια κινούνται σε απολύτως αντίθετη κατεύθυνση. Και όσον αφορά στη
χρηματοδότηση, όπως προδίδουν οι διεθνείς δείκτες, αλλά και σε ό,τι έχει να
κάνει με την αυτοδιοίκηση που χρειάζονται για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις
με τις δικές τους δυνάμεις. Το φιάσκο της πανεπιστημιακής αστυνομίας, η οποία
επιβλήθηκε άνωθεν ως μια πολιτική που θα εξέθετε τα πανεπιστήμια ως χώρους
αυξημένης, δήθεν, εγκληματικότητας, είναι πολύ διδακτικό για την προσπάθεια
χειραγώγησης και δυσφήμισης της ανώτατης εκπαίδευσης. Η πανεπιστημιακή αστυνομία
αποσύρθηκε σιωπηρά, πρώτα γιατί ήταν άνωθεν επιβεβλημένη, δεύτερον γιατί δεν
απαντούσε στα πραγματικά προβλήματα των πανεπιστημίων και τρίτο γιατί ήταν ξένο
σώμα σε ιδρύματα με καθαρά πνευματικό προσανατολισμό.
Η Ελλάδα πρέπει
να ακολουθήσει και στα ζητήματα ασφάλειας αυτά που συμβαίνουν επί χρόνια στα
πανεπιστήμια του υπόλοιπου κόσμου. Η κυβέρνηση οφείλει να χρηματοδοτήσει
επαρκώς τα πανεπιστήμια, αυξάνοντας δραστικά τη δημόσια χρηματοδότηση. Και
επιπλέον, πρέπει να τους δώσει το θεσμικό πλαίσιο για να αποφασίζουν τα ίδια
για τα του οίκου τους. Αν, δηλαδή, τα πανεπιστήμια χρειάζονται κάμερες για να
παρακολουθούν τη φοιτητική ζωή ή ενισχυμένη φύλαξη για να προστατεύονται από
την εγκληματικότητα, αυτά πρέπει να μπορεί να τα αποφασίσει από μόνη της η πανεπιστημιακή
κοινότητα. Το παράδειγμα της πανεπιστημιακής φύλαξης που ελέγχεται από τα
αυτοδιοικούμενα πανεπιστημιακά όργανα, τη Σύγκλητο δηλαδή, εφαρμόζεται με
επιτυχία στα πανεπιστήμια σε ολόκληρο τον κόσμο. Δεν χρειάζεται εμείς εδώ να
ανακαλύψουμε και πάλι τον τροχό. Όσο για την αντιμετώπιση της καθαρής
εγκληματικότητας, αυτό είναι ευθύνη της αστυνομίας να επεμβαίνει όποτε
χρειάζεται, όπως έχει ευθύνη να το κάνει και στους υπόλοιπους δημόσιους χώρους.
Η ασφάλεια στα
πανεπιστήμια δεν είναι υπόθεση ούτε της κυβέρνησης, ούτε των τηλεοπτικών
καναλιών για να την αποφασίσουν. Είναι ευθύνη των ίδιων των πανεπιστημίων.
Αρκεί να εφοδιαστούν με τους πόρους, τα μέσα και τους αυτοδιοικητικούς θεσμούς
που χρειάζονται για να αποφασίζουν από μόνα τους πως θα προστατευτούν καλύτερα
από τους εκάστοτε κινδύνους.
Κι ακόμη, η
ασφάλεια στα πανεπιστήμια δεν πρέπει και δεν μπορεί να είναι άλλοθι για τον
περιορισμό των ελευθεριών και των δικαιωμάτων της ακαδημαϊκής κοινότητας. Η
παρακολούθηση της ακαδημαϊκής ζωής με ηλεκτρονικά μέσα είναι πρακτική που
θυμίζει ολοκληρωτικά καθεστώτα και όχι σύγχρονες, δημοκρατικές και ελεύθερες
κοινωνίες. Το διεθνές παράδειγμα της πανεπιστημιακής φύλαξης που ελέγχεται από
την ίδια την πανεπιστημιακή κοινότητα είναι και δοκιμασμένο και επιτυχημένο
διεθνώς.
Κάτι ήξερε, λοιπόν, που δεν με άφησε να μιλήσω ελεύθερα ο
Πορτοσάλτε. Γιατί αν τα εξέθετα όλα αυτά, θα αποκαλύπτονταν η στόχευση της
σημερινής κυβέρνησης. Που αντί να θωρακίσει τα πανεπιστήμια με επαρκή
χρηματοδότηση και περισσότερη δημοκρατία, προσπαθεί να τα απαξιώσει και να τα
ελέγξει.
Κι αυτό γιατί αυτό που φοβούνται οι κυβερνώντες είναι η
ελεύθερη σκέψη που καλλιεργείται σε αυτά.
Το Πολυτεχνείο Ζει, λοιπόν, γιατί τα αιτήματά του για
Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία, εξακολουθούν να είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρα
παρά ποτέ.
*Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι Καθηγητής, πρώην Πρύτανης ΑΠΘ