«Η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις στον τομέα της κοινωνικής προστασίας και της κοινωνικής ένταξης» ενώ πολλοί δείκτες υποδεικνύουν «κρίσιμη κατάσταση» αναφέρει χαρακτηριστικά η Κομισιόν στο δεύτερο μέρος της φθινοπωρινής δέσμης του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου (Joint Employment Report), που δημοσιοποίησε την Τετάρτη (19/12).
Συγκεκριμένα, στην έκθεση που περιλαμβάνει την πρόταση της Επιτροπής για σύσταση σχετικά με την οικονομική πολιτική της ζώνης του ευρώ για το 2025, την έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης 2025 και την πρόταση της Επιτροπής για την κοινή έκθεση για την απασχόληση του 2025 η Κομισιόν αναφέρει ότι «σε ένα πλαίσιο υψηλού πληθωρισμού και μειωμένων κοινωνικών δαπανών σε σχέση με το ΑΕΠ, η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις στον τομέα της κοινωνικής προστασίας και της κοινωνικής ένταξης, με τους περισσότερους δείκτες να υποδεικνύουν μια κρίσιμη κατάσταση».
Όπως τονίζεται, επίσης, στην Έκθεση, αν και το ποσοστό των ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό παρέμεινε σχετικά σταθερό στο 26,1%, μετά από βραδεία βελτίωση τα τελευταία έξι χρόνια, εξακολουθεί να είναι πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ (21,3%). Παράλληλα, η μείωση της φτώχειας μέσω των κοινωνικών μεταβιβάσεων (εκτός των συντάξεων) στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 2,1 ποσοστιαίες μονάδες και διαμορφώθηκε μόλις στο 18,2%, το οποίο είναι 16,5 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Επιπλέον, το μερίδιο των νοικοκυριών που επιβαρύνθηκαν υπερβολικά από το κόστος στέγασης αυξήθηκε στο 28,5% το 2023, το οποίο είναι ένα από τα υψηλότερα στην ΕΕ (8,8% κατά μέσο όρο).
Πιο συγκεκριμένα,η Έκθεση υπογραμμίζει ότι το 2023 το κόστος στέγασης στην ΕΕ παρέμεινε στο 8,8%, ωστόσο σε Ελλάδα, Λουξεμβούργο και Δανία υπήρξε αύξηση σε διψήφιο ποσοστό. Ειδικά η Ελλάδα κατέγραψε το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ (28,5%), αυξημένο κατά 1,8 μονάδες σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Ακολουθεί το Λουξεμβούργο που είχε τη δεύτερη υψηλότερη επίδοση (με 22,7%) και άνοδο κατά 7,5 μονάδες μέσα σε ένα έτος και η Δανία με 15,4%.
Φτώχεια λόγω της στέγασης
Επιπλέον, στην έκθεση σημειώνεται ότι η Ελλάδα διαθέτει το υψηλότερο ποσοστό επιβάρυνσης του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας λόγω του στεγαστικού. Στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό άγγιξε το 86,3%, στη Δανία το 72,3% και στο Λουξεμβούργο το 62,2%, ενώ το χαμηλότερο ήταν στην Κύπρο (8,9%).
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat για το 2023, το 46,2% των ευρωπαϊκών νοικοκυριών θεωρούν το συνολικό κόστος στέγασης ως τη βασικότερη οικονομική επιβάρυνση. Συνολικά, η επίπτωση του συνολικού κόστους στέγασης στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών ήταν κατά μέσο όρο στο 19,7%, αλλά όταν πρόκειται για νοικοκυριά που διαβιούν στο κατώφλι της φτώχειας, τότε η επίπτωση εκτοξεύεται στο 38,2%.
Μεταξύ των ατόμων που βιώνουν φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό, τις μεγαλύτερες δυσκολίες ενοικίασης αντιμετωπίζει τα άτομα ηλικίας 30-54 ετών και ακολουθούν οι ομάδες 55 έως 64 ετών και 16 έως 29 ετών. Στην ηλικιακή ομάδα 65+, μόνο το 12,9% των ατόμων ανέφεραν δυσκολίες στην ενοικίαση σπιτιού.
Επιδείνωση στις μη ικανοποιούμενες ανάγκες ιατρικής περίθαλψης
Παράλληλα, με βάση την Έκθεση, επιδείνωση καταγράφεται και στην αναφορά των πολιτών για μη ικανοποιούμενες ανάγκες ιατρικής περίθαλψης. Έτσι, αυξήθηκαν περαιτέρω, φθάνοντας σε ένα από τα υψηλότερα επίπεδα (11,6% το 2023, από 9,0% το 2022, έναντι 2,4% στην ΕΕ). Το ποσοστό φτώχειας για τα παιδιά παρέμεινε σταθερό, αλλά συνεχίζει να είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ και όπως σημειώνει η Έκθεση «πρέπει να παρακολουθείται», ενώ η ανισότητα έχει οριακά αυξηθεί στο 5,3 (έναντι 4,7 στην ΕΕ) και είναι επίσης «υπό παρακολούθηση» λόγω του υψηλού επιπέδου της.
Επίσης, το ακαθάριστο διαθέσιμο κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών, στο 81,6% το 2023, παραμένει μεταξύ των χαμηλότερων στην EE, παρά την αύξηση από το 2022 (έναντι μέσου όρου της ΕΕ 111,1%), μεταβαίνοντας από μια «κρίσιμη κατάσταση» σε «αδύναμη αλλά βελτιούμενη» όπως αναφέρεται.