Γιάννης Μυλόπουλος / Διαγραφές φοιτητών: Η προπαγάνδα περί «αιώνιων» και η πραγματικότητα


Γιάννης Μυλόπουλος

 

Αν υπήρχε μάθημα προπαγάνδας στα πανεπιστήμια, καθηγητές για να το διδάξουν θα εκλέγονταν δικαιωματικά τα στελέχη της σημερινής κυβέρνησης. Καθώς γνωρίζουν άριστα να χρησιμοποιούν την τέχνη της προπαγάνδας προκειμένου να επιτύχουν τους στόχους τους.

 

«Αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις» έλεγε ο Αντισθένης.

 

Που σημαίνει, σε ελεύθερη μετάφραση, ότι όταν θέλεις να αποδυναμώσεις κάτι, ξεκίνα βαφτίζοντάς το με ένα όνομα που φέρει αρνητικό φορτίο.

 

Διότι τι άλλο από αρνητική φόρτιση δίνει ο χαρακτηρισμός των φοιτητών που καθυστερούν να πάρουν το πτυχίο τους για λίγα χρόνια ως… αιώνιων;

 

    Διαβάστε επίσης: Πανεπιστήμια / Προς διαγραφή εκατοντάδες χιλιάδες φοιτητές – Η έναρξη της διαδικασίας και οι εξαιρέσεις

 

Πρώτα και κύρια γιατί κανείς δεν είναι στ’ αλήθεια αιώνιος. Ούτε καν η αγάπη ή το μίσος. Και προφανώς δεν μπορεί να είναι αιώνιοι ούτε και οι φοιτητές.

 

Τους οποίους, αποκαλώντας τους, όμως, έτσι, η προπαγάνδα στέλνει λάθος μηνύματα για την έστω και κατά λίγα χρόνια καθυστερημένη παραμονή τους στα πανεπιστήμια.

 

Καθώς ένα φοιτητής μιας σχολής τετραετούς φοίτησης, για παράδειγμα, που τελειώνει στα 7 ή στα 8 χρόνια, αποκτά αυτόματα ένα αρνητικό φορτίο όταν αποκαλείται ειρωνικά… αιώνιος.

 

Άσχετα αν εργάζεται συγχρόνως για να σπουδάσει, όπως πολλοί φοιτητές σήμερα, που κάνουν «μαύρα» μεροκάματα στην εστίαση ή που βοηθούν τους γονείς τους στις εργασίες τους.

 

Κι ακόμη, άσχετα και από το αν οι συγκεκριμένοι φοιτητές καθυστερούν τη λήψη του πτυχίου τους για λίγα επιπλέον χρόνια επειδή οι οικογένειές τους δεν αντέχουν οικονομικά να επιβαρυνθούν το κόστος των ενοικίων στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου η έδρα του πανεπιστημίου στο οποίο φοιτούν. Μια πραγματικότητα που τους αναγκάζει να σπουδάζουν εξ ανάγκης εξ αποστάσεως μια συνεπώς να καθυστερούν.

 

Ο εύκολος επικοινωνιακός αντίλογος, εδώ, είναι ότι στην Ευρώπη δεν σημειώνονται αντίστοιχες καθυστερήσεις στα πανεπιστήμια.

 

Μόνο που όταν συγκρίνουμε τη φτωχότερη και συγχρόνως και ακριβότερη χώρα της Ευρώπης, με τους χαμηλότερους μισθούς που έχουν και τη χαμηλότερη αγοραστική αξία, σύμφωνα με τη Eurostat, θα έπρεπε να λαμβάνουμε υπόψη και το γενικότερο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον.

 

Όπως θα έπρεπε να λαμβάνουμε υπόψη και το γεγονός ότι στη χώρα μας οι φοιτητές πέφτουν από τα παράθυρα γιατί δεν έχουν θέση να καθίσουν στα αμφιθέατρα.

 

Όπως, επίσης, πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη και την πραγματικότητα της μη ύπαρξης φοιτητικής στέγης, καθώς και των ασανσέρ που πέφτουν στις ελάχιστες φοιτητικές εστίες.

 

Δεν είναι, όμως, μόνο η υπερβολή που μεταφέρει αρνητικό φορτίο σε όσους φοιτητές, αντιμετωπίζοντας οικονομικά ή και άλλα σοβαρά οικογενειακά προβλήματα ή προβλήματα υγείας, καθυστερούν λίγα χρόνια τη λήψη του πτυχίου τους.

 

Είναι και οι αρνητικοί συνειρμοί που προκαλεί ο χαρακτηρισμός των φοιτητών που καθυστερούν 3-4 χρόνια να τελειώσουν τις σπουδές τους ως «αιώνιων». Καθώς η λέξη αιώνιος παραπέμπει σε φοιτητές που από ιδιοτέλεια, σκοπιμότητα ή τεμπελιά παρατείνουν τις σπουδές τους, επιβαρύνοντας το ελληνικό δημόσιο και τον Έλληνα φορολογούμενο.

 

Άσχετα αν οι φοιτητές που καθυστερούν το πτυχίο τους για λίγα χρόνια δεν το κάνουν από πρόθεση, αλλά εξ ανάγκης.

 

Άσχετα από το γεγονός ότι, αν η πολιτεία ήθελε πραγματικά να δώσει τη δυνατότητα σε περισσότερους φοιτητές να τελειώνουν στην ώρα τους, θα όφειλε να αυξήσει τη δημόσια χρηματοδότηση στο ύψος των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών.

 

Και άσχετα από το γεγονός ότι αυτοί οι φοιτητές που καθυστερούν να πάρουν πτυχίο για περισσότερα από ν+2 για τετραετείς σπουδές και για ν+3 χρόνια για πενταετείς και εξαετείς, όπως είναι το όριο διαγραφής που έχει νομοθετήσει η κυβέρνηση, είναι για αρκετές σχολές περίπου οι μισοί.

 

Οι μισοί φοιτητές δηλαδή κάθε χρονιάς, σύμφωνα με τη νομοθεσία που απειλεί να εφαρμόσει φέτος η κυβέρνηση, είναι αιώνιοι και πρόκειται να διαγραφούν.

 

Κι ακόμη, η δυσφήμιση μέσω του χαρακτηρισμού τους ως αιώνιων των φοιτητών που καθυστερούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους ισχύει άσχετα αν η πολιτεία οφείλει να παρέχει φοιτητική στέγη χαμηλού κόστους στους φοιτητές που σπουδάζουν μακριά από το σπίτι τους, επιχορηγήσεις και θέσεις μερικής απασχόλησης, καθώς και υποδομές σύγχρονες και ασφαλείς στους χώρους όπου σπουδάζουν.

 

Και τέλος, οι αρνητικοί συνειρμοί για κάποιους που χαρακτηρίζονται επικοινωνιακά ως «αιώνιοι» ισχύουν, άσχετα με το γεγονός ότι η καθυστέρηση στη λήψη πτυχίου δεν επιβαρύνει καθόλου το δημόσιο πανεπιστήμιο.

 

Καθώς αυτοί οι φοιτητές που χαρακτηρίζονται ως «αιώνιοι» δεν παρακολουθούν πλέον μαθήματα, δεν δικαιούνται της παροχής δωρεάν βιβλίων, τα οποία, άλλωστε, έχουν πάρει ήδη στην ώρα τους, ούτε δικαιούνται άλλου είδους παροχές, όπως φτηνό εισιτήριο στα λεωφορεία, δωρεάν σίτιση κλπ. Το μόνο που κάνουν είναι να έρχονται στις εξετάσεις και να προσπαθούν να περάσουν τα τελευταία μαθήματα που χρωστούν, για να πάρουν πτυχίο.

 

Με τούτα και με τα άλλα, όμως, ο χαρακτηρισμός των φοιτητών που καθυστερούν να πάρουν το πτυχίο τους για λίγα χρόνια ως «αιώνιων» και μέσω αυτού συνειρμικά και ως τεμπέληδων που εκμεταλλεύονται την ανοχή της κοινωνίας, επιβαρύνοντας μάλιστα οικονομικά το δημόσιο, λειτουργεί μια χαρά.

 

Σε βάρος της αλήθειας, αλλά και της κοινής λογικής.

 

Και παρά το γεγονός ότι οι πραγματικά «αιώνιοι» είναι οι κυβερνητικοί, οι οποίοι… αιωνίως δεν ανταποκρίνονται στις στοιχειώδεις υποχρεώσεις τους απέναντι στα δημόσια πανεπιστήμια.

 

Δεν είναι, όμως, μόνο η επαπειλούμενη διαγραφή των επί τούτοις αποκαλούμενων «αιώνιων» φοιτητών που επιδιώκει τη συρρίκνωση των δημόσιων πανεπιστημίων και το άνοιγμα της «αγοράς» για τα ιδιωτικά.

 

Όλες οι παρεμβάσεις της κυβέρνησης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κατατείνουν στον ίδιο σκοπό.

 

Με πρώτη την Ενιαία Βάση Εισαγωγής, που αποκλείει 20.000 φοιτητές ετησίως από τα δημόσια πανεπιστήμια, ενώ υπάρχουν κενές θέσεις. Κι αυτό με πρόσχημα μια τεχνητή βάση, η οποία για τους παροικούντες την εκπαιδευτική Ιερουσαλήμ δεν ισχύει όταν οι εξετάσεις δεν είναι διαπιστωτικές των γνώσεων των υποψηφίων. Καθώς αυτές οι γνώσεις πιστοποιούνται ήδη στο απολυτήριο των υποψηφίων.

 

Και μάλιστα πολύ περισσότερο, όταν οι εισαγωγικές εξετάσεις αποσκοπούν στην κατάταξη των υποψηφίων για την είσοδό τους σε σχολές κατά σειρά επιτυχίας. Για την οποία καμία βαθμολογική βάση δεν παίζει κανένα ρόλο.

 

Αλλά ακόμη και ο θεσμός της πανεπιστημιακής αστυνομίας, που κάποτε διαφημίζονταν σαν αδήριτη ανάγκη και σαν μεγάλη κυβερνητική επιτυχία και που σήμερα την κατήργησαν από μόνοι τους, τι άλλο εξυπηρετούσε από το να δυσφημίσει τα πανεπιστήμια ως χώρους ανομίας και εγκληματικότητας, προκειμένου να ανοίξει την αγορά για ιδιωτικές δομές;

 

Όπως, άλλωστε, την ίδια σκοπιμότητα εξυπηρετεί και η καθήλωση της δημόσιας χρηματοδότησης των πανεπιστημίων στα επίπεδα που επέβαλαν τα μνημόνια. Με συνέπεια τα ελληνικά πανεπιστήμια να χρηματοδοτούνται με το 25% της αντίστοιχης μέσης ευρωπαϊκής δημόσιας χρηματοδότησης.

 

Και με τα ελληνικά πανεπιστήμια να διαθέτουν 4 φορές λιγότερους καθηγητές σε αναλογία με τους φοιτητές.

 

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι σαφές ότι εφαρμόζει μια συνεπή στρατηγική απαξίωσης και συρρίκνωσης των δημόσιων πανεπιστημίων, με τελικό στόχο την ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης.

 

Μια προσπάθεια μάταιη, αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι στην Ευρώπη, όπου τα ιδιωτικά πανεπιστήμια επιτράπηκε να ιδρυθούν εδώ και χρόνια, δεν καλύπτουν σήμερα ούτε ένα 10% των συνολικών εκπαιδευτικών αναγκών.

 

Αφού περισσότερο από το 90% των ευρωπαίων φοιτητών εξακολουθούν να εμπιστεύονται τα υψηλής στάθμης, καλά χρηματοδοτημένα από το δημόσιο και δωρεάν φοίτησης δημόσια πανεπιστήμια.

 

Αλλά, ως φαίνεται, στην Ευρώπη δεν εφάρμοσαν την ελληνική συνταγή της προπαγάνδας για την απαξίωση των δημόσιων πανεπιστημίων…

 

Συμπερασματικά, δεν υπάρχουν «αιώνιοι» φοιτητές στα πανεπιστήμια.

 

Υπάρχουν μόνον ενεργοί και ανενεργοί.

 

Οι πρώτοι, καθυστερούν για λίγα χρόνια και αγωνίζονται σε αντίξοες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους. Και γι’ αυτό πρέπει πάση θυσία να υποστηριχθούν. Και οπωσδήποτε να μη διαγραφούν για τα λίγα μαθήματα που τους μένουν μέχρι την ολοκλήρωση των σπουδών τους.

 

Κι αυτό όχι μόνο για λόγους κοινωνικής ευαισθησίας.

 

Αλλά και για χάρη του δημόσιου συμφέροντος και του μέλλοντος της χώρας. Καθώς χρειαζόμαστε ικανούς επιστήμονες και καλά μορφωμένους πολίτες για να πάμε μπροστά.

 

Από την άλλη, υπάρχουν οι ανενεργοί φοιτητές. Οι οποίοι αποδεδειγμένα έχουν εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια ολοκλήρωσης των σπουδών τους εδώ και χρόνια.

 

Αν η πρόθεση της κυβέρνησης είναι ειλικρινής και δεν επιδιώκει ούτε τη συρρίκνωση των δημόσιων πανεπιστημίων, ούτε την τεχνητή ενίσχυση των ιδιωτικών δομών, σε αυτούς τους παρελθόντων ετών και στην ουσία ανενεργούς πλέον φοιτητές πρέπει να συγκεντρώσει την προσπάθεια διαγραφής.

 

Αλλά, βέβαια και αυτό ακόμη το ξεκαθάρισμα των καταλόγων δεν είναι καν δουλειά της κυβέρνησης.

 

Αυτό είναι υποχρέωση των υποτίθεται, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους του κράτους, ακαδημαϊκά αυτοδιοικούμενων πανεπιστημίων.

 

Αρκεί να τους δοθεί από την πολιτεία το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο για να προχωρήσουν, σύμφωνα όμως με τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που κάθε πανεπιστήμιο, γνωρίζοντας τις ιδιαιτερότητες των σπουδών σε αυτό, θα θέσει.

 

*Του Γιάννη Α. Μυλόπουλου, Καθηγητή, πρώην Πρύτανη ΑΠΘΕπικεφαλής παράταξης «ΑΛΛΑΓΗ στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας»

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη