Ο Τραμπ δίνει στην Ουκρανία δύο οδυνηρές επιλογές: Να πολεμήσει σε έναν χαμένο πόλεμο χωρίς την υποστήριξη των ΗΠΑ ή να υποταχθεί οικονομικά πλήρως στις ΗΠΑ. Στο πλαίσιο του προτεινόμενου «ειρηνευτικού σχεδίου» του για την Ανατολική Ευρώπη, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, απαιτεί την πλήρη οικονομική αποικιοποίηση της Ουκρανίας.
Οι όροι της αρχικής πρότασης του Τραμπ, που περιγράφονται λεπτομερώς σε έγγραφο που διέρρευσε και περιήλθε στην κατοχή της Telegraph, απαιτούν τον έλεγχο των φυσικών πόρων, των λιμανιών και των υποδομών της Ουκρανίας από τις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τον ορυκτό πλούτο της χώρας ως «ανταπόδοση» για τη στρατιωτική βοήθεια που παρείχαν οι ΗΠΑ. Είναι προφανές, ότι ο Τραμπ αποφάσισε ότι τώρα είναι η ώρα να εξαργυρώσει, τα χρόνια κατά τα οποία οι ΗΠΑ ενίσχυαν στρατιωτικά την Ουκρανία.
Η πρόταση του Τραμπ: Πληρώστε μας πρώτα και μετά ταΐστε τα παιδιά σας
Ο νέος πλανητάρχης ζητά από την Ουκρανία αποκλειστικά δικαιώματα «στο διηνεκές» επί των φυσικών πόρων και των υποδομών της. «Η παρούσα συμφωνία διέπεται από το δίκαιο της Νέας Υόρκης, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι αρχές της σύγκρουσης νόμων», διευκρινίζει η σύμβαση. Και τα έσοδα θα πρέπει να καταβάλλονται στις ΗΠΑ κατά προτεραιότητα. «Αυτή η ρήτρα σημαίνει: πληρώστε μας πρώτα και μετά ταΐστε τα παιδιά σας», δήλωσε στην Telegraph πηγή που παρακολουθεί στενά τις διαπραγματεύσεις.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του The Intercept, η συγκλονιστική διεκδίκηση του Τραμπ για τον ορυκτό πλούτο της Ουκρανίας δεν είναι καινούργια υπόθεση. Ο ίδιος ο Ουκρανός πρόεδρος Β. Ζελένσκι πρότεινε την παραχώρηση των φυσικών πόρων της Ουκρανίας για να εξασφαλίσει δυτική βοήθεια. Και, στην Ουάσινγκτον, ο γερουσιαστής Lindsey Graham, είχε προηγουμένως διατυπώσει την ιδέα. «Κάθονται πάνω σε ορυκτά αξίας τρισεκατομμυρίων δολαρίων που θα μπορούσαν να είναι καλά για την οικονομία μας», είχε πει στεκόμενος δίπλα στον Ζελένσκι κατά τη διάρκεια επίσκεψης στην Ουκρανία πέρυσι. «Έτσι, θέλω να συνεχίσω να βοηθάω τους φίλους μας στην Ουκρανία» είχε προσθέσει.
Το ποσό των 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων ισοδυναμεί με σχεδόν τρεις φορές το μέγεθος του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Ουκρανίας. Και, όπως έχουν επισημάνει παρατηρητές, η έκταση του ορυκτού πλούτου της Ουκρανίας μπορεί να είναι υπερτιμημένη. Παρόλα αυτά, είναι αναμφισβήτητο, ότι ο Τραμπ στοχεύει να χρησιμοποιήσει την τραγωδία του πολέμου στην Ουκρανία για να παχύνει τα ταμεία του αμερικανικού στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος και των κεφαλαιοκρατών της Αμερικής. Αυτό κάνει παντού.
Κάν’ το όπως με την Παλαιστίνη για να πλουτίσουν οι φίλοι σου
Η είδηση της αρχικής πρότασης του Τραμπ για την Ουκρανία ακολουθεί στενά την ακραία πρότασή του να εκδιώξει με τη βία τους Παλαιστίνιους από τη Γάζα για να τη μετατρέψει σε «Ριβιέρα της Μέσης Ανατολής», ένα σχέδιο που θα μπορούσε δυνητικά να χρησιμοποιηθεί για τον πλουτισμό των φίλων του κτηματομεσίτη προέδρου.
Όπως και με τους Παλαιστινίους στη Γάζα, το όραμα του Τραμπ για τον πλουτισμό των φίλων του στην αμερικανική άρχουσα τάξη θα έρθει εις βάρος των Ουκρανών. Και, όπως και στη Γάζα, η Ουκρανία δεν έχει καλές εναλλακτικές επομένως οποιαδήποτε συμφωνία δεχθεί με τη Ρωσία ή τις ΗΠΑ θα περιλαμβάνει επώδυνες παραχωρήσεις.
Υπήρχαν πολλά σημεία στα οποία θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί ένας τερματισμός της σύγκρουσης με διαπραγμάτευση. Το φθινόπωρο του 2022, όταν η Ουκρανία είχε μεγαλύτερη επιρροή, μια ομάδα δημοκρατικών του Κογκρέσου προέτρεψε την κυβέρνηση Μπάιντεν να συνδυάσει την υποστήριξη για τις επιτυχίες της Ουκρανίας με μια «προληπτική διπλωματική ώθηση» για την αναζήτηση κατάπαυσης του πυρός.
Οι νομοθέτες, και το στρατόπεδο υπέρ της διπλωματίας γενικότερα, δέχθηκαν ανελέητες επιθέσεις και συκοφαντήθηκαν για τη στάση τους αυτή. Τα γεράκια και η λεγόμενη φιλοουκρανική πλευρά κατηγόρησαν όποιον ζητούσε λύση μέσω της διπλωματικής οδού, ότι δεν νοιάζεται για τις ζωές ή την κυριαρχία της Ουκρανίας. Χαιρέτισαν την επιθετική στρατιωτική βοήθεια, υποστηρίζοντας ότι ακόμη και οι πιο πράες εκκλήσεις για διαπραγματεύσεις ήταν ένα δώρο στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η πραγματικότητα είναι ότι ο πόλεμος που διεξήγαγε η Ουκρανία δεν ήταν ποτέ τόσο αποτελεσματικός όσο ισχυρίζονταν οι δυτικοί υποστηρικτές της.
Το ψέμα ότι οι ΗΠΑ θα υποστήριζαν ως το τέλος την Ουκρανία
Από την αρχή, οι Αμερικανοί επαναλάμβαναν την επωδό, ότι θα υποστήριζαν την Ουκρανία «για όσο χρειαστεί». Αυτή ήταν μια βαθιά παραπλανητική υπόσχεση. Οι πόλεμοι κοστίζουν ακριβά και η ικανότητα της Αμερικής να τους χρηματοδοτεί καθορίζεται από τις οικονομικές συνθήκες, την εσωτερική πολιτική και τις κατά καιρούς μεταβολές του δημόσιου αισθήματος. Η πολιτική βούληση να συνεχιστεί ο πόλεμος επ’ αόριστον δεν ήταν ποτέ βιώσιμη, ωστόσο οι Ουκρανοί στρατιώτες στάλθηκαν στη μάχη με την ψευδαίσθηση ότι οι ΗΠΑ θα παρέμεναν αμετακίνητες στη δέσμευσή τους.
Η πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν για την Ουκρανία αντανακλά μια παρόμοια, αν και λιγότερο απόλυτη, νοοτροπία με αυτή του Τραμπ. Πριν ο Πούτιν διεξάγει αυτόν τον πόλεμο, υπήρχαν παρακάμψεις. Ένας ανώτερος αξιωματούχος του Μπάιντεν παραδέχτηκε ότι οι ΗΠΑ δεν κατέβαλαν καμία προσπάθεια να διαπραγματευτούν μια από τις κορυφαίες ανησυχίες του Πούτιν πριν από την εισβολή του – την πιθανή ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Όταν το Κίεβο και η Μόσχα ξεκίνησαν απευθείας συνομιλίες κατά τις πρώτες εβδομάδες της σύγκρουσης, οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου εργάστηκαν για να υπονομεύσουν τις διαπραγματεύσεις, σύμφωνα με πολλαπλές αναφορές.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν πίεσε επίσης την Ουκρανία να μειώσει την ηλικία στράτευσης από τα 25 στα 18 για να αυξήσει τον αριθμό των στρατευμάτων και να αντιμετωπίσει «πιο επιθετικά» το ζήτημα της ύπαρξης δεκάδων χιλιάδων στρατιωτών που δεν θέλουν να πολεμήσουν. Σύμμαχοι του Τραμπ, όπως ο Γκράχαμ και ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Μάικ Γουόλτς, έχουν επίσης πιέσει την Ουκρανία να μειώσει την ηλικία στράτευσης – εκκλήσεις που ο Ζελένσκι έχει απορρίψει και είναι πολιτικά αντιδημοφιλείς μεταξύ των Ουκρανών.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Ουάσινγκτον δεν υπολόγισαν ποτέ σοβαρά το τεράστιο ανθρώπινο, οικονομικό και κοινωνικό τίμημα του πολέμου στην Ουκρανία, επειδή δεν χρειάστηκε ποτέ να το κάνουν. Γι’ αυτούς, ήταν πάντα μια μακρινή σύγκρουση, ένα εργαλείο για να αποδυναμώσουν τη Ρωσία και ταυτόχρονα να τοποθετήσουν τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή.
Η απαίτηση του Τραμπ για «ανταπόδοση» από την Ουκρανία – αντιμετωπίζοντας την πιο αιματηρή σύγκρουση στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σαν να πρόκειται για κάποια αδικαιολόγητη χάρη – είχε σαν αποτέλεσμα να αποκαλυφθεί η αμερικανική εξωτερική πολιτική στην πιο γυμνή και κυνική της μορφή.
Ως αποτέλεσμα της άρνησης της Δύσης να εξετάσει σοβαρά τη διπλωματία, η Ουκρανία έχει μείνει με δύο οδυνηρές επιλογές: να πολεμήσει έναν χαμένο πόλεμο χωρίς την υποστήριξη των ΗΠΑ, ή να υποταχθεί σε οικονομική υποτέλεια υπό τις ίδιες δυνάμεις που παρέτειναν τα δεινά της.