Ελένη Καρασαββίδου
Τι κρατάμε από όλη αυτήν την διαδρομή δεν θα το πω εγώ. Δεν είμαι η συνείδηση κανενός άλλου πλάσματος και στερούμαι γνώσεων ώστε να ξέρω την αλήθεια την οποία εργολαβικά αναλαμβάνουν εκπρόσωποί μας.
Όμως, γενικότερα, το να βλέπουμε ένα τόσο ευρύ φάσμα
πεποιθήσεων να καταγράφεται τόσο κοντά στην γέννηση της θρησκείας του Χριστού
μπορεί να φαίνεται περίεργο σε πολλούς σήμερα, όχι μόνο για θεολογικούς λόγους,
αλλά επειδή περιμένουμε αυξανόμενη διαφοροποίηση καθώς τα πράγματα
επεκτείνονται με την πάροδο του χρόνου.
Το ευρέως χρησιμοποιούμενο, λεγόμενο «Δαρβινικό» μοντέλο
εξέλιξης, προϋποθέτει ότι η ανάπτυξη θα συνοδεύεται από αυξανόμενη ποικιλομορφία,
οι άνθρωποι όλο και θα βαθαίνουν τις προοπτικές ψάχνοντας – συχνά
παρουσιαζόμενο σε γραφήματα που μοιάζουν με αναποδογυρισμένα χριστουγεννιάτικα
δέντρα -αλλά αυτό δεν είναι το μοτίβο που παρουσιάζει η ιστορική μελέτη της
επιβολής του Χριστιανισμού.
Όμως το μεγάλο, ‘ανοιχτό σύνορο’ της χριστιανικής
θρησκείας στην πρώιμη φάση της έχει αφήσει πίσω ένα ιστορικό δημιουργικών και
πρωτοποριακών οραμάτων για το μήνυμα και τη θεϊκότητα του Χριστού, μεγαλύτερο
από όλες τις μεταγενέστερες εποχές μαζί. Αν και με την πάροδο του χρόνου, οι
ορθόδοξες δυνάμεις που ήταν ανταγωνιστικές σε οποιαδήποτε ιδεολογία που έρχεται
σε αντίθεση με τον θεσμοθετημένο Χριστιανισμό εξαφάνισαν εκείνες τις αντιλήψεις
για τον Ιησού που αντιβαίνουν στο αυξανόμενο κυρίαρχο ρεύμα, και από τη στιγμή
που ο Χριστός άρχισε να ορίζεται με ορισμένους τρόπους, και από αυτή την οπτική
γωνία της ζωής και της διδασκαλίας του εξαρτιόταν ένας ισχυρός και επιδραστικός
κοινωνικός θεσμός όπως η Εκκλησία, ήταν σχεδόν αδύνατο να αναδιαμορφωθεί η
εικόνα του χωρίς να αλλάξει αυτό που πρέσβευε και, με πιο άμεση συνέπεια, αυτό
(-ους) που τον αντιπροσώπευε(-αν).
Και αυτό καθιστά την εύρεση του ιστορικού Ιησού μια πολύ
δύσκολη προσπάθεια, όχι τόσο επειδή αυτό που πραγματικά συνέβη στη ζωή του έχει
επισκιαστεί αλλά επειδή κατέληξε να έχει τόση σημασία για τόσους πολλούς
ανθρώπους για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα και ισχυρότατα συναισθήματα, έχουν
επενδυθεί, όπως και ψυχολογικές πολιτικές και κοινωνικές χειραγωγήσεις έχουν
συντελεστεί. Είναι πρακτικά αδύνατο σε ένα τοπίο επινοημένης ιστορίας κατά τα
συμφέροντα όσων τον αντιπροσώπευσαν, να κατανοήσεις, πόσο μάλλον να
‘γνωρίσεις’.
Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε συγκεκριμένη αφήγηση γι’ αυτόν
βασίζεται σε ψέματα, σημαίνει όμως ότι η αναπαράσταση του υπήρξε προνομιακό
πεδίο επινόησης και επιβουλών. Αλλά φαίνεται σχετικά ασφαλές να πούμε
τουλάχιστον αυτό: ότι αυτή που επικράτησε δεν ήταν ούτε η μόνη ούτε η πιο
«ιστορική» ερμηνεία της ιστορίας της ζωής του.
Αντίθετα, ανταποκρινόταν στις ανάγκες ενός θεσμού σε
άνοδο και ήταν η εκδοχή της αλήθειας που ήταν πιο αρεστή αλλά και εφικτή για
έναν κόσμο που χρειαζόταν παρηγοριά και σταθερότητα εν μέσω άγριας αναταραχής.
Και αν αυτή ήταν η πρώτη φορά που η χριστιανική ορθοδοξία καθιέρωνε ή συνέβαλλε
σε έναν κόσμο που στα διάφορα πεδία του επρόκειτο να πολεμήσει την αίρεση,
σίγουρα δεν θα ήταν η τελευταία.
Το βασικό ζήτημα που διέπει αυτή την πυρετώδη διαμάχη
προερχόταν από την ίδια την καθιερωμένη αντίληψη για τον Ιησού, που
αντιπροσώπευε ένα νέο είδος θεότητας, μια υβριδική ταυτότητα, ταυτόχρονα
άνθρωπο και θεό. Ενώ στην ελληνική θρησκεία ο Διόνυσος πχ απεικονιζόταν επίσης
ως έχων διττή φύση – ομοίως, θνητός και θεϊκός – μόλις ο Διόνυσος είχε λάβει
την αθάνατη ιδιότητα, δεν υπέφερε πλέον με ανθρώπινους τρόπους.
Ο Ιησούς, φυσικά, ήταν αρκετά διαφορετικός. Όπως
καταγράφεται στα τέσσερα ευαγγέλια που αποδέχεται η ορθόδοξη Εκκλησία, η
ιστορία του γέννησε σοβαρά ερωτήματα σχετικά με την ακριβή φύση της θεϊκότητάς,
άρα και της ανθρωπινότητας, ζητήματα που συνέχιζαν να εμφανίζονται επειδή ήταν
εγγενή στις επικρατούσες αφηγήσεις της ζωής του.
Αλλά, ίσως το μυστικό να βρίσκεται εδώ: Η ανάγκη των
ανθρώπων γι’ αυτόν τον υβριδισμό, για έναν ‘ανθρώπινο θεό’, όποιος κι αν ο
Ιησούς υπήρξε, ανάγκη που καταγράφει εμβληματικά την ανάγκη ενός κόσμου που,
την ίδια ώρα που μοιάζει και είναι παραδομένος και κυνικός, δεν παύει ποτέ να
προσπαθεί για μια καλύτερη εκδοχή του -συλλογικού ή/και ατομικού-εαυτού του,
προσπάθεια που απέκτησε διάφορες μορφές μέσα στους αιώνες, κι αυτό απέναντι σε
εργολάβους που δίωκαν και διώκουν την ανθρωπινότητα στο όνομα της ανθρωπότητας.
Άλλωστε κι ο ίδιος ο Παύλος, εκτός εάν προστέθηκε μετά, ο
‘θεμελιωτής’, στο κεφ Γ στους στιχ. 5 –
8, προς Κολοσσαείς, ή στο Προς Τίτον
Κεφ. Β στιχ. 9 – 10 κι αλλού δεν υπερασπίζεται πολύ επιδέξια το θεσμό της
δουλείας ως ‘αυτοκρατορικός’ χάριν της ‘θείας θέλησης’;
Αυτό κατέγραψε ο σπουδαίος Ρώσος θεολόγος Ιάκωβος Γκοφτσέτερ
όταν έγραψε’ στο όνομα Σου Κύριε ο Σατανάς κυβερνά, πήρε τα λόγια σου, φόρεσε
τα άμφια συ, και κυβερνά’.
Το να (προσπαθήσεις να) αποκτήσεις γνώση αληθινή για τον
εαυτό, (για μία εκδοχή του άλλη τουλάχιστον) γι’αυτό που είσαι και που μπορείς
και πρέπει να γίνεις, ανάμεσα σε τόσους ετεροκαθορισμούς, δεν είναι αμελητέο.
Σημαδεύει το μακρύ ταξίδι απέναντι στην τυφλότητα πέρα από σύνορα, θρησκείες,
φύλα,φυλές,και άλλες κατατάξεις του (αν)’αξιοβίωτου’.
Το να αγαπήσεις έναν θεό που δεν ήταν μοντέλο, αλλά είχε
μια καθημερινή μορφή και μια πιθανότατα δύσκολη ζωή όπως κι εσύ, έναν θεό στα
μέτρα σου, το να αποκτήσεις αληθινή, προσωπική σχέση με το θείο, όχι με έναν
ηλικιωμένο γενειοφόρο λευκό άνδρα τιμωρό εκεί πάνω κατ’εικόνα κι ομοίωση των
εκπροσώπων του, το να σου δοθεί όχι ο επιβεβλημένος μονόδρομος αλλά η επιλογή
να κάνεις το καλό αποκτώντας μια άλλη συνείδηση όχι για λόγους τιμωρίας ή
επιβράβευσης/ανταλλαγής, αλλά γιατί αυτόν τον εαυτό διαλέγεις, (ένα πρόταγμα
που έχει ονομαστεί Οιδιπόδειο για κάποιους λόγους μπροστά στην πολύτροπη
διαρκώς μεταβαλλόμενη κι όμως συνεκτική Σφίγγα), αποτελεί σημάδι μιας
θεϊκότητας που ψωμί δημοκρατικό θα έπρεπε να μοιράζονται όλες, όλοι και όλα.
Και (θα μπορούσε να) κάνει μια τυπική, λανθασμένη ημερομηνία γέννησης,
ουσιαστική γιορτή. Προσφέροντας κάτι ισχυρότερο από φώτα: Φώτιση.
