Η μνήμη των ναζιστικών εγκλημάτων είναι αναπόσπαστη από την γερμανική ταυτότητα, επανέλαβε η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ
κατά την επίσκεψή της στο Άουσβιτς, την στιγμή που η γερμανική ακροδεξιά θέτει υπό αμφισβήτηση την γερμανική κουλτούρα της μεταμέλειας.
«Η ανάμνηση των εγκλημάτων, η εκφορά των ονομάτων των εγκληματιών και ο φόρος τιμής στα θύματα είναι μία ευθύνη που δεν σταματά ποτέ. Αυτό δεν είναι διαπραγματεύσιμο. Και είναι αναπόσπαστο από την χώρα μας. Η συναίσθηση αυτής της ευθύνης είναι τμήμα της εθνικής μας ταυτότητας», δήλωσε εμφατικά η Άνγκελα Μέρκελ.
«Αυτό που συνέβη εδώ, δεν το χωρά ανθρώπινος νους», είπε και εξέφρασε την «βαθιά ντροπή» της.
Ντυμένη στα μαύρα και με σκυμμένο το κεφάλι, η Καγκελάριος πέρασε νωρίτερα σήμερα την βαριά καγκελόπορτα του μεγαλύτερου στρατοπέδου θανάτου των Ναζί, όπου δεσπόζει η γνωστή επιγραφή, «η εργασία απελευθερώνει». Εκεί, στην διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, βρήκαν φριχτό θάνατο περισσότεροι από 1,1 εκατομμύριο «εχθροί» του Γ' Ράιχ. Ό,τι συνέβη εδώ, «θα αποτελεί πάντα κομμάτι της γερμανικής ιστορίας και αναπόσπαστο μέρος της γερμανικής ταυτότητας», παραδέχθηκε η κυρία Μέρκελ και τόνισε ότι «αυτός ο τόπος μας υποχρεώνει να κρατήσουμε τη μνήμη ζωντανή. Πρέπει να θυμόμαστε τα εγκλήματα που διεπράχθησαν εδώ και να τα ονομάζουμε με σαφήνεια», για να συμπληρώσει: «Αισθάνομαι βαθιά ντροπή για τα βάρβαρα εγκλήματα που έγιναν εδώ από Γερμανούς».
Η Καγκελάριος, συνοδευόμενη από τον πολωνό Πρωθυπουργό Ματέους Μοραβιέτσκι, τον Πρόεδρο του Κεντρικού Συμβουλίου των Εβραίων στην Γερμανία Γιόζεφ Σούστερ και τον επικεφαλής του Κεντρικού Συμβουλίου των Γερμανών Σίντι και Ρομά Ρομάνι Ρόζε, επισκέφθηκε διάφορα σημεία του χώρου, μεταξύ των οποίων και το κρεματόριο όπου καίγονταν τα σώματα των θυμάτων των Ναζί.
Πριν από την επίσκεψή της, είχε δεσμευθεί για δωρεά ύψους 60 εκατομμυρίων ευρώ προς το ταμείο που είναι υπεύθυνο για την συντήρηση του μνημείου και των προσωπικών αντικειμένων των κρατουμένων, το οποίο έχει επιβαρυνθεί ιδιαίτερα τελευταία λόγω της μεγάλης αύξησης του αριθμού των επισκεπτών.
Από την πλευρά του, ο πολωνός πρωθυπουργός Ματέους Μοραβιέτσκι δήλωσε ότι δεν πρέπει να ξεχαστεί η ιστορία του στρατοπέδου του Άουσβιτς, λέγοντας ότι είναι καθήκον να θυμόμαστε τις ωμότητες που διαπράχθηκαν εκεί για χάρη των θυμάτων.
«Αν η μνήμη φύγει, είναι σαν να βλάπτουμε για δεύτερη φορά τους ανθρώπους που πέρασαν μέσα από την κόλαση εκεί, που πέρασαν μέσα από απίστευτο πόνο», είπε ο Μοραβιέτσκι.
«Πρέπει να φροντίσουμε τη μνήμη σαν να φροντίζαμε τα θύματα. Αυτό είναι που μπορούμε να κάνουμε για αυτά», είπε ο Πολωνός πρωθυπουργός.
Ο κ. Σούστερ χαρακτήρισε παράλληλα την επίσκεψη «σημαντικό μήνυμα σε μια εποχή δεξιών τάσεων» στην Γερμανία και σημείωσε ότι «δεν υπάρχει άλλος χώρος μνήμης ο οποίος να θυμίζει τόσο εμφατικά τα εγκλήματα του Ολοκαυτώματος», ενώ ο κ. Ρόζε ανέφερε ότι το 'Αουσβιτς, 75 χρόνια μετά την απελευθέρωσή του, «εξακολουθεί να συγκλονίζει τον επισκέπτη».
Η 'Ανγκελα Μέρκελ δεν παρέλειψε να αναφερθεί στην αύξηση των κρουσμάτων αντισημιτισμού και ρατσισμού στην Γερμανία, τονίζοντας ότι «δεν θα γίνει ανεκτός κανένας αντισημιτισμός», ενώ από την πλευρά του ο κ. Σούστερ προειδοποίησε για μια ακόμη φορά για τον κίνδυνο της Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD), τονίζοντας ότι ένα από τα ηγετικά στελέχη της, ο Μπγιερν Χέκε, καλεί συστηματικά τους Γερμανούς «να κάνουν στροφή 180 μοιρών σε ό,τι αφορά το πώς αντιλαμβάνονται την ευθύνη τους για το Ολοκαύτωμα», ενώ χαρακτηρίζει το Μνημείο του Ολοκαυτώματος στο Βερολίνο ως «μνημείο της ντροπής».
Η κυρία Μέρκελ, η οποία έχει κατ΄επανάληψη επισκεφθεί άλλα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως το Νταχάου και το Μπούχενβαλντ, ενώ έχει βρεθεί στο Μουσείο του Ολοκαυτώματος και στο Μνημείο Γιαντ Σαλέμ στο Ισραήλ πέντε φορές μέχρι σήμερα, ήρθε να προστεθεί στους Χέλμουτ Σμιτ (1977) και Χέλμουτ Κολ (1989 και 1995), οι οποίοι είναι οι μόνοι άλλοι γερμανοί Καγκελάριοι που έχουν επισκεφθεί το 'Αουσβιτς.
Η επίσκεψη της Καγκελαρίου πραγματοποιήθηκε σήμερα ενόψει της 75ης επετείου από την απελευθέρωση του στρατοπέδου από τις σοβιετικές δυνάμεις, στις 27 Ιανουαρίου 1945, ωστόσο πολλοί αναλυτές εικάζουν ότι η κυρία Μέρκελ έσπευσε να μεταβεί στο ιστορικό σημείο υπό την πίεση τόσο της αύξησης των επιθέσεων με αντισημιτικό κίνητρο όσο και του ενδεχομένου κατάρρευσης του κυβερνητικού συνασπισμού το επόμενο διάστημα.
Πηγή: ΑΠΕ -ΜΠΕ
Tags
Κόσμος