Ο Στρατής Τσίρκας (Κάιρο, 23 Ιουλίου 1911 – Αθήνα, 27 Ιανουαρίου 1980) υπήρξε ο πλέον αντιπροσωπευτικός πεζογράφος της μεταπολεμικής γενιάς. Η τριλογία του «Ακυβέρνητες Πολιτείες», η οποία χαρακτηρίζεται περισσότερο έργο τέχνης παρά χρονικό, διέγραψε λαμπρή πορεία στα ελληνικά γράμματα και άφησε σε αυτά την ανεξίτηλη σφραγίδα της, συγχωνεύοντας τον μοντερνισμό με την παράδοση.
Ο Γιάννης Χατζηαντρέας, όπως ήταν το πραγματικό όνομα του
Στρατή Τσίρκα, γεννήθηκε στο Κάιρο της Αιγύπτου, όπου και πέρασε τις πρώτες
τρεις δεκαετίες της ζωής του.
Η οικογένεια Χατζηαντρέα είχε καταφύγει στην Αίγυπτο για
να μην υπηρετήσει ο πατέρας του ως στρατιώτης σε τουρκική επικράτεια. Μετά τους
σεισμούς του 1881 η οικογένεια μετακόμισε στη Χάιφα, ενώ με τον πόλεμο του 1897
κατέφυγε στην Αλεξάνδρεια.
«Έτσι γινήκαμε εμείς αιγυπτιώτικο γένος, αλεξανδρινοί. Οι
σχέσεις μου με το πνεύμα, τον κόσμο της προσφυγιάς είναι πολύ έντονες,
υπάρχουνε ρίζες», θα πει ο συγγραφέας αργότερα.
Από μικρός επιδεικνύει εντυπωσιακή προδιάθεση για τη
λογοτεχνία, δανείζεται από βιβλία από βιβλιοθήκες και φίλους, παρακολουθεί όλα
τα θεατρικά έργα και τις ταινίες από την Ελλάδα ενώ σημειώνει στα σχολικά του
σημειωματάρια οτιδήποτε διαβάζει ή τον ενδιαφέρει. Μέσα στον νεανικό
δημιουργικό πυρετό της εποχής εκείνης γράφει και το πρώτο του μυθιστόρημα.
«Όταν ήμουν είκοσι χρονών, έγραψα ένα μυθιστόρημα, από το οποίο σώθηκε ένα
κεφάλαιο. Όλο το άλλο το έκαψα, γιατί σε κάποια στιγμή αυτογνωσίας είδα ότι λέω
ψέματα. Και αυτή η εμπειρία μού κόστισε τόσο, ώστε έκανα 25 χρόνια να γράψω
άλλο μυθιστόρημα», είπε ο ίδιος ο Τσίρκας σε συνέντευξή του. Tο 1927 δημοσιεύει
το πρώτο του πεζό με τίτλο «Φεγγάρι».
Επαγγελματικά απασχολείται ως λογιστής στην Εθνική
Τράπεζα της Αιγύπτου και στη συνέχεια σε βαμβακοβιομηχανία της Άνω Αιγύπτου για
10 χρόνια. Γύρω στο 1930 αναπτύσσει επαφές με το ελληνικό τμήμα του
Κομουνιστικού Κόμματος Αιγύπτου, ενώ γίνεται και γενικός γραμματέας της
Αντιφασιστικής Πρωτοπορίας στα θέματα της περιοχής της ΝΑ Μεσογείου. Το 1930
γίνεται και η γνωριμία του με τον κορυφαίο ποιητή Κωνσταντίνο Καβάφη, ο οποίος
ασκεί μεγάλη επιρροή στον νεαρό συγγραφέα. Από 1927 έως το 1963, γράφει χωρίς
διακοπή ποίηση, διηγήματα, δοκίμια ενώ συνεργάζεται σταθερά με περιοδικά και
εφημερίδες.
Το 1937, ενώ διευθύνει πλέον ένα βυρσοδεψείο στην
Αλεξάνδρεια, παντρεύεται την Αντιγόνη Κερασσώτη και ο μήνας του μέλιτος του
ζευγαριού καταλήγει να γίνει να γίνει ακόμα μια πολιτική εμπειρία, αφού περνάνε
από την υπό τη δικτατορία Μεταξά Ελλάδα, την Ιταλία του Μουσολίνι, την Αυστρία
του αιμοσταγή Engelbert Dollfuss, την Τσεχοσλοβακία, τη Γαλλία του Λαϊκού
Μετώπου. Στο μεταξύ μαίνεται ο Ισπανικός Εμφύλιος που ασκεί μεγάλη επίδραση στον
συγγραφέα. Στο Παρίσι συμμετέχει στο Β’ Διεθνές Συνέδριο των Συγγραφέων για την
Υπεράσπιση της Κουλτούρας Εναντίον του Φασισμού, στο οποίο έλαβαν μέρος μεταξύ
των οποίων και οι Pablo Neruda και Bertold Brecht, και εκεί συντάσσει μαζί με
τον Langston Hughes τον «Όρκο» στον δολοφονημένο Ισπανό ποιητή και συγγραφέα
Federico Garcia Lorca, κείμενο το οποίο προωθεί ο Louis Aragon και υπογράφεται
από σαράντα συγγραφείς. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε την πρώτη του ποιητική
συλλογή με τίτλο «Φελλάχοι».
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος κάνει ακόμα πιο ενεργό πολιτικά
τον Τσίρκα, ο οποίος γίνεται καθοδηγητικό στέλεχος του Ελληνικού
Απελευθερωτικού Συνδέσμου και συντάσσει αντιστασιακά κείμενα. Το 1942, όταν τα
Afrika Korps του Erwin Rommel απειλούν την Αλεξάνδρεια, ο Τσίρκας καταφεύγει με
άλλους αριστερούς με στην Παλαιστίνη, μέχρι τη συμμαχική νίκη στο El Alamein
τον Νοέμβριο του ιδίου έτους. «Βρίσκομαι στην Αλεξάνδρεια το 1942 και μαζί με
φίλους βγάζουμε το αντιφασιστικό περιοδικό «Έλλην». Η κατάσταση των πολεμικών
μετώπων είναι πολύ δύσκολη και αποφασίσαμε να προσπαθήσουμε με κάποιον τρόπο να
φτάσουμε στον Ευφράτη, να περάσουμε στον Καύκασο και τη Σοβιετική Ένωση και να
γλιτώσουμε από τα χέρια των χιτλερικών. Φτάσαμε στην Παλαιστίνη χωρίς χαρτιά,
χωρίς τίποτε. Η μόνη ταυτότητα που είχα ήταν μια κάρτα διαρκείας του τραμ με
μια φωτογραφία μικρή απάνω. Μ’ αυτό το χαρτί πέρασα τα σύνορα. Εκεί, λοιπόν,
στην Παλαιστίνη, δεν μπορούσαμε να εμφανιστούμε σε κανένα ξενοδοχείο επίσημο,
από αυτά που ζητάνε διαβατήρια. Κάναμε επαφή με αριστερούς Εβραίους, οι οποίοι
μας έστειλαν σε μια πανσιόν όπου η κυρία που την διηύθυνε ήταν τόσο
αριστοκράτισσα, ώστε νόμιζε πως ήταν ντροπή να ζητάς ταυτότητα, ότι έπρεπε να
πιστεύεις τον κάθε άνθρωπο», είπε ο Τσίρκας για την φυγή εκείνη. Εκείνα τα
χρόνια γίνεται και η γνωριμία του με τον Γιώργο Σεφέρη.
Το 1960 ξεκινά τη συγγραφή της μείζονος τριλογίας του
«Ακυβέρνητες Πολιτείες», ένα φόρο τιμής στο κίνημα του Απρίλη του '44. Το 1961
δημοσιεύεται το πρώτο βιβλίο, «Η Λέσχη», και η οργάνωση του ΚΚΕ Αλεξάνδρειας
του ζητά να αποκηρύξει το έργο του. Ο Τσίρκας αρνείται λέγοντας ότι «κατέγραψα
τα γεγονότα όπως ακριβώς τα έζησα. Η συνείδησή μου δεν είναι καπέλο, να την
πάρω απ' το ένα καρφί να την κρεμάσω στο άλλο», με αποτέλεσμα να διαγραφεί.
Αυτή η εκδίωξη από το ίδιο του το κόμμα θα αποτελέσει ισχυρό πλήγμα για τον
δημιουργό, ο οποίος το 1963 εγκαταλείπει την Αλεξάνδρεια για πάντα και
εγκαθίσταται με τη γυναίκα του και τον εξάχρονο γιο τους στην Αθήνα, όπου έζησε
μέχρι το τέλος της ζωής του. Στο μεταξύ, το 1962 και 1965 δημοσιεύονται τα άλλα
δυο μέρη της τριλογίας, «Αριάγνη» και «η Νυχτερίδα».
Λόγω της τριλογίας αυτής αλλά και της μελέτης του για τον
Κωνσταντίνο Καβάφη (η οποία μάλιστα απέσπασε το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου), το
όνομα του γίνεται γνωστό στο ευρύ κοινό και το 1972 ο Στρατής Τσίρκας τιμάται
από τη Γαλλία ως ο σημαντικότερος ξένος μυθιστοριογράφος. Στην Ελλάδα, με το
πραξικόπημα των συνταγματαρχών, συμμετέχει στη «σιωπή» που τηρούν οι λογοτέχνες
και δημοσιεύει μοναχά μεταφράσεις. Την ίδια χρονιά εντάχθηκε στο ΚΚΕ Εσωτερικού
και στο Εθνικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο. Μετά την άρση της προληπτικής
λογοκρισίας πρωτοστατεί στην έκδοση των «Δεκαοχτώ Κειμένων» (1970), που
εκφράζουν την αντίθεση του πνευματικού κόσμου στο καθεστώς.
Την ίδια εποχή αρχίζει να γράφει τη «Χαμένη Άνοιξη», το
πρώτο μέρος μιας άλλης τριλογίας, η οποία με σημείο εκκίνησης το Ιουλιανό
πραξικόπημα θα κατέληγε στα χρόνια της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Η
«Χαμένη Άνοιξη», όμως, η οποία ολοκληρώθηκε το 1976, έμελλε να είναι το κύκνειο
άσμα του κορυφαίου Έλληνα δημιουργού.
Στις 27 Ιανουαρίου του 1980, ο σπουδαίος συγγραφέας,
ποιητής, κριτικός, αρθρογράφος και μεταφραστής Στρατής Τσίρκας έφυγε από τη
ζωή.
*********************************
[...] Μας θέλουν γκαρσόνια, ταβερνιάρηδες, μαστροπούς,
βαρκάρηδες, επιβήτορες, καμπαρετζούδες, μπουζουξήδες, χασισέμπορους, αχ αμάν
αμάν και συρτάκι αμέ και Ζόρμπα δη Γκρηκ κι αυτοί ν’αρμέγουν τον τόπο το κρασί,
το λάδι, τα πορτοκάλια, τις ντομάτες, τα ροδάκινα, το βαμπάκι, τα μάρμαρα, το
βωξίτη, το λιγνίτη, τα μεταλλεύματα και τον ιδρώτα του κόσμου.
[...] Κοίτα που καταντήσαμε κάθε πολιτικός και κόκκινο
φανάρι στην πόρτα του και το όνομά του φωτισμένο σε ταμπελίτσα πλάι στο
κουδούνι.» «Σε άλλες χώρες που οι πολίτες ξέρουν τα δικαιώματά τους θα είχε αλλάξει
από καιρό τέτοια κατάσταση. Εδώ τα εδραιωμένα συμφέροντα, η μονοπωλιακή
εκμετάλλευση, τα «κλειστά επαγγέλματα», το συνάλλαγμα που σπαταλιέται σε
πολυτέλειες και αργομισθίες.
[...] Τετρακόσια χρόνια σκύβαμε το κεφάλι όταν σήκωνε τη
φωνή κι ο τελευταίος αγάς. Ενάμιση αιώνα τώρα ελεύθερο κράτος κι ακόμη μας
δυναστεύουν αγάδες κάθε λογής.» «Παραμερίστε διαφορές με Παπατζήδες ή
Σβωλοτσιριμώκους, παράπονα και μνησικακίες για Λίβανους και Δεκέμβρηδες και
λοιπά. Όλοι μαζί, όλοι μαζί, να σώσουμε τον τόπο, γιατί η Γερμανίδα λύσσαξε και
θα τον ξεπατώσει… [...]
Χαμένη άνοιξη, Στρατής Τσίρκας, εκδ. Κέδρος
ΣΤΡΑΤΗΣ ΤΣΙΡΚΑΣ (1911-1980)
Ο Στρατής Τσίρκας (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Γιάννη
Χατζηαντρέα από παρατσούκλι του πατέρα του), γιος του Κώστα και της Περσεφόνης Χατζηαντρέα,
γεννήθηκε και πέρασε τα παιδικά και νεανικά του χρόνια στο Κάιρο. Είχε τρία
μικρότερα αδέρφια. Γύρω στο 1917 γράφτηκε στην Αμπέτειο Σχολή, στο εμπορικό
τμήμα, από όπου αποφοίτησε το 1928. Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε στην
Εθνική Τράπεζα της Αιγύπτου για ένα χρόνο και από το 1929 ως το 1939 σε μια
εταιρεία βάμβακος στην Άνω Αίγυπτο, αρχικά ως λογιστής και στη συνέχεια ως
διευθυντής των εκκοκιστηρίων. Το 1933 πέθανε ο πατέρας του από φυματίωση. Το
1935 εντάχτηκε στην αντιφασιστική οργάνωση "Ligue Pacifiste" και
ίδρυσε μαζί με τον Θεοδόση Πιερίδη την "Αντιφασιστική Πρωτοπορία".
Το 1937 παντρεύτηκε την Αντιγόνη Κερασσώτη, με την οποία
ταξίδεψε στην Αυστρία, την Ιταλία, τη Γιουγκοσλαβία, τη Γαλλία και την Ελλάδα
και απέκτησε ένα γιο τον Κώστα (γεν. 1957). Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου πήρε
μέρος (ανάμεσα στους Μπέρτολντ Μπρεχτ, Λουί Αραγκόν, Πάμπλο Νερούντα και
άλλους) στο Β’ Διεθνές Συνέδριο των Συγγραφέων για την Υπεράσπιση της
Κουλτούρας εναντίον του Πολέμου και του Φασισμού, στο Παρίσι, και έγραψε μαζί
με τον Χιούς τον όρκο στον Λόρκα, που προωθήθηκε από τον Λουί Αραγκόν και
υπογράφτηκε από σαράντα συγγραφείς. Από το 1939 ως το 1963 έζησε στην
Αλεξάνδρεια και εργάστηκε ως διευθυντής βυρσοδεψείου (έφυγε για λίγους μήνες το
1942 όταν ο Ρόμμελ απείλησε την πόλη). Το 1943 έγινε καθοδηγητικό στέλεχος του
Ελληνικού Απελευθερωτικού Συνδέσμου. Στην περίοδο αυτή τοποθετείται η γνωριμία
του με το Γιώργο Σεφέρη. Το 1961 διαγράφτηκε από το Κ.Κ.Ε., καθώς αρνήθηκε να
αποκηρύξει το έργο του "Η Λέσχη", που είχε εκδοθεί λίγο νωρίτερα. Το
1963 έφυγε για την Αθήνα, όπου έζησε ως το θάνατό του. Μετά την κήρυξη της
δικτατορίας του Παπαδόπουλου έγινε μέλος του Πατριωτικού Αντιδικτατορικού
Μετώπου.
Το 1969 εντάχθηκε στο Κ.Κ.Ε. εσωτερικού και ένα χρόνο
αργότερα πήρε μέρος στη σύνταξη του αντιδικτατορικού τόμου "18
Κείμενα" με το διήγημα "Αλλαξοκαιριά". Συμμετείχε επίσης στον
τόμο "Νέα Κείμενα" (1970) και στα "Νέα Κείμενα 2". Πέθανε
στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο σε ηλικία 69 χρόνων από ανεύρυσμα. Συνεργάστηκε με
τα περιοδικά "Έλλην" - αργότερα όργανο του ΕΑΣ -, "Κυπριακά
Γράμματα", "Ελεύθερα Γράμματα", "Αλεξανδρινή
Λογοτεχνία", "Πάροικος", "Φωνή", "Επιθεώρηση
Τέχνης", "Αυγή", "Ταχυδρόμος", "Συνέχεια".
Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Βιογραφίας για το έργο του "Ο Καβάφης και η
εποχή του" (1959) και με το Βραβείο Κριτικών και Εκδοτών της Γαλλίας για
τις "Ακυβέρνητες Πολιτείες" (1972). Ο Στρατής Τσίρκας τοποθετείται
ανάμεσα στη μεσοπολεμική και μεταπολεμική γενιά της νεοελληνικής πεζογραφίας
και το έργο του συνδέεται άμεσα με τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα και τη
γενέτειρά του, στις οποίες πήρε ενεργό μέρος.
Η πρώτη του εμφάνιση στο χώρο της λογοτεχνίας σημειώθηκε
το 1927 με μεταφράσεις των Μυσσέ, Χάινε και Σίλλερ στα περιοδικά
"Μπουκέτο" και "Οικογένεια" και τη δημοσίευση του πρώτου
του πεζογραφήματος με τίτλο "Το φεγγάρι" στο περιοδικό
"Παναιγυπτία". Το 1930 δημοσίευσε το πεζογράφημα
"Μεσημεριάτικο" στο περιοδικό "Πρωτοπορία" και το πρώτο του
ποίημα, με τίτλο "Pot pouri", στο περιοδικό "Αλεξανδρινή
Τέχνη". Την ίδια χρονιά γνωρίστηκε με τον Κ.Π. Καβάφη. Το 1937 κυκλοφόρησε
την ποιητική συλλογή "Φελλάχοι", όπου υπέγραψε για πρώτη φορά με το
όνομα Στρατής Τσίρκας. Ως το ξέσπασμα του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου
ασχολήθηκε με την ποίηση και το διήγημα.
Γνωστός έγινε κυρίως μετά την έκδοση της βιογραφίας
"Ο Καβάφης και η εποχή του" και της μυθιστορηματικής τριλογίας
"Ακυβέρνητες Πολιτείες", που δίχασαν τους κριτικούς και λογοτεχνικούς
κύκλους και προκάλεσαν ζυμώσεις στο χώρο της αριστερής διανόησης. Έργα του
μεταφράστηκαν σε πολλές ξένες γλώσσες. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του
Στρατή Τσίρκα βλ. Προκοπάκη Χρύσα, "Στα ίχνη του Στρατή Τσίρκα· σχεδίασμα
χρονολογίου", Αθήνα, Κέδρος, 1985· Παπαλέξης Ηρακλής, "Χρονολόγιο
Στρατή Τσίρκα (1911-1980)", Διαβάζω τ. 171, 15/7/1987, σ.10-16, Ζήρας
Αλέξης, "Τσίρκας Στρατής", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό
Λεξικό", τ. 9β, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, και Αργυρίου Αλέξανδρος,
"Στρατής Τσίρκας", στο "Η μεταπολεμική πεζογραφία· από τον
πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του 1967", Ζ΄, σ. 290-377. Αθήνα, Σοκόλης,
1988.
Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.