Αίσθηση προκαλεί στη Γερμανία η πρόταση του διευθυντή της καγκελαρίας να τροποποιηθεί διάταξη του Συντάγματος που βάζει πλαφόν στον νέο δανεισμό. Τέλος στη δημοσιονομική πειθαρχία υπό την πίεση της πανδημίας;
Παρά λίγο να περάσει απαρατήρητο την Τρίτη: στην
τελευταία σελίδα της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt, εκεί που συνήθως
επιφανείς πολιτικοί ή οικονομολόγοι δημοσιεύουν προσωπικές απόψεις και σχόλια,
ο διευθυντής της καγκελαρίας Χέλγκε Μπράουν παρουσιάζει την πρότασή του για ένα
«Σύμφωνο για τη Γερμανία μετά την πανδημία».
Mεταξύ άλλων προτείνει να τροποποιηθεί η συνταγματική
κατοχύρωση για το «φρένο» του δημοσίου χρέους, που είχε καθιερωθεί το 2009 με
πρωτοβουλία του σοσιαλδημοκράτη υπουργού Οικονομικών Πέερ Στάινμπρικ για να
μπει ένα αυστηρό όριο της τάξεως του 0,35% στον νέο δανεισμό και να τερματιστεί
το «σπιράλ της υπερχρέωσης» στη Γερμανία.
Τώρα ο Μπράουν υποστηρίζει ότι λόγω των αυξημένων δαπανών
για την αντιμετώπιση της πανδημίας «το φρένο του χρέους είναι αδύνατον να
τηρηθεί τα επόμενα χρόνια, ακόμη και αν, κατά τα λοιπά, επικρατήσει αυστηρή
πολιτική περιστολής των δημοσίων δαπανών».
Γι αυτό ο διευθυντής της καγκελαρίας προτείνει μία
«στρατηγική ανάκαμψης για την οικονομία σε συνδυασμό με μία τροποποίηση του
Συντάγματος, η οποία για τα επόμενα χρόνια θα προβλέπει - εντός συγκεκριμένων
ορίων - πλαίσιο δανεισμού με φθίνουσα πορεία και σαφή ημερομηνία για την
επιστροφή στην τήρηση των κανόνων περί χρέους».
Δεν θα ήταν η πρώτη φορά που το Βερολίνο, υπό την πίεση
της πανδημίας, αναγκάζεται να χαλαρώσει τους αυστηρούς κανόνες δημοσιονομικής
πειθαρχίας. Άλλωστε το ίδιο το άρθρο 115 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει το
«χρεόφρενο», προβλέπει και τη δυνατότητα προσωρινής αναστολής του σε περίπτωση
φυσικών καταστροφών ή άλλων «εξαιρετικών περιστάσεων».
Ήδη τον περασμένο Μάρτιο ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός
Οικονομικών Όλαφ Σολτς ενέκρινε νέο δανεισμό 156 δισεκατομμυρίων ευρώ,
αναστέλλοντας προσωρινά το φρένο χρέους για το 2021.
Τώρα ο χριστιανοδημοκράτης διευθυντής της καγκελαρίας
προτείνει συνταγματική τροποποίηση που θα δίνει τη δυνατότητα υψηλότερου
δανεισμού για τα επόμενα χρόνια, χωρίς ο εκάστοτε υπουργός Οικονομικών να
αναγκάζεται να προσφύγει κάθε χρόνο στη ρήτρα αναστολής του «χρεόφρενου» με
βάση το άρθρο 115.
«Προσωπική» στρατηγική του Μπράουν;
Το οπισθόφυλλο της Τρίτης έγινε πρωτοσέλιδο την Τετάρτη
με την Handelsblatt να διαπιστώνει έκπληκτη ότι «ένας από τους πιο στενούς
συνεργάτες της Άνγκελα Μέρκελ επιχειρεί να χαλαρώσει έναν κανόνα που θεωρείται
ιερός στη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση».
Οι αντιδράσεις δεν άργησαν: O νέος πρόεδρος των
Χριστιανοδημοκρατών και πιθανός υποψήφιος για την καγκελαρία Άρμιν Λάσετ,
μιλώντας σε κομματική εκδήλωση, ξεκαθάρισε ότι το κόμμα του ανέκαθεν στήριζε τη
δημοσιονομική εξυγίανση και γι αυτό «το χρέος φρένου θα πρέπει να τηρηθεί».
Επιπλέον, σύμφωνα με γερμανικά ΜΜΕ, ο Λάσετ φέρεται ενοχλημένος με τον τρόπο
που επέλεξε ο Μπράουν να δημοσιοποιήσει την πρότασή του και προειδοποίησε ότι
«εάν κάποιο μέλος της κυβέρνησης θεωρεί απαραίτητη την αλλαγή του Συντάγματος,
θα πρέπει στο μέλλον να συνεννοείται για το θέμα αυτό με το κόμμα και την Κ.Ο.»
Ο επικεφαλής της Κ.Ο. των Χριστιανοδημοκρατών Ραλφ
Μπρίνκχαους ξεκαθαρίζει ότι η πρόταση Μπράουν «αποτελεί προσωπική του άποψη.
Δεν είναι δική μου θέση, δεν είναι η θέση των ειδικών μας για θέματα οικονομίας
και προϋπολογισμού, δεν αποτελεί θέση της πλειοψηφίας στην Κ.Ο.»
Αντιθέτως, ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Οικονομικών και
υποψήφιος του SPD για την καγκελαρία, Όλαφ Σολτς, εκτιμά ότι η πρόταση Μπράουν
«έχει πολλά πλεονεκτήματα», αλλά «προϋποθέτει μία ευρύτερη διακομματική
συναίνεση». Τη στήριξή της εκφράζει και η Κάτριν Γκέρινγκ-Έκαρντ, ηγετικό
στέλεχος των Πρασίνων, επισημαίνοντας ότι «στο μέλλον θα είναι αδύνατον να
τηρηθεί το φρένο του χρέους».
Μία αλλαγή του Συντάγματος δεν είναι εύκολη υπόθεση,
καθώς προϋποθέτει πλειοψηφία δύο τρίτων στη Βουλή, αλλά και στο Ομοσπονδιακό
Συμβούλιο, την αποκαλούμενη «Άνω Βουλή», στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι των
16 γερμανικών κρατιδίων. Πολλοί εκτιμούν ότι το «φρένο χρέους» θα αποτελέσει
ένα από τα κύρια θέματα του προεκλογικού αγώνα στη Γερμανία ενόψει των εκλογών
για την Ομοσπονδιακή Βουλή στις 26 Σεπτεμβρίου.
Με σκωπτικό ύφος ο Κρίστιαν Λίντνερ, επικεφαλής των
Φιλελευθέρων (FDP) και υπέρμαχος της δημοσιονομικής πειθαρχίας, δήλωσε το βράδυ
της Τρίτης ότι ο διευθυντής της καγκελαρίας μάλλον «βιάστηκε να αρχίσει τις
διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης με τους Πράσινους».
Τώρα αρχίζει η συζήτηση
Προσωπική ή όχι, η άποψη του Χέλγκε Μπράουν ανοίγει μία
συζήτηση που, όπως όλα δείχνουν, θα έχει συνέχεια. Μιλώντας την Τρίτη στο πρώτο
πρόγραμμα της γερμανικής τηλεόρασης (ARD) o οικονομολόγος Λαρς Φελντ,
επικεφαλής της ομάδας των «Σοφών» της γερμανικής οικονομίας που συμβουλεύει την
κυβέρνηση Μέρκελ, τόνισε ότι ο υπουργός Οικονομικών διαθέτει ακόμη επαρκή
περιθώρια ελιγμών, για παράδειγμα από κονδύλια παλαιότερων χρήσεων που δεν
έχουν απορροφηθεί, με αποτέλεσμα να μην χρειάζονται υπερβάσεις στο «φρένο του
χρέους».
Ωστόσο, όπως επισημαίνει η εφημερίδα Die Welt, στην
τελευταία έκθεσή τους για την γερμανική οικονομία οι πέντε «Σοφοί» είχαν
αποφανθεί ότι «λόγω των ιδιαίτερων δημοσιονομικών προκλήσεων στο πλαίσιο της
πανδημίας και προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της, θα μπορούσε να εξεταστεί
μία νέα, μεταβατική περίοδος για το φρένο χρέους».
Οι ειδικοί υπολογίζουν ότι, για παράδειγμα, αν το 2022 η
Γερμανία δεν τηρήσει το όριο δανεισμού του 0,35%, αλλά φτάσει στο 1%, θα
προκύψουν νέα χρέη συνολικού ύψους 43 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Πηγή: Deutsche Welle