Σε 3.500 ανέρχεται ο αριθμός των διαβατηρίων που χορήγησε παράνομα η κυπριακή κυβέρνηση σε συγγενείς πλουσίων επενδυτών στο πλαίσιο του επενδυτικού προγράμματος των Κατ’ Εξαίρεση Πολιτογραφήσεων Αλλοδαπών Επιχειρηματιών και Επενδυτών, σύμφωνα με την επιτροπή που διερευνά το σκάνδαλο των λεγόμενων «χρυσών» διαβατηρίων.
Η ενδιάμεση έκθεση της επιτροπή που ερευνά την υπόθεση
δόθηκε στη δημοσιότητα την Μ. Τρίτη και αναφέρει ότι σε περίπου 770 αλλοδαπούς
δόθηκε παρανόμως υπηκοότητα, ενώ εισηγείται για 44 επενδυτές να εξεταστεί το
ενδεχόμενο αποστέρησης της υπηκοότητας και για άλλους 22 επενδυτές να εξεταστεί
το ενδεχόμενο αποστέρησης της πολιτογράφησης τους.
Σύμφωνα με την κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος» στα
προκαταρκτικά συμπεράσματα αναφέρεται ότι δύο υπουργοί και ο πρόεδρος της
Δημοκρατίας δεν εφάρμοζαν την αρχή της αμεροληψίας κατά τη λήψη αποφάσεων στο
Υπουργικό Συμβούλιο για τις κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις.
Η έρευνα αφορά την περίοδο από το 2007 έως και τη 17η
Αυγούστου 2020.
Η Επιτροπή σημειώνει τους αριθμούς των κατ’ εξαίρεση
πολιτογραφήσεων για κάθε Προεδρία. Συγκεκριμένα κατά την Προεδρία Παπαδόπουλου
έγιναν 5 πολιτογραφήσεις, κατά την Προεδρία Χριστόφια 228 πολιτογραφήσεις και
κατά τις Προεδρίες Αναστασιάδη – 6.546 πολιτογραφήσεις.
Συγκεκριμένα από το σύνολο των 6.779 φυσικών προσώπων που
έχουν πολιτογραφηθεί, ποσοστό 51,81% (μέλη οικογένειας του επενδυτή) ήταν εκτός
νομικού πλαισίου και, επομένως, είχαν πολιτογραφηθεί παράνομα.
Σε σχέση με την ορθή εφαρμογή των κριτηρίων του
Υπουργικού Συμβουλίου, από την μέχρι στιγμής εξέταση των φακέλων υψηλού
κίνδυνου επενδυτών (συμπεριλαμβανομένων και των ομαδικών πολιτογραφήσεων),
προκύπτει ότι 57,81% από το σύνολό των 417 επενδυτών δεν τηρούνταν τα κριτήρια
που το ίδιο το Υπουργικό Συμβούλιο έθετε.
Σε σχέση με τους χαμηλού κινδύνου επενδυτές, δηλαδή από
τους 2.061 οι οποίοι εξετάζονται την περίοδο από το 2007-2016, προκύπτει ότι
82,9% φαίνεται να ικανοποιούσαν τα κριτήρια κατά τον χρόνο εξέτασης των
κριτηρίων από το Υπουργικό Συμβούλιο ενώ το 17,1% δεν φαίνεται να τα
ικανοποιούσε.
Όσον αφορά το Υπουργικό Συμβούλιο αναφέρεται ότι
λειτουργούσε κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, οι οποίες
περιλαμβάνουν το αξίωμα ότι ουδείς μπορεί να είναι κριτής της δικής του
υπόθεσης (NEMO JUDEX IN CAUSA SUA).
«Παρά το γεγονός ότι υπήρχε από το 2013, δεν τηρείτο
Κώδικας Δεοντολογίας και, επομένως, τόσο τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου όσο
και ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος προήδρευε του
Υπουργικό Συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου, δεν πληροφορούνταν, όπως αναφέρθηκε
πιο πάνω, την ταυτότητα των παρόχων υπηρεσιών, προκειμένου να δηλώνουν
οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο συμφέρον τους στην υπόθεση, και να αυτοεξαιρούνται,
ως όφειλαν», αναφέρεται μεταξύ άλλων.
«Συγκεκριμένα ο πρώην Υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων,
Μάριος Δημητριάδης, συμμετείχε στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου από
τις 14/3/14 μέχρι τις 28/2/2018. Στις εν λόγω συνεδριάσεις, εγκρίθηκαν περίπου
137 πολιτογραφήσεις επενδυτών, οι οποίες προωθούνταν από συνδεδεμένο με αυτόν
δικηγορικό γραφείο και είχε δικαίωμα ψήφου. Επιπλέον, ο πρώην Υπουργός Άμυνας
και νυν βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, κ. Αγγελίδης, από τις 1.3.18 μέχρι τις
26.6.20 συμμετείχε στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, στις οποίες
εγκρίθηκαν 3 πολιτογραφήσεις επενδυτών, που προωθήθηκαν από δικηγορικό γραφείο
στο οποίο εργάζεται συνδεδεμένο με αυτόν πρόσωπο, αναφέρεται.
Σημειώνεται ότι οι πιο πάνω πρώην Υπουργοί συμμετείχαν
στις συνεδριάσεις των Υπουργικών Συμβουλίων στη διάρκεια των οποίων εγκρίθηκαν
πολιτογραφήσεις επενδυτών, που προωθούνταν από τα συνδεδεμένα με αυτούς
δικηγορικά γραφεία και είχαν δικαίωμα ψήφου. Περαιτέρω, συμμετείχαν στις
συζητήσεις που πραγματοποιούνταν με σκοπό την αλλαγή των Κριτηρίων του
Προγράμματος.
«Στη βάση των ανωτέρω, εκτιμάται ότι οι πρώην Υπουργοί
όφειλαν, όχι μόνο να ενεργούν με απόλυτη αμεροληψία, αλλά και να φαίνονται ότι
ενεργούν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Η απουσία σχετικής αναφοράς, ότι, δηλαδή,
δικηγορικό γραφείο συνδεδεμένο με αυτούς προωθούσε αιτήσεις πολιτογραφήσεων σε
οποιαδήποτε συνεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου που συμμετείχαν ερχόταν σε πλήρη
αντίθεση με τη Χάρτα που υπέγραψαν ότι θα τηρούσαν», αναφέρεται.
Προστίθεται ότι κατά παρόμοιο τρόπο, ο Πρόεδρος της
Δημοκρατίας συμμετείχε στις συνεδρίες του Υπουργικού Συμβουλίου, στις οποίες
εγκρίθηκαν περίπου 50 πολιτογραφήσεις επενδυτών που προωθούσε το δικηγορικό
γραφείο στο οποίο ποσοστό 50% ανήκει σε συγγενικά του πρόσωπα 1ου βαθμού.
Επίσης, άλλα πρόσωπα, τα οποία ήταν συνδεδεμένα με τον
ίδιο, συμμετείχαν στο πρόγραμμα μέσω της παροχής άλλων υπηρεσιών.
«Κατά την άποψή μας, το γεγονός ότι ο Πρόεδρος της
Δημοκρατίας δεν έχει δικαίωμα ψήφου, δεν τον απαλλάσσει από την υποχρέωση να
ενεργεί με απόλυτη αμεροληψία και να φαίνεται ότι ενεργεί κατ’ αυτό τον τρόπο»,
σημειώνεται.
Προστίθεται ότι με
τη δικαιολογία, ότι τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου δεν λάμβαναν
σχετική πληροφόρηση, ουδέποτε εφάρμοσαν τη Χάρτα και παραμένει το γεγονός ότι
το Υπουργικό Συμβούλιο δεν εφάρμοζε την αρχή της αμερόληπτης κρίσης.