Μαριάνθη Πελεβάνη
Μαρία Μαγδαληνή. Μία από τις πλέον αινιγματικές και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες στην ιστορία του Ιησού. Ήταν μετανοημένη πόρνη, πιστή ακόλουθος του Ιησού, ή σύζυγός του;
Ερωτήματα που μπορεί να μην έχει καν νόημα να απαντηθούν,
πέραν της «θρησκευτικής νομολογίας», ωστόσο γέννησαν διάφορες θεωρίες, κάποιες
από αυτές στα όρια της συνωμοσιολογίας και πολλά βιβλία που διεκδικούν την
ανατροπή, την αποκάλυψη και την μετακινούμενη «κρυμμένη» αλήθεια, επικαλούμενα
απόκρυφα ευαγγέλια, χαμένους παπύρους και χειρόγραφα, κ.λπ.
Η θεωρία συνωμοσίας με τον Ιησού και τη Μαρία τη
Μαγδαληνή, θέλει τον Ιησού να διατηρούσε ερωτική σχέση με τη Μαρία τη Μαγδαληνή
και μετά το θάνατό του, εκείνη να παίρνει τον καρπό της σχέσης τους και να
φεύγει με πιθανότερη κατεύθυνση τη Γαλλία.
Παρόλα αυτά το μόνο στοιχείο που επιβεβαιώνεται για την
Μαγδαληνή, είναι η καταγωγή της από την μικρή πόλη Μαγδάλα, που υπάρχει ως και
σήμερα έξω από την Ιερουσαλήμ.
Στην ιστορία έχει μείνει ως εκδιδόμενη γυναίκα. Ο
Καζαντζάκης στο βιβλίο του «Ο τελευταίος πειρασμός» το 1953, αναφέρεται σε
αυτήν ως γυναίκα του Ιησού. Στο βιβλίο «Το Ιερό Γκράαλ», που δημοσιεύτηκε το 1982,
οι συγγραφείς Λίνκολν, Λέι και Μπέιτζεντ υποστήριζαν ότι ο Ιησούς και η Μαρία
ήταν σύζυγοι και είχαν αποκτήσει παιδιά, γεγονός που απέκρυψε η Χριστιανική
Εκκλησία. Στο ίδιο βιβλίο αναφέρεται επίσης πως ο Ντα Βίντσι ήταν μέλος της
αίρεσης -Ηγουμενίας της Σιών-, τα μέλη της οποίας γνώριζαν την αλήθεια και τη
μετέφεραν από γενιά σε γενιά.
Το 1996, ο LaurenceGardner, ένας αυτοαποκαλούμενος
εμπειρογνώμονας στη βασιλική γενεαλογία, δημοσίευσε το βιβλίο
«BloodlineoftheHolyGrail» (Γενεαλογία του Αγίου Δισκοπότηρου), στο οποίο
υποστηρίζει ότι ο Χριστός παντρεύτηκε την Μαρία την Μαγδαληνή και ότι οι
νόμιμοι απόγονοί τους και επομένως κληρονόμοι ήταν οι Stuarts, οι οποίοι κάποτε
κυβέρνησαν την Σκωτία και έπειτα την Αγγλία μέχρι το θάνατο της βασίλισσας
Άννας και τον ερχομό της δυναστείας των Hanoverian στη Μεγάλη Βρετανία το 1714.
Νωρίτερα, η Barbara Thiering δημοσίευσε το βιβλίο «Jesus and the Dead Sea
Scrolls» (Ο Ιησούς και τα Χειρόγραφα της Νεκράς Θάλασσας), που χρησιμοποιεί τη
μάλλον πρωτότυπη ερμηνεία μερικών χειρογράφων της Νεκράς Θάλασσας για να
υποστηρίξει ότι Χριστός δεν πέθανε πραγματικά στο σταυρό, αλλά αντ' αυτού
παντρεύτηκε την Μαρία την Μαγδαληνή, από την οποία αυτός αργότερα πήρε
διαζύγιο.
Το ίδιο συμβαίνει και στο βιβλίο «Κώδικας Ντα Βίντσι». Το
2003 ο Νταν Μπράουν, με τον «Κώδικα Ντα Βίντσι», σκανδάλισε «αποκαλύπτοντας»
ότι στο «Μυστικό Δείπνο», το έργο του αναγεννησιακού ζωγράφου Ντα Βίντσι, η
φυσιογνωμία με τα μακριά κόκκινα μαλλιά δεν είναι ο Ιωάννης, αλλά η Μαρία
Μαγδαληνή, ενώ ανάμεσα τους σχηματίζεται ένα V, σύμβολο του ιερού θηλυκού.
Μάλιστα, στο βιβλίο, ο συγγραφέας Νταν Μπράουν παρουσίαζε ουσιαστικά μια
διαφορετική εκδοχή για αυτό που ξέρουμε ως «Ιερό Δισκοπότηρο». Σύμφωνα αυτήν,
το Δισκοπότηρο ήταν η Μαρία Μαγδαληνή.
«Το Χαμένο Ευαγγέλιο» είναι ένα βιβλίο που συνέγραψαν από
κοινού ο καθηγητής θεολογίας Barrie Wilson και η συγγραφέας-ιστορικός Simcha
Jacobovici. Οι δυο τους βασίζουν τις διατυπώσεις τους σε χειρόγραφα 1.450 ετών,
που βρήκαν στην Βρετανική βιβλιοθήκη.
Σύμφωνα με όσα υποστηρίζουν ο Ιησούς παντρεύτηκε τη Μαρία
Μαγδαληνή και έκαναν δύο παιδιά, δεκατρία χρόνια πριν τη σταύρωση του μέχρι την
οποία μεσολάβησε και μια απόπειρα δολοφονίας της Μαγδαληνής. Οι συγγραφείς
μετέφραζαν επί σειρά μηνών το αρχικό κείμενο και αναφέρουν ότι η «αυθεντική»
Παρθένος Μαρία, είναι εν τέλει η Μαγδαληνή και όχι η μητέρα του Χριστού όπως ξέρουμε
σήμερα. Τα χειρόγραφα που επικαλούνται, είναι γραμμένα σε συριακή διάλεκτο και
βρίσκονταν στην βιβλιοθήκη για 170 χρόνια. Ουδείς γνωρίζει γιατί δεν είχαν
μεταφραστεί. Ο Wilson και η Jacobovici διατείνονται ωστόσο ότι είναι πέρα για
πέρα αυθεντικά.
Διαβάστε ακόμα:
«Μαρία η Μαγδαληνή: η κρυμμένη θεά του Χριστιανισμού» του Λι Πίκνετ
Η πιο πρόσφατη αποκάλυψη ήρθε το 2012 από το Πανεπιστήμιο
του Χάρβαρντ. Ο Ιησούς ήταν παντρεμένος; «Ενας πάπυρος το αποδεικνύει»,
απάντησε η Κάρεν Κινγκ, καθηγήτρια στη Σχολή Θεολογίας του Χάρβαρντ, κατά το
10ο Συνέδριο Σπουδών για τους Κόπτες που έγινε στη Ρώμη. Η ερευνήτρια βασίστηκε
σε ένα μικρό κομμάτι αρχαίου πάπυρου που προέρχεται από μια ιδιωτική συλλογή
και το οποίο το παρουσίασε στο Συνέδριο της Ρώμης. Το νέο στοιχείο είναι ότι
πάνω σε αυτό το κομμάτι παπύρου είναι γραμμένες σε Κοπτικά οι λέξεις: «Ο Ιησούς
τους είπε, ιδού η γυναίκα μου», υποδηλώνοντας ότι ο Χριστός ήταν παντρεμένος με
τη Μαρία Μαγδαληνή.
Η Κινγκ και οι συνεργάτες της θεωρούν ότι το κομμάτι του
παπύρου προέρχεται από τη μετάφραση στα Κοπτικά ενός άγνωστου μέχρι σήμερα
Ευαγγελίου, το οποίο ονόμασαν «Ευαγγέλιο της γυναίκας του Ιησού». «Ο πάπυρος
δεν αποδεικνύει ότι ο Ιησούς ήταν παντρεμένος αλλά μπορούμε να θέσουμε πλέον
την ερώτηση μετά από αυτή την ανακάλυψη» τονίζει η Κινγκ. «Η χριστιανική
παράδοση είναι βασισμένη στη βεβαιότητα ότι ο Ιησούς δεν ήταν παντρεμένος ενώ
δεν υπήρχε καμία ιστορική απόδειξη γι’ αυτή την παραδοχή» επισημαίνει.
Η έλλειψη τότε της απαραίτητης κριτικής τεκμηρίωσης, τα
αυτούσια παράλληλα με άλλα γνωστά κοπτικά κείμενα, κυρίως όμως ο προκλητικός
τίτλος τον οποίο προσέδωσε η καθηγήτρια στο υποτιθέμενο αρχικό κείμενο,
ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων τόσο στο Βατικανό όσο και στην επιστημονική
κοινότητα, που έκανε λόγο για επιτήδεια σύγχρονη παραχάραξη. Ολα αυτά
συνετέλεσαν στο να ανακληθεί από τη διεύθυνση του περιοδικού η επίσημη
δημοσίευση του άρθρου της Κινγκ.
Ετσι, για δύο περίπου χρόνια η συζήτηση περιστράφηκε γύρω
από την αυθεντικότητα ή μη του πάπυρου και όχι την ουσία του περιεχομένου του.
Οπως από την πρώτη στιγμή υποστήριζε η καθηγήτρια, η ανακάλυψη αυτή με κανέναν
τρόπο δεν αλλάζει τα ιστορικά δεδομένα για τον Ιστορικό Ιησού, αλλά αποτελεί
μία επιπλέον απόδειξη ότι από πολύ νωρίς χριστιανικοί κύκλοι συζητούσαν θέματα όπως
η υποχρεωτική αγαμία του κλήρου, η μαθητεία στον κύκλο του Ιησού και κυρίως η
ηγετική θέση των γυναικών.
Τελικά, το επιστημονικό πόρισμα τριών κορυφαίων
ερευνητικών ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένου και του ΜΙΤ, κατέρριψε την υπόθεση
της παραχάραξης, αποδεικνύοντας την αυθεντικότητα του πάπυρου, τον τοποθετεί
όμως χρονολογικά σε μια αρκετά μεταγενέστερη περίοδο, μεταξύ του 4ου και του
8ου αι. μ.Χ.
Ο Πέτρος Βασιλειάδης, ομότιμος καθηγητής του Τμήματος
Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, υποστηρίζει ότι «η νέα
αυτή ανακάλυψη, πέραν της πολύ μεταγενέστερης προέλευσής της, δεν ανατρέπει τα
ιστορικά δεδομένα για την οικογενειακή κατάσταση του Ιστορικού Ιησού, για τον
οποίον οι μόνες ιστορικά αξιόπιστες πηγές παραμένουν τα κανονικά ευαγγελικά και
λοιπά καινοδιαθηκικά κείμενα. Ακόμη και η συζητήσιμη γραφή «η γυναίκα μου»,
όπως παραδέχεται και η ίδια η Κινγκ, πιθανότατα έχει μεταφορική και όχι
κυριολεκτική σημασία, κάτι συνηθισμένο σε τέτοια κείμενα. Ερχεται όμως να
προστεθεί στις ήδη γνωστές παλαιότερες ανακαλύψεις απόκρυφων κειμένων, που
πιστοποιούν τη συζήτηση σε ορισμένους κύκλους της αρχέγονης χριστιανικής
κοινότητας για τον ηγετικό ρόλο των γυναικών, με αιχμή του δόρατος κυρίως τη
Μαγδαληνή, για την οποία όμως δεν υπάρχει καμία απολύτως ιστορική ένδειξη ότι
ήταν σύντροφος του Ιησού. Αντίθετα, είναι πλέον ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι ήταν
προβεβλημένη μαθήτρια του Χριστού, απόστολος των αποστόλων, τα στοιχεία όμως
αυτά στο διάβα της Ιστορίας, όπως και η γενικότερη θέση - ακόμη και λειτουργική
-, έχουν επιμελώς περιθωριοποιηθεί ή ακόμη και επιτυχώς διαγραφεί».
Σύμφωνα με τα ευαγγέλια
Επίσημα, η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή ήταν μία από τις πολλές
ακολούθους που ευεργετήθηκαν από τον Ιησού και ίσως, όπως οι μαθητές, έτσι κι
εκείνες, κατά καιρούς εγκατέλειπαν τα σπίτια και τους συγγενείς τους για να
υπηρετήσουν το ιεραποστολικό έργο του Ιησού (ο Ματθαίος μάλιστα, εισάγει το
όνομά της για πρώτη φορά σαν να ήταν κάποιο γνωστό πρόσωπο παρόλο που δεν την
είχε μνημονεύσει πάλι μέχρι τότε).
Βλέπουμε, συγκεκριμένα, μερικές από τις γυναίκες που
κατάγονταν από τα μέρη της Γαλιλαίας, να βρίσκονται στα νότια της Ιουδαίας και
στην πόλη των Ιεροσολύμων ακόμη, και να βοηθούν το έργο του Ιησού. Ο
ευαγγελιστής Λουκάς υπογραμμίζει μερικές φορές, ότι ολόκληρο σχεδόν το
ιεραποστολικό έργο το συντηρούσαν οικονομικά πολλές από τις «μαθήτριες» αυτές,
διαθέτοντας προφανώς τα οικονομικά μέσα «εκ των υπαρχόντων αυταί», για τη
συντήρηση, μετακίνηση και διαμονή της συνοδείας του Ιησού (Λκ. 8:3).
Η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή είναι εκείνη από την οποία ο
Ιησούς διώχνει επτά δαιμόνια (Μκ 16:9), δηλ. «πολλά» καθώς αυτή ήταν η συνήθης
χρήση του αριθμού επτά από τους εβραίους.
Η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή μαζί με άλλες ακολούθους του
Ιησού, βρίσκεται στο Γολγοθά την ώρα της σταύρωσης (Μτ. 27:56) και ήταν από
τους πρώτους που είδαν ότι η πέτρα του τάφου Του Ιησού είχε μετακινηθεί (Μτ
28:1-2).
Η Αγία Μαρία η Μαγδαληνή έτρεξε με τις υπόλοιπες γυναίκες
να πει στους μαθητές ότι το σώμα του Ιησού έλειπε αλλά εκείνοι δεν το πίστεψαν
(Λκ. 24:10).
Ο αναστημένος Ιησούς (Μκ. 16:9) εμφανίστηκε πρώτα στην
Υπεραγία Θεοτόκο και στην Αγία Μαρία τη Μαγδαληνή.
Η Μαγδαληνή της απόκρυφης παράδοσης
Σύντομες αναφορές στο πρόσωπο της Μαρίας Μαγδαληνής που
δεν ξεφεύγουν όμως πολύ από το περιεχόμενο των «κανονικών» ευαγγελίων
συναντώνται στα:
Απόκρυφη «Επιστολή Τιβερίου προς Πιλάτο» κείμενο στα
ελληνικά του 11ου μ.Χ. αιώνα, δυτικής προέλευσης.
Απόκρυφο «Ευαγγέλιο Πέτρου» που η συγγραφή του
χρονολογείται στα τέλη του 2ου αιώνα.
Εκεί που οι διηγήσεις φεύγουν μακριά από τα δεδομένα των
κανονικών ευαγγελίων είναι στο λεγόμενο Ευαγγέλιο του Φιλίππου, ένα Γνωστικό
κείμενο της συλλογής του Ναγκ Χαμαντί, που αποδίδεται στο μαθητή του Ιησού
Φίλιππο.
Εκεί αναφέρεται για τον Ιησού: «[…] Μαρία λεγόταν η
αδελφή του και η μητέρα του και η σύζυγος του», «Η σύζυγος του ήταν η Μαρία η
Μαγδαληνή. Ο Ιησούς την αγάπησε πολύ […]», και «Την αγαπούσε περισσότερο από
όλους τους άλλους μαθητές και την φιλούσε συχνά στο στόμα».
Επίσης, και το Ευαγγέλιο της Μαρίας που βρέθηκε στο
Γνωστικό Κώδικα του Βερολίνου που έχει χρονολογηθεί στις αρχές του 5ου αιώνα
μ.Χ. (αλλά μάλλον η συγγραφή του τοποθετείται πιο πριν) αναφέρει: «Ο Πέτρος
είπε στη Μαρία, Αδελφή, ξέρουμε ότι ο Σωτήρας σε αγαπούσε περισσότερο από τις υπόλοιπες
γυναίκες».
Όπως ισχυρίζεται η Elaine Pagels, καθηγήτρια
θρησκειολογίας στο πανεπιστήμιο του Πρίνστον, «Η νύξη περί ερωτικής σχέσης
μεταξύ του Ιησού και της Μαρίας της Μαγδαληνής μπορεί να υπονοεί μια
μυστικιστική επαφή, η ιστορία μας αποκαλύπτει πως οι μυστικοί πολλών παραδόσεων
επέλεξαν σεξουαλικές μεταφορές για να περιγράψουν εμπειρίες τους ».
Με αφορμή τα Απόκρυφα αυτά ευαγγέλια, πολλοί σύγχρονοι
συγγραφείς, αναφέρθηκαν στον «νεανικό έρωτα» του Ιησού με τη Μαρία Μαγδαληνή.
Ανάμεσα σε συγγραφείς με αναφορές σε διάφορες συζύγους ή απλά συντρόφους του
Ιησού που ταυτίζονται είτε με τη Μαγδαληνή είτε με άλλες γυναίκες βρίσκουμε
στον Νίκο Κόκκινο («Το αίνιγμα του Ιησού της Γαλιλαίας»), Έρνεστ Χέμινγουεϊ
(«Σήμερα Παρασκευή»), Ρόμπερτ Γκρέιβς («Βασιλιάς Ιησούς»), Άντονι Μπέρτζες («Ο
άνθρωπος από τη Ναζαρέτ») κ.ά.
Όποιος κι αν ήταν εν τέλει ο ρόλος της Μαρίας Μαγδαληνής,
το μόνο σίγουρο ήταν ότι αγάπησε τον Ιησού.