Με ένα εκτενέστατο ρεπορτάζ οι New York Times αναδεικνύουν τις αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην αναβάθμιση της σιδηροδρομικής ασφάλειας στην Ελλάδα, που οδήγησαν στην πολύνεκρη μετωπική σύγκρουση των δύο τρένων της 28ης Φεβρουαρίου στα Τέμπη, το χειρότερο σιδηροδρομικό δυστύχημα στην ιστορία της χώρας.
Το
δημοσίευμα ξεκινά με το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση έπρεπε να εγκαταστήσει
ένα σύστημα ασφαλείας πριν από σχεδόν τρία χρόνια, το οποίο είχε σχεδιαστεί για
να αποτρέψει το είδος της μετωπικής σύγκρουσης τρένων που οδήγησε στην ανείπωτη
τραγωδία, εξηγώντας ότι οι σιδηροδρομικοί υπάλληλοι έπρεπε να βασιστούν σε ένα
σύστημα που ήταν πολύ λιγότερο εξελιγμένο από εκείνα που χρησιμοποιούνται σε
πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σύμφωνα με σιδηροδρομικούς και συνδικαλιστικούς
αξιωματούχους και αρχεία.
«Αλλά
ακόμη και αυτό το πιο υποτυπώδες σύστημα δεν ήταν πλήρως λειτουργικό, με τα
φώτα και τα σήματα εκτός λειτουργίας, δήλωσαν την Πέμπτη αξιωματούχοι του
συνδικάτου και της ασφάλειας, καθώς οι Έλληνες ερευνητές έψαχναν για
περισσότερα πτώματα μέσα στα συντρίμμια. Αυτή η συρροή καθυστερήσεων,
προειδοποιήσεων και λαθών άφησε τον πιο πολυσύχναστο σιδηροδρομικό διάδρομο της
Ελλάδας ευάλωτο σε αυτό που κάθε σύστημα ασφαλείας έχει σχεδιαστεί για να
αποτρέψει: το ανθρώπινο λάθος» αναφέρουν οι ΝΥΤ.
«Πολλά
από τα γεγονότα που οδήγησαν στη συντριβή, η οποία στοίχισε τη ζωή σε 57
ανθρώπους, παραμένουν ασαφή. Αλλά αξιωματούχοι και εμπειρογνώμονες συμφωνούν σε
ένα πράγμα: Εάν ένα σύγχρονο σύστημα ασφαλείας είχε τεθεί σε εφαρμογή όπως είχε
προγραμματιστεί, θα ήταν σχεδόν αδύνατο για μια εμπορική αμαξοστοιχία να
καταλήξει στην ίδια γραμμή με μια επιβατική αμαξοστοιχία γεμάτη κόσμο. Θα είχαν
ακουστεί προειδοποιήσεις και θα είχαν ενεργοποιηθεί τα αυτόματα φρένα.
"Ναι, σίγουρα", δήλωσε ο Josef Doppelbauer, επικεφαλής του Οργανισμού
Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος προειδοποιεί εδώ και χρόνια για
σημαντικές ανεπάρκειες στο σύστημα σιδηροδρομικής ασφάλειας της Ελλάδας»,
συνεχίζουν.
Η
έγκυρη αμερικανική εφημερίδα κάνει ιδιαίτερη αναφορά στην έκτακτη δήλωση του
πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, που έσπευσε να αποδώσει την ευθύνη της
μετωπικής σύγκρουσης σε «τραγικό ανθρώπινο λάθος» καθώς και στην παραίτηση του
Κώστα Αχ. Καραμανλή, σημειώνοντας πως ο υπουργός αναγνώρισε ότι « οι
προσπάθειες για τη βελτίωση της ασφάλειας των σιδηροδρόμων ήταν ανεπαρκείς».
«Ωστόσο, το δυστύχημα ρίχνει φως σε
συστημικά προβλήματα που υπερβαίνουν τα όποια λάθη έγιναν αυτή την εβδομάδα»
τονίζουν οι ΝΥΤ.
«Το
σιδηροδρομικό σύστημα της Ελλάδας συγκαταλέγεται σταθερά μεταξύ των πιο
επικίνδυνων της Ευρώπης, παρά το γεγονός ότι έχει λάβει 700 εκατομμύρια δολάρια
(σ.σ. περίπου 650 εκατ. ευρώ) για εκσυγχρονισμό από την Ευρωπαϊκή Ένωση την
τελευταία δεκαετία. Και η εγκατάσταση του νέου συστήματος ασφαλείας καθυστέρησε
τόσο πολύ που ένας ανώτερος κυβερνητικός αξιωματούχος παραιτήθηκε πέρυσι για να
διαμαρτυρηθεί για αυτό που αποκάλεσε "αδικαιολόγητες καθυστερήσεις".
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένει από τις 27 χώρες μέλη της να θέσουν σε εφαρμογή
εξελιγμένες νέες διαδικασίες, γνωστές ως Ευρωπαϊκό Σύστημα Ελέγχου Τρένων,
μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Το σύστημα αυτό παρακολουθεί τα τρένα και
αναλαμβάνει τον έλεγχο όταν αυτά τρέχουν πολύ γρήγορα, παραβιάζουν τα κόκκινα
φανάρια ή καταλήγουν σε λάθος διαδρομή» σημειώνει το δημοσίευμα.
«Η
Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να επεκτείνει τα διασυνοριακά ταξίδια με τρένα και η
εναρμόνιση των προτύπων ασφαλείας σε όλο το μπλοκ αποτελεί μέρος αυτής της
στρατηγικής. Αλλά η εφαρμογή της ήταν ασυνεπής, όπως αποδεικνύεται από το
δυστύχημα αυτής της εβδομάδας. "Εάν το Ευρωπαϊκό Σύστημα Ελέγχου Τρένων
είχε εγκατασταθεί και λειτουργούσε σωστά, θα είχε αποτρέψει απολύτως κάτι
τέτοιο", δήλωσε ο Jedde Hollewijn, υπεύθυνος πολιτικής για τους
σιδηροδρόμους της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Εργαζομένων στις Μεταφορές. "Η
πρόθεση είναι να το εφαρμόσουν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες και γνωρίζουμε ότι η
Ελλάδα έχει μείνει σημαντικά πίσω". Το Λουξεμβούργο, η μικρότερη και
πλουσιότερη χώρα του μπλοκ, χρησιμοποιεί ήδη το νέο σύστημα σε όλες τις
σιδηροδρομικές γραμμές του. Το Βέλγιο σχεδιάζει να τεθεί σε πλήρη λειτουργία
μέχρι το 2025. Άλλες χώρες έχουν αναβαθμίσει τις κύριες διαδρομές τους. Αλλά
ακόμη και χωρίς τη νέα τεχνολογία, τα περισσότερα σιδηροδρομικά συστήματα
διαθέτουν χαρακτηριστικά ασφαλείας για την αποφυγή μετωπικών συγκρούσεων. Η
Εθνική Αρχή Ασφάλειας Σιδηροδρόμων της Γαλλίας, για παράδειγμα, χρησιμοποιεί
συστήματα αυτόματης πέδησης και άλλη τεχνολογία» προσθέτει το ρεπορτάζ.
«Αυτό
δεν ίσχυε στην Ελλάδα. Η χώρα δεν είχε ποτέ εθνικό σύστημα αυτόματης ασφάλειας,
σύμφωνα με τα αρχεία της Ε.Ε. Και το σύστημα διακοπτών στη Λάρισα ήταν
ανεπαρκές εδώ και χρόνια, καθώς έλειπαν εξαρτήματα από τον βασικό εξοπλισμό
σηματοδότησης, δήλωσε ο Νικόλαος Τσικαλάκης, πρόεδρος του σωματείου προσωπικού
του ελληνικού εθνικού οργανισμού σιδηροδρόμων. Η ακριβής αιτία των αργών
αναβαθμίσεων του συστήματος ασφαλείας δεν ήταν άμεσα σαφής, αλλά τα στελέχη του
συνδικάτου και της ασφάλειας και οι εμπειρογνώμονες ανέφεραν ως παράγοντες τους
σφιχτούς προϋπολογισμούς, τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας που
σχετίζονται με την πανδημία του Covid-19, τις γραφειοκρατικές καθυστερήσεις και
τις διαμάχες για τις συμβάσεις. Διάφορα στελέχη των σιδηροδρομικών συνδικάτων
έχουν γράψει οργισμένες επιστολές προς την ελληνική κυβέρνηση εδώ και χρόνια,
συμπεριλαμβανομένου και του περασμένου μήνα, προειδοποιώντας για τα προβλήματα
ασφαλείας. Η επιστολή αυτή προειδοποιούσε δυσοίωνα για μια τραγωδία και
επέκρινε τους Έλληνες αξιωματούχους για τη χρονοτριβή τους» επισημαίνουν οι
ΝΥΤ.
Αξιωματούχοι
για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων στην Ευρώπη δήλωσαν στους ΝΥΤ ότι οι
ελληνικές αρχές έχουν επίσης παραμελήσει το κρίσιμο έργο της παρακολούθησης και
της επικαιροποίησης των διαδικασιών και του εξοπλισμού ασφαλείας σε όλο το
δίκτυο. «Αυτό θα μπορούσε να είχε βελτιώσει ακόμη και το υποτυπώδες σύστημα
ασφαλείας της χώρας», είπαν χαρακτηριστικά.
«Οι
αξιολογήσεις κινδύνων και η παρακολούθηση πρέπει να διεξάγονται σε όλες τις
τοποθεσίες, σε όλους τους τύπους τρένων, σε όλους τους τύπους εξοπλισμού»,
δήλωσε ο Vaibhav Puri από το Rail Safety and Standards Board στη Βρετανία.
«Το
δυστύχημα αναδεικνύει επίσης την περιορισμένη δύναμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να
απαιτεί βελτιώσεις από τους σιδηροδρόμους, ακόμη και όταν ρίχνει χρήματα σε
αυτούς. Το μπλοκ διέθεσε περίπου 117 εκατομμύρια δολάρια (σ.σ. 16 εκατ. ευρώ)
ειδικά για την αναβάθμιση της ασφάλειας στη διαδρομή Αθήνα-Θεσσαλονίκη, στην
οποία συνετρίβησαν τα τρένα.
Ο
κ. Doppelbauer, από τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δήλωσε
ότι ο οργανισμός του για την ασφάλεια έχει εκδώσει εκθέσεις και έχει καλέσει
τις χώρες μέλη να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους, αλλά δεν μπορεί να αναγκάσει
τις εθνικές κυβερνήσεις να προβούν σε αλλαγές. Σύμφωνα με πολλαπλά πρότυπα, το
ελληνικό σιδηροδρομικό σύστημα ήταν το πιο θανατηφόρο στην Ευρώπη.
«Καταρτίσαμε
ένα σχέδιο δράσης και ζητήσαμε από τις ελληνικές αρχές να υποβάλουν έκθεση
σχετικά με το σχέδιο δράσης. Αλλά οι εξουσίες μας είναι περιορισμένες» δήλωσε.
Πρότεινε
ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο διοικητικός βραχίονας του μπλοκ, θα μπορούσε να
λάβει νομικά μέτρα κατά της Ελλάδας για τη μη τήρηση των προτύπων ασφαλείας.
Την Πέμπτη, ωστόσο, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έδωσαν έναν τόνο συνεργασίας. Ο
Adalbert Jahnz, εκπρόσωπος της Κομισιόν, δήλωσε ότι το μπλοκ στήριξε οικονομικά
την Ελλάδα και παρέμεινε σε στενή επαφή με τις εκεί αρχές.
Οι
ελληνικές αρχές, ωστόσο, δεν ήταν διαφανείς όσον αφορά σημαντικές λεπτομέρειες
για τον σιδηρόδρομο. Δύο εβδομάδες πριν από το δυστύχημα, Ευρωπαίοι
αξιωματούχοι προσέφυγαν στη δικαιοσύνη κατά της Ελλάδας λόγω της άρνησής της να
δημοσιοποιήσει τη βασική σύμβαση που καθορίζει τον τρόπο διαχείρισης του
σιδηροδρόμου καθώς εκσυγχρονίζεται.
Σε
συνέντευξη Τύπου την Πέμπτη, ο Έλληνας υπουργός Επικρατείας, Γιώργος
Γεραπετρίτης, ζήτησε συγγνώμη από τις οικογένειες των θυμάτων του δυστυχήματος
και υποσχέθηκε ενδελεχή έρευνα. Υποσχέθηκε επίσης να εκσυγχρονίσει τις
σιδηροδρομικές υποδομές για να «αποκαταστήσει την ασφάλεια των σιδηροδρομικών
ταξιδιών και να ενισχύσει το αίσθημα ασφάλειας στην ψυχολογία των πολιτών».
Ο
κ. Doppelbauer δήλωσε ότι ελπίζει ότι η τραγωδία θα επιβάλει βελτιώσεις σε άλλα
σιδηροδρομικά συστήματα σε όλη την Ευρώπη. «Ένα τέτοιο καταστροφικό ατύχημα
είναι πάντα μια υπενθύμιση του πόσο σημαντική είναι η ασφάλεια. Και μια
υπενθύμιση για όλους να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους τις προειδοποιήσεις»
δήλωσε.