Λογαριασμοί ρεύματος / Ένα δυσβάσταχτο βάρος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις


Μόνικα Αρτινού

Η αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος αποτελεί ένα διαχρονικό πρόβλημα στην Ελλάδα, με τις συνέπειες να επηρεάζουν ολοένα και περισσότερο τόσο τα νοικοκυριά όσο και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Μια  ανάλυση της εφημερίδας «Καθημερινή»  αποκαλύπτει ένα άκρως ανησυχητικό γεγονός: μόνο το περίπου 50% του λογαριασμού ρεύματος αφορά την πραγματική κατανάλωση ενέργειας.

Για μια ετήσια κατανάλωση 3.650 κιλοβατώρων, ο συνολικός λογαριασμός για ένα μέσο νοικοκυριό έφτασε τα 1.107,86 ευρώ, εκ των οποίων τα 661,93 ευρώ αφορούσαν το κόστος του ρεύματος. Το υπόλοιπο, ένα σημαντικό ποσοστό, αντιστοιχεί σε φόρους, τέλη και ρυθμιζόμενες χρεώσεις.

Η διάρθρωση του λογαριασμού παρουσιάζει ανησυχητική εικόνα. Περίπου 80 ευρώ καταβάλλονται για το δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ, περίπου 30 ευρώ για το δίκτυο του ΑΔΜΗΕ, 25 ευρώ για Υπηρεσίες Κοινής Ωφελείας, και 62 ευρώ για ΕΤΜΕΑΡ . Αυτές οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις, κοινές για όλους τους παρόχους ανεξαρτήτως τύπου τιμολογίου, αντιστοιχούν στο 17,88% του συνολικού λογαριασμού. Περαιτέρω, μόνο για δημοτικά τέλη και ΕΡΤ το νοικοκυριό πλήρωσε 220 ευρώ, δηλαδή πάνω από το 25% του συνολικού λογαριασμού .

Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο δυσχερής για τις μικρές επιχειρήσεις. Σε ένα λογαριασμό 2.222 ευρώ, το κόστος ρεύματος αντιστοιχεί μόλις στο 46,63%, με το υπόλοιπο 53,38% να πηγαίνει σε φόρους, τέλη και ρυθμιζόμενες χρεώσεις. Για μια ετήσια κατανάλωση περίπου 5.300 κιλοβατώρων, οι επιχειρήσεις αυτής της κατηγορίας πλήρωσαν 560 ευρώ μόνο για δημοτικά τέλη και ΕΡΤ .

Ερωτήματα εγείρονται για το ύψος των χρεώσεων δικτύου που διαχειρίζονται ο ΔΕΔΔΗΕ και ο ΑΔΜΗΕ. Τα κέρδη του ΔΕΔΔΗΕ το 2023 εκτοξεύτηκαν στα 140 εκατομμύρια ευρώ από 18 εκατομμύρια το 2022, με τα 133 εκατομμύρια να διανέμονται ως μερίσματα. Παρομοίως, τα κέρδη του ΑΔΜΗΕ διπλασιάστηκαν το 2023, φτάνοντας τα 116,6 εκατομμύρια ευρώ . Αυτή η υψηλή κερδοφορία αποδίδεται εν μέρει στην αναπροσαρμογή του επιτρεπόμενου εσόδου από τη ΡΑΑΕΥ , η οποία οδήγησε σε μεγάλες αυξήσεις στις χρεώσεις χρήσης δικτύου.

Η κατάσταση δεν αναμένεται να βελτιωθεί άμεσα. Για το 2025, ο ΔΕΔΔΗΕ έχει προτείνει αύξηση του μέσου σταθμικού κόστους κεφαλαίου (Wacc), η οποία θα οδηγήσει σε νέες αυξήσεις στις χρεώσεις δικτύου.

 

Περαιτέρω, τα κόστη της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης-Κύπρου και Κρήτης-Αττικής θα επιβαρύνουν τους λογαριασμούς ρεύματος. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης, έχει ήδη επισημάνει την ανάγκη για έλεγχο των διαχειριστών και περιορισμό των υπερβολικών δαπανών. Η μελλοντική εξέλιξη, λοιπόν, δείχνει να προμηνύει περαιτέρω επιβάρυνση για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για μια ουσιαστική μεταρρύθμιση στον τομέα της ενέργειας.

 

Η πραγματικότητα των λογαριασμών ρεύματος στην Ελλάδα

 

Η Ελλάδα, μια χώρα με πλούσιες φυσικές πηγές ενέργειας, βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή όσον αφορά την κατανάλωση και την τιμολόγηση του ηλεκτρικού ρεύματος. Η πρόσφατη ανάλυση των λογαριασμών ρεύματος αποκαλύπτει ότι μόνο το 50% του συνολικού κόστους αφορά την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ το υπόλοιπο 50% επιβαρύνεται από φόρους, τέλη και ρυθμιζόμενες χρεώσεις.

Ας ρίξουμε μια ματιά στη ζωή μιας 35χρονης μητέρας τριών παιδιών από την Αθήνα. Όπως και πολλοί άλλοι Έλληνες καταναλωτές, έχει δει τον λογαριασμό ρεύματος να εκτοξεύεται. «Πληρώνω σχεδόν 300 ευρώ το μήνα, αλλά μόνο 150 ευρώ είναι για την κατανάλωση ρεύματος. Η υπόλοιπη χρέωση είναι φόροι και τέλη που δεν μπορώ να ελέγξω», δηλώνει. Αυτή η κατάσταση έχει δημιουργήσει σοβαρές οικονομικές πιέσεις για την οικογένεια, με αποτέλεσμα να περιορίζουν τις δαπάνες τους σε βασικά αγαθά.

Σύμφωνα με τον ειδικό σε θέματα ενέργειας, Δρ. Γιώργο Παπαδόπουλο, οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις έχουν αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια, κυρίως λόγω της αναδιάρθρωσης των τιμολογίων των διαχειριστών δικτύου.

«Η αύξηση των χρεώσεων δικτύου έχει γίνει αποτέλεσμα της ανάγκης για επενδύσεις στις υποδομές, αλλά οι καταναλωτές πληρώνουν το τίμημα», αναφέρει ο Δρ. Παπαδόπουλος.

 

 

 

Η κατάσταση αυτή δεν είναι καινούργια. Από το 2015, η Ελλάδα έχει προσπαθήσει να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας. Ωστόσο, οι πολίτες βλέπουν ότι οι υποσχέσεις για χαμηλότερες τιμές και καλύτερες υπηρεσίες δεν έχουν πραγματοποιηθεί. Αντίθετα, οι τιμές έχουν αυξηθεί, ενώ η διαφάνεια στην τιμολόγηση παραμένει περιορισμένη.

 

Επιπλέον, οι μικρές επιχειρήσεις, όπως φούρνοι και κομμωτήρια, πλήττονται ακόμη περισσότερο. Ιδιοκτήτης φούρνου στην Κηφισιά, αναφέρει: «πληρώνω πάνω από 1.000 ευρώ το μήνα για ρεύμα, και το 60% αυτής της χρέωσης είναι φόροι και τέλη. Αυτό επηρεάζει την επιχείρησή μου και τις τιμές που μπορώ να προσφέρω στους πελάτες μου».

Αν και οι κυβερνητικές πολιτικές προσπαθούν να στηρίξουν τους καταναλωτές μέσω επιδοτήσεων, η αποτελεσματικότητα αυτών των μέτρων είναι αμφίβολη. Οι επιδοτήσεις δεν καλύπτουν πλήρως τις αυξήσεις και οι πολίτες παραμένουν σε κατάσταση αβεβαιότητας για το μέλλον.

Η προοπτική για το 2025 δεν φαίνεται καλύτερη. Οι αναμενόμενες αυξήσεις στις χρεώσεις του ΑΔΜΗΕ, καθώς και οι νέες ρυθμιστικές πολιτικές για τις χρεώσεις δικτύου, θα επιβαρύνουν περαιτέρω τους καταναλωτές.

Ο Δρ. Παπαδόπουλος προειδοποιεί: «Αν δεν υπάρξει άμεση παρέμβαση από την κυβέρνηση, οι πολίτες θα συνεχίσουν να πληρώνουν υπέρογκους λογαριασμούς, και οι κοινωνικές επιπτώσεις θα είναι σοβαρές».

Η κατάσταση αυτή απαιτεί άμεση δράση και διαφάνεια από τις αρχές, προκειμένου να προστατευθούν οι καταναλωτές και να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων.

Ωστόσο, μέχρι στιγμής, η πολιτική βούληση φαίνεται να λείπει, αφήνοντας τους πολίτες να ανησυχούν για το μέλλον τους.

 

 

 

 

 

 

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη