Γιάννης Μυλόπουλος / Οι αποκρατικοποιήσεις κάνουν τη ζωή καλύτερη, αλλά μόνο για τα ολιγοπώλια που ευνοούνται από την κυβέρνηση Μητσοτάκη


Γιάννης Μυλόπουλος

 

Βασική αρχή της τέχνης της προπαγάνδας δεν είναι η πλήρης διαστρέβλωση των πραγμάτων.

 

Για να είναι η προπαγάνδα πειστική, πρέπει να έχει στοιχεία από την αλήθεια. Και ανάμεσά τους να έχει και κάποια, λίγα, στοιχεία παραπληροφόρησης ή και διαστρέβλωσης αυτού που πράγματι συμβαίνει.

 

Όσο πιο δυσδιάκριτη είναι η παραπληροφόρηση, τόσο πιο επιτυχημένη είναι η προπαγάνδα.

 

Δεν υπάρχει καλύτερο και πιο αυθεντικό παράδειγμα κυβερνητικής προπαγάνδας, από τις αναρτήσεις του πρωθυπουργού. Οι οποίες είναι εύστοχες, γιατί μπερδεύουν ευφυώς την αλήθεια με την παραπληροφόρηση.

 

Τυπικό παράδειγμα εύστοχης προπαγάνδας η πρόσφατη ανάρτηση του πρωθυπουργού για τις «στοχευμένες αποκρατικοποιήσεις». Οι οποίες, σύμφωνα με την πρωθυπουργική ανάρτηση, κάνουν τη ζωή καλύτερη.

 

Μέχρι εκεί η δήλωση είναι απολύτως αληθής. Η παραπληροφόρηση κρύβεται αμέσως μετά. Εκεί όπου ο πρωθυπουργός επεξηγεί για ποιους κάνουν οι αποκρατικοποιήσεις τη ζωή καλύτερη.

 

Ο πρωθυπουργός ισχυρίζεται ότι κάνουν τη ζωή καλύτερη για τους πολίτες.

 

Θα ήταν απολύτως ειλικρινής, αν αντί για τη φράση «για τους πολίτες», χρησιμοποιούσε την ορθότερη φράση «για τους φίλους μου».

 

Κατ’ αρχήν ο πρωθυπουργός πολύ εύστοχα αποφεύγει τον διεθνώς αναγνωρισμένο και απολύτως ορθό όρο «ιδιωτικοποιήσεις» για τα δημόσια αγαθά. Γιατί γνωρίζει καλά ότι οι ιδιωτικοποιήσεις υποκρύπτουν την εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων.

 

Σε αντίθεση με τον όρο «αποκρατικοποιήσεις» που χρησιμοποιεί ευρέως, για να καταδείξει τη θετική πλευρά, αυτή της απελευθέρωσης των δημόσιων αγαθών και των υπηρεσιών από τα δεσμά του κράτους.

 

Εδώ κρύβεται η πλάνη στην πρωθυπουργική δήλωση.

 

Οι αποκρατικοποιήσεις δεν σημαίνουν μονόδρομα εξυπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων. Μπορεί κάλλιστα να σημαίνουν την εκχώρηση των δημόσιων αγαθών και των υπηρεσιών στην αυτοδιοίκηση ή σε κοινωνικούς φορείς.

 

Δεν είναι όμως αυτή η έννοια των «αποκρατικοποιήσεων» που εκτελεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

 

Κανένα δημόσιο αγαθό και καμία δημόσια υπηρεσία δεν εκχωρήθηκε σε εκπροσώπους συλλογικών συμφερόντων. Πάντα είναι συγκεκριμένα ιδιωτικά συμφέροντα που αντιστοιχούν σε μια ολιγαρχία του πλούτου που ωφελούνται από αυτό που ο πρωθυπουργός αποκαλεί «αποκρατκοποιήσεις».

 

Γι’ αυτό και δεν πρόκειται για αποκρατικοποιήσεις, αλλά για ιδιωτικοποιήσεις.

 

Για εκχώρηση, δηλαδή, δημόσιων αγαθών που μέχρι πρότινος εξυπηρετούσαν το δημόσιο συμφέρον, σε ιδιωτικά συμφέροντα που εξυπηρετούν το δικό τους κέρδος και μόνο.

 

Ο πρωθυπουργός για να τεκμηριώσει την προπαγανδιστική δήλωση για την πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνησή του, χρησιμοποίησε το παράδειγμα της Αττικής Οδού. Η οποία μετά την ιδιωτικοποίησή της, κοστίζει φτηνότερα κατά 30 λεπτά του ευρώ στους οδηγούς που την χρησιμοποιούν.

 

Τι αξία έχουν όμως 30 λεπτά του ευρώ λιγότερα, μια ελάχιστη έκπτωση για την οποία ουδείς διαβεβαιώνει ότι θα ισχύει για πάντα, μπροστά στους τεράστιους λογαριασμούς που πληρώνουν οι Έλληνες καταναλωτές για το ρεύμα και την βενζίνη, μετά από την πλήρη ιδιωτικοποίηση και καρτελοποίηση της ενέργειας;

 

Η ΔΕΗ ιδιωτικοποιήθηκε και δεν «αποκρατικοποιήθηκε» πριν λίγα χρόνια, με την υπόσχεση ότι η αγορά θα αυτορυθμιστεί και οι τιμές θα πέσουν.

 

Μείναμε, όμως, τόσα χρόνια στο περίμενε.

 

Αυτό που συμβαίνει στ’ αλήθεια με την ενέργεια είναι ότι η Ελλάδα, η φτωχότερη ευρωπαϊκή χώρα σύμφωνα με τη Eurostat, με τους πιο χαμηλούς μισθούς που ταυτόχρονα έχουν και την πιο μικρή αγοραστική αξία στην Ευρώπη, πληρώνει την ακριβότερη ενέργεια.

 

Τρεις με τέσσερις φορές ακριβότερο ρεύμα πληρώνουμε οι Έλληνες σε σχέση με τους Γερμανούς, τους Γάλλους, τους Ισπανούς και τους λοιπούς ευρωπαίους.

 

Η αιτία είναι απλή. Στην Ευρώπη η ενεργειακή κρίση αντιμετωπίστηκε, ακόμη και από τους πιο φιλελεύθερους οικονομικά ηγέτες, όπως ο Γάλλος Μακρόν, με την επανακρατικοποίηση της Γαλλικής εταιρείας ενέργειας, της Γαλλικής ΔΕΗ δηλαδή. Κι αυτό συνέβη προκειμένου να υπάρχει μια δημόσια εταιρεία που να ελέγχει τις τιμές και να εμποδίζει τις ανατιμήσεις.

 

Στην Ελλάδα αυτό δεν συνέβη ποτέ. Η ΔΕΗ παρέμεινε και εξακολουθεί να παραμένει ιδιωτική και μια από τις 4-5 μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις που νέμονται την ενεργειακή αγορά και κερδίζουν δις ευρώ υπερκέρδη.

 

Με αποτέλεσμα να λειτουργεί και η ΔΕΗ προς όφελος των γαλάζιων golden boys που διόρισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη και όχι προς όφελος του καταναλωτή, όπως στην υπόλοιπη Ευρώπη.

 

Το γεγονός ότι η ενέργεια παρέμεινε σε δημόσιο χαρακτήρα στην Ευρώπη, οδήγησε τις εκεί ενεργειακές αγορές να θέσουν πλαφόν στις ανατιμήσεις. Μια πολιτική η οποία επιτράπηκε και επίσημα από τον Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

 

Μόνη εξαίρεση η Ελλάδα. Η οποία περιμένει ακόμη την αγορά να αυτορυθμιστεί.

 

Μόνο που η αγορά είναι όπως και η ζωή. Δεν αγαπά το κενό.

 

Όταν δεν υπάρχει δημόσιος έλεγχος, ο έλεγχος περνά στα ολιγοπώλια που τη νέμονται.

 

Αυτό συνέβη και στην Ελλάδα και αυτή είναι μια από τις αιτίες της ακρίβειας.

 

Η οποία, αν υπήρχε ελεύθερη πληροφόρηση στη χώρα, θα ονομάζονταν «ακρίβεια Μητσοτάκη».

 

Σήμερα, στην εποχή που και τα ιδιωτικά ΜΜΕ εξυπηρετούν την κυβερνητική προπαγάνδα, αφού ενισχύονται από κρατικές επιχορηγήσεις, όλοι παπαγαλίζουν ότι η ακρίβεια είναι εισαγόμενη. Άσχετα αν στην Ευρώπη οι τιμές είναι 3-4 φορές φτηνότερες από την Ελλάδα.

 

Ακόμη και η ελληνική φέτα στην Ευρώπη πουλιέται φτηνότερα από ό,τι στη χώρα της παραγωγής της.

 

Γι’ αυτό, άλλωστε και ο πρωθυπουργός στη Βουλή σύγκρινε την τιμή του μισού κιλού φέτας στην Ελλάδα με την τιμή ενός ολόκληρου κιλού στην Ευρώπη, για να παραπληροφορήσει για την ελληνική ακρίβεια.

 

Οι ιδιωτικοποιήσεις λοιπόν, που ο πρωθυπουργός φοβάται να τις πει με το όνομά τους και τις αποκαλεί παραπλανητικά «αποκρατικοποιήσεις, κάνουν πράγματι τη ζωή καλύτερη σε κάποιους. Αλλά όχι στους καταναλωτές. Αλλά στα οικονομικά συμφέροντα που στηρίζει και εξυπηρετεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

 

Στην Ελλάδα του κ. Μητσοτάκη δεν υπάρχει ελεύθερη αγορά. Γιατί δεν υπάρχει ανταγωνισμός.

 

Η εκχώρηση του δημόσιου πλούτου σε λίγους έχει καρτελοποιήσει την αγορά και έχει καταργήσει την καλώς νοούμενη έννοια του ανταγωνισμού. Αφού η αγορά ελέγχεται από ολιγοπώλια που τη ρυθμίζουν σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα.

 

Κι ακόμη, στην Ελλάδα αυτό που συμβαίνει όταν ο δημόσιος πλούτος ιδιωτικοποιείται δεν είναι ότι έρχονται επενδυτές που επενδύουν στη χώρα μας, αυξάνοντας τον πλούτο της.

 

Γιατί τα καρτέλ που δημιούργησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη και στα οποία εκχώρησε τον δημόσιο πλούτο, αγοράζουν φτηνά τα μέχρι χτες δημόσια αγαθά και τα πουλούν πανάκριβα.

 

Στην πραγματικότητα, αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα του κ. Μητσοτάκη ονομάζεται κρατικός καπιταλισμός.

 

Οι ιδιώτες, δηλαδή, δεν επενδύουν φέρνοντας δικά τους χρήματα, αλλά κινούνται στην ουσία με δημόσιο πλούτο.

 

Και επιπλέον δεν έχουν και ανταγωνισμό. Αφού τα ολιγοπώλια ρυθμίζουν εκείνα τις τιμές κατά τρόπο που τα συμφέρει.

 

Με δυο λόγια ζούμε στη χώρα που πράγματι οι «αποκρατικοποιήσεις» κάνουν καλό σε μια μικρή ολιγαρχία του πλούτου, που ευνοείται σκανδαλωδώς από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.

 

*Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι Καθηγητής, πρώην Πρύτανης ΑΠΘ, Περιφερειακός Σύμβουλος, Επικεφαλής της παράταξης ΑΛΛΑΓΗ στην Περιφέρεια Κ. Μακεδονίας

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη