Γιάννης Μυλόπουλος
«Αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις» έλεγε ο Αντισθένης. Εννοώντας ότι για να αντιληφθούμε τις έννοιες, πρέπει πρώτα να εξηγήσουμε τις λέξεις που τις περιγράφουν.
Ο όρος «αιώνιοι φοιτητές» που σκοπίμως χρησιμοποιεί η
κυβερνητική προπαγάνδα δεν σημαίνει καθόλου αυτό που νομίζουμε.
Η έννοια του «αιώνιου» φοιτητή, δηλαδή, που χρησιμοποιεί
η κυβέρνηση, προκειμένου να τους διαγράψει από τα δημόσια πανεπιστήμια και να
μειώσει δραστικά τον φοιτητικό πληθυσμό, καμία σχέση δεν έχει με την έννοια που
αποδίδουμε στη χρήση του όρου όταν περιγράφει καταστάσεις που διαρκούν για
πάντα.
Όπως ο αιώνιος έρωτας, η αιώνια αγάπη ή οι αιώνιοι
εχθροί.
Με τον όρο «αιώνιοι», η κυβέρνηση εννοεί εκείνους τους
φοιτητές που δεν παίρνουν πτυχίο σε χρόνο που αντιστοιχεί στα χρόνια των
σπουδών τους, αυξημένα κατά μόλις δυο.
Που πρακτικά, για τις Πολυτεχνικές, τις Γεωπονικές και
τις Δασολογικές σπουδές με πενταετή φοίτηση, ως «αιώνιοι» νοούνται οι φοιτητές
που δεν τελειώνουν στα επτά χρόνια. Ενώ για τις υπόλοιπες τετραετούς φοίτησης
σπουδές, ως «αιώνιοι» νοούνται όσοι δεν παίρνουν το πτυχίο τους στα 6 χρόνια
των σπουδών τους.
Αν, τώρα, κάποιος πιο υποψιασμένος εξετάσει πιο
προσεκτικά τους μέσους χρόνους αποφοίτησης των φοιτητών στο Πολυτεχνείο, για
παράδειγμα, τότε διαπιστώνει ότι ο μέσος φοιτητής αποφοιτά σε περισσότερο από 7
χρόνια.
Που σημαίνει ότι οι μισοί και παραπάνω φοιτητές, που εκ
των πραγμάτων δεν ολοκληρώνουν τις σπουδές τους στα 7 χρόνια, χαρακτηρίζονται
από την κυβέρνηση σαν «αιώνιοι».
Αιώνιος φοιτητής, λοιπόν, είναι για την κυβερνητική
προπαγάνδα και ένας φοιτητής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών που παίρνει
πτυχίο στα 7,5 ή στα 8 χρόνια σπουδών.
Είναι φανερό ότι η κυβερνητική προπαγάνδα σκοπίμως
δυσφημεί τους μισούς και παραπάνω
φοιτητές των δημόσιων πανεπιστημίων, αποκαλώντας τους καταχρηστικά…
αιώνιους.
Γιατί στην πραγματικότητα, αυτοί ή τουλάχιστον οι
περισσότεροι από αυτούς, δεν είναι ότι δεν θα ολοκληρώσουν ποτέ τις σπουδές
τους, όπως αφήνεται να εννοηθεί. Αλλά αντί να τις ολοκληρώσουν στα 6 ή στα 7
χρόνια, θα τις ολοκληρώσουν στα 7 ή στα 8, ανάλογα αν σπουδάζουν στη Φιλοσοφική
ή στο Πολυτεχνείο, αντίστοιχα.
Η πρώτη πλάνη, λοιπόν, της προπαγάνδας που έχει ξεκινήσει
η κυβέρνηση για τη διαγραφή των φοιτητών που καθυστερούν το πτυχία τους είναι
ότι αποκαλώντας τους όλους, συλλήβδην, «αιώνιους», τσουβαλιάζει στην
πραγματικότητα μια πολύ μικρή μειοψηφία του συνόλου των φοιτητών που πράγματι
δεν φτάνουν ποτέ στην ολοκλήρωση των σπουδών τους, με τη μεγάλη πλειοψηφία που
καθυστερούν για κάποια χρόνια τη λήψη του πτυχίου τους. Και οι οποίοι αντί για
δυο, ολοκληρώνουν τελικά τις σπουδές τους δυόμισι ή τρία χρόνια αργότερα από το
κανονικό.
Μια κυβέρνηση που ενδιαφέρεται ειλικρινά για τη δημόσια
Παιδεία, πριν προβεί σε μια ανεπίστρεπτη για την πλειοψηφία των φοιτητών
απόφαση οριστικής διαγραφής τους, οφείλει να ερευνήσει πρώτα τη σύνθεση αυτού
του σώματος των 300.000 και πλέον φοιτητών που, όπως ισχυρίζεται, καθυστερούν
να πάρουν το πτυχίο τους. Τους οποίους αποκαλεί καταχρηστικά όλους «αιώνιους»…
Η δεύτερη πλάνη της προπαγάνδας για τους «αιώνιους»
φοιτητές, που έχει ως αφορμή την πρώτη, είναι ότι η κυβέρνηση αποδίδει σε αυτούς
τους φοιτητές που καθυστερούν να πάρουν πτυχίο, τη μομφή της σκοπιμότητας στην
καθυστέρηση των σπουδών τους. Κατηγορώντας τους είτε ότι δεν έχουν σκοπό να
τελειώσουν ποτέ, είτε ότι σκοπίμως παραμένουν στο πανεπιστήμιο για να
συμμετέχουν σε καταλήψεις κλπ φοιτητικές αντιδράσεις και διαμαρτυρίες, όπως
υπαινίσσονται.
Η αλήθεια, όμως, και εδώ είναι εντελώς διαφορετική.
Γιατί οι φοιτητές/φοιτήτριες που δεν τελειώνουν στην ώρα
τους, αλλά το κάνουν λίγα χρόνια αργότερα, δεν κινούνται από σκοπιμότητα, αλλά
στις περισσότερες των περιπτώσεων από ανάγκη.
Κάποιοι/κάποιες από αυτούς, εξ αιτίας οικονομικών
προβλημάτων των οικογενειών από τις οποίες προέρχονται, αναγκάζονται να
εργάζονται κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Είτε στην πόλη που σπουδάζουν,
είτε, συχνότερα, στις περιοχές κατοικίας τους, συμμετέχοντας στις αγροτικές ή
άλλες ασχολίες των γονιών τους.
Κάποιοι/κάποιες άλλοι, πάλι, μη έχοντας την οικονομική
δυνατότητα να νοικιάζουν σπίτι στην πόλη όπου βρίσκεται το πανεπιστήμιο όπου
φοιτούν, διαμένουν με την οικογένειά τους στον τόπο μόνιμης κατοικίας τους και
πηγαινοέρχονται στην πόλη όπου βρίσκεται το πανεπιστήμιο. Μια πραγματικότητα
που ευνοεί την καθυστέρηση των σπουδών, σε σχέση με όσα παιδιά έχουν τη
δυνατότητα να βρίσκονται καθημερινά στις σχολές τους.
Μην ξεχνάμε ότι ζούμε σε μια χώρα που κατατάσσεται στις
τελευταίες στην Ευρώπη ως προς τη φτώχεια, ως προς την αγοραστική αξία των
μισθών, αλλά και ως προς την απειλή του κοινωνικού αποκλεισμού. Με ένα 27%
περίπου του πληθυσμού να απειλείται από κοινωνικό αποκλεισμό.
Ένα δημόσιο πανεπιστήμιο οφείλει να λαμβάνει υπόψη του
τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες της χώρας πριν αποφασίσει να τιμωρήσει
με τον ίδιο τρόπο… δικαίους και αδίκους.
Κάποιοι άλλοι, πάλι, φοιτητές/φοιτήτριες, όχι
λίγοι/λίγες, αντιμετωπίζοντας στις αρχές των σπουδών τους διάφορα προβλήματα
της ηλικίας, ψυχολογικής ή συναισθηματικής κυρίως φύσεως, καθυστερούν να
ξεκινήσουν τις σπουδές τους. Κάτι που για τους περισσότερους συμβαίνει
αργότερα.
Όλοι αυτοί/αυτές οι φοιτητές/φοιτήτριες, που στην
πραγματικότητα είναι τα παιδιά μας, δεν είναι ούτε «αιώνιοι», ούτε όμως
ευθύνονται οι ίδιοι/ίδιες για την καθυστέρηση των σπουδών τους.
Η τρίτη τέλος και μεγαλύτερη πλάνη της κυβερνητικής
προπαγάνδας για τους «αιώνιους» φοιτητές, είναι αυτή που θέλει αυτά τα παιδιά
που καθυστερούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους να επιβαρύνουν οικονομικά το
πανεπιστήμιο και μέσω αυτού το κράτος.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αναλήθεια από αυτό.
Καθώς όσοι/όσες καθυστερούν τις σπουδές τους δεν
παρακολουθούν, πια, μαθήματα και άρα δεν γεμίζουν τις αίθουσες. Και επιπλέον,
έχουν ήδη προμηθευτεί τα βιβλία, τις σημειώσεις, έχουν συμμετάσχει στα
εργαστήρια και έχουν ολοκληρώσει ό,τι άλλο μπορεί να επιβαρύνει οικονομικά το
πανεπιστήμιο. Αφού ούτε πάσο δεν δικαιούνται στις δημόσιες συγκοινωνίες μετά το
πέρας δύο χρόνων από τον κανονικό χρόνο ολοκλήρωσης των σπουδών τους.
Οπότε τις τους ενοχλεί, αυτοί οι φοιτητές/φοιτήτριες οι
οποίοι, λόγω διαφόρων ιδιαιτεροτήτων καθυστερούν να πάρουν το πτυχίο στην ώρα
τους, να συνεχίσουν να προσπαθούν για να κερδίσουν μια θέση στον ήλιο των
πτυχιούχων, ισότιμα με τους άλλους, τους προνομιούχους;
Τι τους ενοχλεί τα προερχόμενα από φτωχές ή από αγροτικές
οικογένειες παιδιά, να έχουν ίσες ευκαιρίες με εκείνα που προέρχονται από
ευκατάστατες οικογένειες ή από οικογένειες που έχουν την τύχη να διαμένουν στον
ίδιο τόπο των σπουδών των παιδιών τους;
Η μια εξήγηση είναι ότι εδώ ευθύνεται η κοινωνική
αναλγησία και μια ταξική πολιτική αντίληψη, που θέλει να σπουδάζουν μόνο οι
προνομιούχοι έχοντες και κατέχοντες.
Υπάρχει και μια δεύτερη, όμως, εξήγηση.
Τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι τα τελευταία στην Ευρώπη
ως προς τη δημόσια χρηματοδότησή τους.
Με 2.360 ευρώ / φοιτητή ετησίως στην Ελλάδα, τη στιγμή
που στον μέσο ευρωπαίο φοιτητή/φοιτήτρια αναλογούν 11.700 ευρώ ετησίως.
Η δραστική μείωση του φοιτητικού πληθυσμού κατά 300.000
περίπου, όσο υπολογίζουν αυτούς που αποκαλούν «αιώνιους» φοιτητές, θα αυξήσει
τεχνητά τους δείκτες χρηματοδότησης. Γιατί τα ίδια χρήματα θα αναλογούν τώρα
στον μισό, σχεδόν, φοιτητικό πληθυσμό.
Οπότε η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα συνεχίσει το… θεάρεστο
έργο της υποχρηματοδότησης της δημόσιας Παιδείας, προκειμένου να στέλνει
πελατεία στα ιδιωτικά πανεπιστήμια και κολέγια. Τα οποία πριμοδοτεί
σκανδαλωδώς.
Αυτή είναι η αλήθεια που κρύβεται πίσω από την προπαγάνδα
περί «αιώνιων» φοιτητών και αυτή είναι η πραγματικότητα της… αιώνια
αντιεκπαιδευτικής και αντικοινωνικής πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση της
Δεξιάς στη χώρα μας.