Άννα Βίγκα
Η αναζήτηση θεραπείας για το Αλτσχάϊμερ, την ασθένεια που σβήνει αναμνήσεις και προσωπικότητες και ευθύνεται για το 50% των περιπτώσεων άνοιας παγκοσμίως, αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της ιατρικής έρευνας εδώ και δεκαετίες. Η προοπτική μιας θεραπείας ή της επιβράδυνσης της νόσου δίνει ελπίδα σε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.
Ωστόσο η πρόσφατη αποκάλυψη για την απόκρυψη κρίσιμων
πληροφοριών από τους εθελοντές που συμμετείχαν σχετικά με τις κλινικές δοκιμές
των φαρμάκων Leqembi της Eisai και Kisunla της Eli Lilly εγείρουν ανησυχίες για
σοβαρές “παραβλέψεις” σε βιοηθικά ζητήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια των
εθελοντών.
Οι δύο κολοσσοί αγνόησαν την αρχή της “ενημερωμένης
συγκατάθεσης” διακινδυνεύοντας τη ζωή δεκάδων εθελοντών εν αγνοία τους. Τα δύο
φάρμακα εγκρίθηκαν από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των Η.Π.Α. παρά το
γεγονός ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες δεν ενημέρωσαν πλήρως τους εθελοντές για
τους κινδύνους.
Δεκάδες εθελοντές σε κίνδυνο εν αγνοία τους
Συγκεκριμένα, η φαρμακευτική εταιρεία Eisai διεξήγαγε μια
κλινική δοκιμή σε πάνω από 2000 εθελοντές για το πειραματικό φάρμακο BAN2401,
το οποίο αργότερα κυκλοφόρησε ως Leqembi, με στόχο την αντιμετώπιση της νόσου
Αλτσχάιμερ. Για να κατανοήσει την αποτελεσματικότητα και τους κινδύνους του
φαρμάκου, η εταιρεία προσκάλεσε εθελοντές, εστιάζοντας σε όσους είχαν γενετικό
προφίλ που τους καθιστούσε πιο ευάλωτους στην ανάπτυξη της νόσου, αλλά και σε
σοβαρές παρενέργειες, όπως εγκεφαλική αιμορραγία ή οίδημα.
Η Eisai ενημέρωσε τους εθελοντές ότι θα τους γινόταν ένα
γενετικό τεστ, αλλά ανέφερε πως τα αποτελέσματα του τεστ θα παρέμεναν απόρρητα.
Έτσι, 274 από τους εθελοντές συμμετείχαν στη δοκιμή χωρίς να γνωρίζουν ότι το
γενετικό τους προφίλ τους έθετε σε αυξημένο κίνδυνο για σοβαρές εγκεφαλικές.
Σύμφωνα με έγγραφα που απέκτησαν οι New York Times, η εταιρεία δεν αποκάλυψε σε
αυτούς τους εθελοντές ότι διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο.
Ως αποτέλεσμα, περισσότεροι από 100 εθελοντές υπέστησαν
σοβαρές παρενέργειες όπως εγκεφαλική αιμορραγία ή οίδημα και τουλάχιστον δύο εξ
αυτών έχασαν τη ζωή τους. Για την εταιρεία, όπως αναφέρουν οι New York Times,
οι κλινικές δοκιμές και η έγκριση του φαρμάκου σήμαινε, προφανώς, κέρδη
δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις πωλήσεις ενός σκευάσματος για την αντιμετώπιση
μιας ασθένειας που απασχολεί τους ερευνητές πάνω από μισό αιώνα.
Όμως, η απόκρυψη κρίσιμων πληροφοριών από τους
συμμετέχοντες παραβιάζει την αρχή της ενημερωμένης συγκατάθεσης, μια βασική
αρχή για την προστασία των δικαιωμάτων και της ασφάλειας των ασθενών σε
κλινικές δοκιμές.
Μία εθελόντρια άφησε την τελευταία της πνοή μετά από
τρεις δόσεις του φαρμάκου, με τον εγκέφαλό της να είναι γεμάτος από 51 εστίες
αιμορραγιών. Η νεκροψία διαπίστωσε ότι οι παρενέργειες του φαρμάκου συνέβαλαν
στον θάνατό της. Λόγω της εγκεφαλικής αιμορραγίας η γυναίκα πέρασε τις
τελευταίες ώρες της δεμένη σε υπερδιέγερση.
«Πρόκειται για ένα φάρμακο που έχει σημαντικές
παρενέργειες και πρέπει να τις γνωρίζουμε», δήλωσε στους New York Times ο Δρ
Matthew Schrag, νευρολόγος του Πανεπιστημίου Vanderbilt, ο οποίος βοήθησε στη
νεκροψία της άτυχης γυναίκας.
Σοβαρές εγκεφαλικές αιμορραγίες
Ομοίως στις κλινικές δοκιμές του φαρμάκου Kinsula, η κατασκευάστρια
εταιρεία Eli Lilly, επέλεξε να μην ενημερώσει 289 εθελοντές ότι το γενετικό
τους προφίλ τους καθιστούσε ευάλωτους σε εγκεφαλικές βλάβες, όπως διαπίστωσαν
μετά από έρευνα οι New York Times.
Δεκάδες από αυτούς υπέστησαν σοβαρές εγκεφαλικές αιμορραγίες
αυτό που η Lilly χαρακτήρισε ως «σοβαρή» εγκεφαλική αιμορραγία.
Χωρίς γνώση των κινδύνων
Οι δοκιμές φαρμάκων είναι εν μέρει σχεδιασμένες για να
διερευνούν τους κινδύνους, γι’ αυτό και οι εθελοντές ενημερώνονται συστηματικά
για τους πιθανούς κινδύνους πριν από τη συμμετοχή τους. Η «συναίνεση μετά από
ενημέρωση» είναι μια βασική αρχή στις κλινικές δοκιμές και την ιατρική ηθική, η
οποία απαιτεί από τις ερευνητικές ομάδες και τις φαρμακευτικές εταιρείες να
ενημερώνουν τους εθελοντές για όλους τους πιθανούς κινδύνους, τα οφέλη και τις
αβεβαιότητες που σχετίζονται με τη συμμετοχή τους σε μια μελέτη. Έτσι, οι
εθελοντές μπορούν να αποφασίσουν ελεύθερα αν επιθυμούν να συμμετάσχουν, με
πλήρη γνώση για τους κινδύνους που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν.
Στην περίπτωση των δοκιμών των φαρμάκων Leqembi και
Kisunla, οι εταιρείες έδωσαν στους εθελοντές έντυπα συγκατάθεσης που ανέφεραν
γενικά τον κίνδυνο εγκεφαλικών βλαβών για όσους έχουν συγκεκριμένα γενετικά
χαρακτηριστικά, χωρίς όμως να τους αποκαλύψουν τα αποτελέσματα των γενετικών
τους εξετάσεων. Δηλαδή, με τους όρους μυστικότητας που υπέγραφαν οι εθελοντές
δεν θα γνώριζαν αν οι ίδιοι είχαν αυτά τα γενετικά χαρακτηριστικά που τους
έθεταν σε αυξημένο κίνδυνο.
Οι ειδικοί σε θέματα Αλτσχάιμερ και βιοηθικής σχολίασαν στους
New York Times ότι αυτή η πρακτική παραβιάζει την αρχή της συναίνεσης μετά από
ενημέρωση, διότι οι συμμετέχοντες δεν είχαν πλήρη εικόνα της προσωπικής τους
επικινδυνότητας. Αυτό θεωρείται σοβαρή παράλειψη, καθώς οι συμμετέχοντες δεν
μπορούσαν να εκτιμήσουν τον ατομικό τους κίνδυνο και, κατά συνέπεια, να πάρουν
μια συνειδητοποιημένη απόφαση για τη συμμετοχή τους στη δοκιμή.
Ευρώπη και Αυστραλία είπαν όχι
Τα φάρμακα αυτά στοχεύουν στην απομάκρυνση του
βήτα-αμυλοειδούς, μιας πρωτεΐνης που σχηματίζει πλάκα στον εγκέφαλο των ασθενών
με Αλτσχάιμερ. Σε μεγάλο βαθμό τα φάρμακα έχουν επιτύχει, ένα αξιοσημείωτο
επιστημονικό επίτευγμα, αναφέρουν οι New York Times, ωστόσο δεν ανακόπτουν τη
γνωστική έκπτωση ούτε αναστρέφουν την εγκεφαλική βλάβη. Τα αποτελέσματα δείχνουν
ότι, ενώ το Leqembi επιβραδύνει τη γνωστική έκπτωση για μόλις πέντε μήνες, ενώ
το Kisunla επιτυγχάνει ελαφρώς μεγαλύτερη καθυστέρηση. Οι σοβαρές παρενέργειές
του, όπως οι εγκεφαλικές βλάβες, φαίνεται να επιβαρύνουν δυσανάλογα τους
ασθενείς σε σχέση με το όφελος. Παράλληλα, η παραδοσιακή υπόθεση ότι το
βήτα-αμυλοειδές είναι ο κυριότερος παράγοντας ανάπτυξης της νόσου Αλτσχάιμερ
δέχεται πλέον έντονη κριτική, καθώς άλλοι ερευνητές πιστεύουν πως η νόσος
προκαλείται από πολλαπλούς και ακόμη ανεξιχνίαστους μηχανισμούς.
Τον Ιούλιο, η ρυθμιστική αρχή φαρμάκων της Ευρωπαϊκής
Ένωσης συνέστησε να μην εγκριθεί το Leqembi, το οποίο διατίθεται από κοινού με
την Biogen. Πρόσφατα η ρυθμιστική αρχή της Αυστραλίας αρνήθηκε επίσης να
εγκρίνει το φάρμακο. Και οι δύο οργανισμοί δήλωσαν ότι η προσωρινή καθυστέρηση
της γνωστικής παρακμής του φαρμάκου δεν αντισταθμίζει τους κινδύνους ασφαλείας.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, σε παρόμοιο συμπέρασμα κατέληξε το Institute for
Clinical and Economic Review, μια ανεξάρτητη ομάδα αναλυτών.
Βιοηθική εκτροπή
Για την κλινική δοκιμή του Leqembi, η διάταξη περί
απορρήτου εγκρίθηκε από μια ανεξάρτητη επιτροπή ηθικής που διοικείται από την
εταιρεία Advarra, η οποία χρηματοδοτείται από ιδιωτικά κεφάλαια. Σύμφωνα με τον
ομοσπονδιακό νόμο, αυτά τα συμβούλια έχουν στην αρμοδιότητά τους τη διασφάλιση
ότι οι συμμετέχοντες σε δοκιμές ενημερώνονται για τους κινδύνους των μελετών
και δεν διακινδυνεύουν την υγεία ή τη ζωή τους.