Σύμφωνα με έρευνα δύο οικονομολόγων η δίωξη των «μαγισσών» αφορά τη διαμάχη Καθολικής και Προτεσταντικής Εκκλησίας για το «μερίδιο στην αγορά των πιστών» μετά τη Μεταρρύθμιση.
Ήταν μία ιστορία, τόσο τρομακτική, ώστε σε ορισμένα μέρη
της Ευρώπης η σκιά της ακόμα, κατά έναν τρόπο, πλανάται βαριά. Η καταδίωξη
διεξαγόταν με ιδιαίτερη επιμονή για εξακρίβωση ενοχοποιητικών στοιχείων που να
αποδεικνύουν πιθανή «χρήση μαγείας». Η συγκεκριμένη έρευνα είχε στόχο τη
δημιουργία κλίματος ηθικού κινδύνου, μαζικής υστερίας και λιντσαρισμάτων.
Μεταξύ 1550 και 1700, μέσα σε ενάμιση αιώνα, περίπου
80.000 άνθρωποι δικάστηκαν με την κατηγορία της μαγείας. Οι μισοί από αυτούς
εκτελέστηκαν -στις περισσότερες περιπτώσεις βρήκαν τραγικό θάνατο στην πυρά,
όπου κάηκαν ζωντανοί. Και τότε, αιφνιδίως, ως… διά μαγείας οι δίκες
εξαφανίστηκαν.
Η εμφάνισή τους δε, ήταν ακόμα πιο περίεργη, καθώς μεταξύ
900 και 1400 οι επικεφαλής της Εκκλησίας αρνούνταν να αναγνωρίσουν ότι υπάρχουν
μάγισσες, πόσο μάλλον να οδηγήσουν κάποιον σε δίκη. Αυτό συνέβη παρά το γεγονός
ότι η πίστη στην ύπαρξη μαγισσών ήταν εξαιρετικά διαδεδομένη στη μεσαιωνική
Ευρώπη και παρά το γεγονός ότι το 1258 ο Πάπας Αλέξανδρος ο Δ’ εξέδωσε κανόνα
θέλοντας να αποτρέψει τις τυχόν διώξεις: Για την ακρίβεια, διέταξε την Ιερά
Εξέταση να μην ερευνά υποθέσεις με την κατηγορία της μαντείας ή της μαγείας
εκτός και αν εμπλέκονταν αιρετικοί.
Αλλά από το 1550 οι εκκλησιαστικές αρχές άλλαξαν εντελώς
θέση, εξαπολύοντας ένα ανελέητο κυνήγι μαγισσών σε ολόκληρη τη χριστιανική
επικράτεια. Πολλές ερμηνείες έχουν κατά καιρούς παρουσιαστεί σε μία προσπάθεια
να δοθούν απαντήσεις σε σχέση με το τι πυροδότησε την ιστορία αυτή. Τώρα, μία
νέα έρευνα υποστηρίζει μια οικονομική ερμηνεία του φαινομένου.
Σύμφωνα με τον Guardian, δύο οικονομολόγοι, ο Peter
Leeson και ο Jacob Russ από το Πανεπιστήμιο George Mason της Βιρτζίνια
υποστηρίζουν ότι, οι δίκες αφορούσαν τον ανταγωνισμό μεταξύ Καθολικής και
Προτεσταντικής Εκκλησίας για το «μερίδιο στην αγορά των πιστών». Με άλλα λόγια,
οι καθολικές και προτεσταντικές εκκλησίες διαγκωνίζονταν προκειμένου είτε να
διατηρήσουν τους οπαδούς τους, είτε να κερδίσουν νέους. Και για το επιτύχουν
έπρεπε να κάνουν κάτι δραματικό. Επέλεξαν λοιπόν, ως πεδίον δόξης λαμπρόν τις
δίκες μαγισσών.
Σύμφωνα με τη δημοσίευση των δύο πανεπιστημιακών στο
τελευταίο τεύχος της επιθεώρησης Economic Journal «οι διώκτες μαγισσών
διαφήμιζαν τη δέσμευση τους για προστασία από τις κοσμικές απειλές του Σατανά,
‘πατώντας’ πάνω στις λαϊκές δοξασίες, στη λαϊκή πίστη περί μαγισσών».
Οι Leeson και Russ ανέλυσαν νέα δεδομένα που αφορούσαν
περισσότερες από 43.000 περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι οδηγήθηκαν σε δίκη με
την κατηγορία της μαγείας σε 21 ευρωπαϊκές χώρες.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το κυνήγι μαγισσών έφτασε σε
αποκορύφωμα μετά τη Μεταρρύθμιση, το 1517, ως αποτέλεσμα της (ταχείας) διάδοσης
του Προτεσταντισμού.
Οι Leeson και Russ υποστηρίζουν επίσης ότι, για πρώτη
φορά στην Ιστορία, η Μεταρρύθμιση έδινε σε έναν μεγάλο αριθμό χριστιανών τη
δυνατότητα να κάνουν μία θρησκευτικού χαρακτήρα επιλογή: Είτε να μείνουν
προσκολλημένοι στην παλιά Εκκλησία, είτε να στραφούν στη νέα. «Και όταν το
εκκλησίασμα βρίσκεται μπροστά σε μία επιλογή, οι Εκκλησίες εισέρχονται σε
διαδικασία ανταγωνισμού», γράφουν.
Το φαινόμενο έφθασε στο ζενίθ μεταξύ 1555 και 1650, έτη
κατά τα οποία καταγράφηκε «ο μέγιστος ανταγωνισμός για τους χριστιανούς -
καταναλωτές», που αποδεικνύεται από την Αντεπίθεση της Καθολικής Εκκλησίας
στους Προτεστάντες, κατά τη διάρκεια της αντιμεταρρυθμιστικής δραστηριότητας
συντηρητικών καθολικών κύκλων.
Σύμφωνα με τη νέα έρευνα, στις περιοχές όπου η
αντιπαλότητα των δύο Εκκλησιών ήταν μεγαλύτερη, η τρέλα με το κυνήγι μαγισσών
ήταν ακόμη πιο έντονη.
Οι Εκκλησίες είχαν επιλέξει τα πεδία στα οποία έδιναν τις
μεγάλες μάχες, κάτι που εξηγεί για ποιόν λόγο στη Γερμανία -ground zero για τη
Μεταρρύθμιση, καθώς από εκεί ξεκίνησε- σημειώθηκε το 40% των διώξεων στην Ευρώπη.
Ακολουθεί στη δεύτερη θέση η Σκοτία, όπου διώχθηκαν συνολικά 3.563 άτομα.
«Αντιθέτως, η Ισπανία, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η
Ιρλανδία -που παρέμειναν κάστρα του Καθολικισμού και μετά την Μεταρρύθμιση, άρα
δεν βίωσαν ποτέ τα επεισόδια του σκληρού εκείνου ανταγωνισμού- αντιπροσωπεύουν μόλις το 6% των
Ευρωπαίων που οδηγήθηκαν σε δίκη με την κατηγορία της μαγείας».
Μέχρι το 1650 ωστόσο, η φρενίτιδα για το κυνήγι μαγισσών
είχε μειωθεί, ενώ οι διώξεις σχεδόν εξαφανίζονται μέχρι το 1700. Ο Leeson και ο
Russ αποδίδουν το γεγονός στην Συνθήκη της Βεστφαλίας, μία σειρά ειρηνευτικών
διαπραγματεύσεων, οι οποίες έλαβαν χώρα το 1648, που σήμαναν τη λήξη του
Τριαντακονταετούς Πολέμου (1618-1648) και επί της ουσίας, το τέλος δεκαετιών
θρησκευτικού πολέμου στην Ευρώπη.