Σε δύο μυστικές συναντήσεις μεταξύ του Κυριάκου Μητσοτάκη και του προέδρου του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Οσμπορν αναφέρονται οι Financial Times σε εκτενές ρεπορτάζ τους, δίνοντας συνέχεια στο ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Μητσοτάκης, σύμφωνα
με το δημοσίευμα, είχε προσκαλέσει τον Τζορτζ Οσμπορν, πρώην Συντηρητικό
πολιτικό και νυν πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου, έτσι ώστε να συζητηθεί το
ενδεχόμενο συμφωνίας για την επιστροφή των Γλυπτών, τα οποία είχε αποσπάσει ο
λόρδος Έλγιν.
«Είναι το πάθος μου», δήλωσε ο Μητσοτάκης στους Financial
Times, σχετικά με την πρώτη συνάντηση με τον Οσμπορν στο ξενοδοχείο «Berkeley»
τον Νοέμβριο του 2021. «Το ήθελα πολύ από την πρώτη φορά που είδα τη ζωφόρο
όταν ήμουν περίπου 18 χρονών και επισκέφτηκα το Βρετανικό Μουσείο. Αυτό που με
συγκλόνισε και με εξόργισε ήταν ότι το μνημείο διασπάστηκε. Είναι σαν να πήρες
τη Μόνα Λίζα και να την έκοψες στη μέση».
Σύμφωνα με την εφημερίδα, ο Όσμπορν άκουγε με προσήλωση
τον Κυριάκο Μητσοτάκη να επιχειρηματολογεί. Ο ίδιος δεν είχε ασχοληθεί σχεδόν
καθόλου με τα Γλυπτά του Παρθενώνα κατά τη διάρκεια της καριέρας του στη
βρετανική πολιτική. Έχει γίνει περισσότερο γνωστός για τον ρόλο του ως «υπουργού
Οικονομικών της λιτότητας» της χώρας, μετά το παγκόσμιο οικονομικό κραχ.
Ωστόσο, αφού διορίστηκε πρόεδρος του παλαιότερου δημόσιου
μουσείου στον κόσμο, ο Οσμπορν θεωρεί πως είναι ευκαιρία να δείξει ότι
διευθύνει ένα ίδρυμα έτοιμο να συμμετάσχει στη συζήτηση για τον επαναπατρισμό
των συγκεκριμένων θησαυρών. «Κανείς δεν έχει προχωρήσει σε σωστές προσπάθειες
και δίχως πισωγυρίσματα», είπε ο Οσμπορν στους συναδέλφους του, που επικαλείται
η εφημερίδα.
Ο λόρδος Εντ Βέιζι, μέλος των Τόρις και πρώην υπουργός
Πολιτισμού του Ηνωμένου Βασιλείου, ο οποίος ηγείται εκστρατείας για την
επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ακρόπολη, λέει για το σχέδιο του
Οσμπορν στους FT: «Νομίζω ότι το κλίμα για να επιλυθεί το ζήτημα είναι το
καλύτερο εδώ και 200 χρόνια».
Όσον αφορά τον Όσμπορν, οι Financial Times σημειώνουν πως
παρά το γεγονός ότι πέρασε πολύ χρόνο με Ελληνες πολιτικούς κατά τη διάρκεια
της δεκαετίας που η Ευρώπη ασχολείτο με τις οικονομικές κρίσεις (και) στην
Αθήνα, δεν γνώριζε σχεδόν καθόλου τον Μητσοτάκη πριν από τη συνάντησή τους.
«Αλλά οι δύο τους τα βρήκαν», συνεχίζει.
Ο Μητσοτάκης είπε στους συναδέλφους του, στη συνέχεια,
ότι υπήρχε «εμπιστοσύνη και σεβασμός», ενώ ο Οσμπορν αντιλήφθηκε τον Ελληνα πρωθυπουργό
ως αποτελεσματικό τεχνοκράτη, περιγράφοντάς τον ως «Ρίσι Σουνάκ της Ελλάδας»,
λέει η βρετανική εφημερίδα.
Πάντως, ο Οσμπορν αρνήθηκε να μιλήσει δημόσια για τις
συνομιλίες του με τον Μητσοτάκη, φοβούμενος πως οτιδήποτε πει θα μπορούσε να
χρησιμοποιηθεί εναντίον του πρωθυπουργού, ενόψει των εκλογών τους επόμενους
μήνες. Οι συνάδελφοί του είπαν βέβαια ότι πίστεψε αμέσως ότι θα μπορούσε να
επιτευχθεί συμφωνία. «Ουσιαστικά, είχες δύο λογικούς ανθρώπους σε ένα δωμάτιο
χωρίς αποσκευές ή ιστορία», είπε ένας από τους γνώστες του Βρετανικού Μουσείου,
τον οποίο επικαλούνται οι Financial Times. «Χρειάζεται να μπορείς να καταλήξεις
σε συμφωνία όπου κάποια από τα Γλυπτά ανά πάσα στιγμή θα βρίσκονται στο Λονδίνο
και ορισμένα από αυτά στην Αθήνα».
Η Ελλάδα, γράφουν οι Financial Times, υποστηρίζει ότι τα
Γλυπτά κλάπηκαν από τον Ελγιν, ανήκουν στον ελληνικό λαό και πρέπει να
επιστραφούν νέο Μουσείο της Ακρόπολης στην Αθήνα. Την ίδια ώρα, ο Όσμπορν
περιορίζεται από μια Πράξη του 1963 του Κοινοβουλίου, η οποία εμποδίζει το
Βρετανικό Μουσείο να παραδώσει οριστικά τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Η κυβέρνηση
του Ηνωμένου Βασιλείου δεν πρόκειται να αλλάξει τον νόμο, παρά τις εκκλήσεις
από σχετική επιτροπή της UNESCO το 2021.
Ποια είναι όμως η στρατηγική του Όσμπορν; Η πρόταση του,
γράφουν οι FT, χρησιμοποιεί μια σειρά από στρατηγικές για να γεφυρώσει το χάσμα
μεταξύ των δύο πλευρών, συμπεριλαμβανομένης «της πολιτιστικής εκδοχής περί
ανταλλαγής θησαυρών». Σύμφωνα με άτομα που ενημερώθηκαν για το σχέδιο, δεν θα
απέκλειε μια σειρά συμφωνιών για δάνεια που θα αφορούσαν τα Γλυπτά, οι οποίες
σταδιακά θα χτίσουν ένα κλίμα εμπιστοσύνης. Η Ελλάδα όμως δεν θα παρεκκλίνει
από τις αξιώσεις της, σύμφωνα με το δημοσίευμα, αφού θα ήταν μεγάλο πρόβλημα
για τον Μητσοτάκη να δεχτεί ένα «δάνειο» αυτού που θεωρεί ελληνική περιουσία,
αλλά το Βρετανικό Μουσείο θα συμφωνούσε να στείλει στην Αθήνα το ένα τρίτο ή
και περισσότερο από τα Γλυπτά για καθορισμένο χρονικό διάστημα, όπως για 10
χρόνια.
Μάλιστα, σε αντάλλαγμα για ορισμένα από τα Γλυπτά του Παρθενώνα,
η Αθήνα θα δάνειζε ελληνικούς θησαυρούς στο Λονδίνο ως «ενέχυρο», όπως οι
τοιχογραφίες της Σαντορίνης, που χρονολογούνται από το 1700 π.Χ.
Το δεύτερο στοιχείο του σχεδίου Οσμπορν θα ήταν πως, όταν
έληγε το δάνειο, τα Γλυπτά θα επέστρεφαν στο Λονδίνο, αλλά ένα μεγαλύτερο μέρος
θα αποστελλόταν ταυτόχρονα στην Αθήνα ως κίνητρο, καθιστώντας την Ελλάδα μόνιμη
στέγη για τα Γλυπτά ανά πάσα στιγμή.
Ορισμένοι διαχειριστές πάντως του Βρετανικού Μουσείου
φαντάζονται μια κατάσταση όπου τα μισά Γλυπτά του Παρθενώνα θα μπορούσαν να
βρίσκονται στο Λονδίνο και τα άλλα μισά στην Αθήνα ανά πάσα στιγμή. Συνομιλίες
βρίσκονται επίσης σε εξέλιξη για μια νομική συμφωνία, σύμφωνα με την οποία η
σύναψη σύμβασης με το Βρετανικό Μουσείο δεν θα εξανάγκαζε την Αθήνα να αποδεχθεί
καταρχήν την ιδιοκτησία του μουσείου στα μάρμαρα, σημειώνουν οι Financial
Times.
Όπως τονίζεται, προς το παρόν υπάρχει ένα σταθερό «no
deal» από τον Μητσοτάκη. Σε μια δεύτερη συνάντηση στο ξενοδοχείο στα τέλη του
2022, είπε στον Οσμπορν ότι θέλει να επιστρέψει μόνιμα η ζωφόρος, όχι δανεική
και όχι τμηματικά. Ωστόσο, και οι δύο εξακολουθούν να πιστεύουν ότι μια
συμφωνία είναι δυνατή.