Νέα Δημοκρατία / Η δεξιά απειλή για την κυβέρνηση και η αλλαγή του εκλογικού νόμου


Νικόλ Λειβαδάρη

 

Δύο είναι τα στοιχεία των τελευταίων δημοσκοπήσεων που (ξανα)τροφοδοτούν τον προβληματισμό στο Μαξίμου. Το ένα είναι το υψηλότατο ποσοστό δυσαρέσκειας από τις κυβερνητικές επιδόσεις και το δεύτερο η νέα άνοδος που καταγράφουν τα κόμματα στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας.

Στην δημοσκόπηση της ALCO πάνω από ένας στους δύο (53%) ερωτηθέντες δήλωσε πως δεν είναι καθόλου ικανοποιημένος από την απόδοση της κυβέρνησης. Εάν σ’ αυτούς προστεθούν και όσοι δήλωσαν χαμηλή ικανοποίηση το συνολικό ποσοστό δυσαρέσκειας εκτινάσσεται στο 80%.

 

Από την ίδια δημοσκόπηση επιβεβαιώνεται πως τα κόμματα στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας εξακολουθούν να εισπράττουν σημαντικό μέρος αυτής της δυσαρέσκειας: Το αθροιστικό ποσοστό της Ελληνικής Λύσης, της ΝΙΚΗΣ και της Φωνής Λογικής της Αφροδίτης Λατινοπούλου φθάνει στο 17,3%.

 

Στα ίδια επίπεδα, στο 17,5%, βρίσκεται το άθροισμα των τριών κομμάτων και στην χθεσινή δημοσκόπηση της Ιnterview. Στην συγκεκριμένη έρευνα μάλιστα εντυπωσιάζει το ποσοστό της Αφροδίτης Λατινοπούλου που μετριέται στο 6%, ενώ συνολικά όλες οι δημοσκοπήσεις δίνουν άνετη είσοδο της Φωνής Λογικής στην Βουλή και σταθερή ανοδική τάση.

 

Στο Μαξίμου παρακολουθούν τις τάσεις αυτές με ανησυχία αλλά και με διαφορετικές αναγνώσεις. Η μία ερμηνεία λέει πως τα περιθώρια για ανοίγματα προς το κέντρο έχουν πλέον στενέψει ασφυκτικά. Οσοι υποστηρίζουν αυτή την άποψη εισηγούνται στον Κυριάκο Μητσοτάκη να στρίψει το τιμόνι προς τα δεξιά και προειδοποιούν πως οποιοδήποτε νέο βήμα προς την πλευρά του κέντρου – ήτοι, μια κεντροαριστερή επιλογή για την θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας – μπορεί να έχει μη αναστρέψιμο πολιτικό κόστος.

 

Η άλλη άποψη είναι διαμετρικά αντίθετη. Οι θιασώτες της υποστηρίζουν πως οι ψηφοφόροι που έχουν μετοικίσει στα ακροδεξιά ή «δεξιά αντισυστημικά» κόμματα έχουν χαθεί οριστικά και δεν πρόκειται να επιστρέψουν στην Νέα Δημοκρατία. Αρα, η κυβέρνηση πρέπει να ρίξει όλο της το βάρος στο κέντρο και να διασφαλίσει την εκεί κυριαρχία της για να παραμείνει σε θέση ισχύος.

 

Ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο απόψεις, όσοι γνωρίζουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη λένε πως θα προτιμούσε να «αγοράσει» την δεύτερη. Με τα δημοσκοπικά ποσοστά  όμως της Νέας Δημοκρατίας να καθηλώνονται περί το 25% είναι αναγκασμένος να έχει ανοιχτές επιλογές ακόμη και έξω από την προσωπική πολιτική του φιλοσοφία. Εξ ου, και τουλάχιστον προς το παρόν, φαίνεται να καταλήγει σε δύο οδούς αντίδρασης. Η πρώτη είναι η σκληρή και μετωπική αντιμετώπιση των εκ δεξιών «πολιορκητών» της ΝΔ και η δεύτερη η πιθανή αλλαγή του εκλογικού νόμου (εν ευθέτω χρόνω).

 

Ως προς το πρώτο σκέλος ενδεικτική των κυβερνητικών προθέσεων ήταν η δημόσια σύγκρουση του κυβερνητικού εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη με την Αφροδίτη Λατινοπούλου μετά τα περί «αριστερής ψυχούλας» που είπε ο πρόεδρος της Φωνής Λογικής για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Εξίσου ενδεικτικές είναι και οι ευθείες και σκληρές απαντήσεις του ίδιου του πρωθυπουργού στην κριτική που δέχεται η κυβέρνηση για το μεταναστευτικό και τα εθνικά θέματα – απαντήσεις που, όπως λένε κυβερνητικά στελέχη, «θα δίνονται πια με κάθε αφορμή».

 

Σε ό,τι αφορά τον εκλογικό νόμο ήδη έχει αρχίσει να διαμορφώνεται κλίμα πιθανής αλλαγής του, έτσι ώστε να γίνει πιο δύσκολη η είσοδος των μικρότερων κομμάτων στην Βουλή. Αναλυτές που βρίσκονται κοντά στην κυβέρνηση, όπως ο Ανδρέας Δρυμιώτης, εισηγούνται δημοσίως αύξηση του ορίου εισόδου στην Βουλή από το 3% στο 5%, ενώ οι πληροφορίες λένε πως το πλαφόν του 5% έχει ήδη ενταχθεί και στις προτάσεις που επεξεργάζεται ο υπουργός Εσωτερικών Θοδωρής Λιβάνιος.

 

Αρκετοί, άλλωστε, είδαν υπόγειες νύξεις για επικείμενη αλλαγή του εκλογικού νόμου και στα μηνύματα που έστειλε προχθές ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την εκδήλωση για την παρουσίαση του νέου παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Εκεί ο πρωθυπουργός έθεσε ως προϋπόθεση για την ανάπτυξη τους «προβλέψιμους εκλογικούς κύκλους», την «πολιτική σταθερότητα» και την « ασφαλή κυβερνητική πλειοψηφία». Και όπως λένε κυβερνητικά στελέχη «πολιτική σταθερότητα» και «ασφαλής κυβερνητική πλειοψηφία» δεν μπορεί να υπάρξει «με ετερόκλητες συμμαχίες παρά μόνον με αυτοδύναμες κυβερνήσεις».

 

 

 

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη