Η Χεζμπολάχ είχε συμφωνήσει σε κατάπαυση του πυρός με το Ισραήλ «λίγο πριν το κράτος κατοχής σκοτώσει τον γενικό της γραμματέα Χασάν Νασράλα» την περασμένη εβδομάδα, όπως επιβεβαίωσε ο υπουργός Εξωτερικών του Λιβάνου, Αμπντάλα Μπού Χαμπίμπ, σε συνέντευξή του στο CNN.
Η λιβανέζικη κυβέρνηση είχε ενημερώσει την Αμερική και τη Γαλλία για την απόφαση, εξήγησε, και ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου είχε επίσης αποδεχθεί τους όρους.
«Συμφωνήσαμε απόλυτα», δήλωσε ο Χαμπίμπ. «Ο Λίβανος συμφώνησε σε κατάπαυση του πυρός», και πρόσθεσε: «Ο πρόεδρος της λιβανέζικης Βουλής, ο κ. Ναμπίχ Μπέρι, διαβουλεύτηκε με τη Χεζμπολάχ και ενημερώσαμε τους Αμερικανούς και τους Γάλλους για τη συμφωνία. Μας είπαν ότι ο Νετανιάχου συμφώνησε επίσης με τη δήλωση που εξέδωσαν οι δύο πρόεδροι».
Ο υπουργός επιβεβαίωσε ότι η Χεζμπολάχ συμφώνησε με την πρόταση κατάπαυσης του πυρός, η οποία ήταν μέρος μιας ευρύτερης πρωτοβουλίας στην οποία συμμετείχαν η αμερικανική και η γαλλική ηγεσία.
Επιπλέον, όπως τόνισε, οι ΗΠΑ, η Γαλλία και άλλοι σύμμαχοι είχαν προετοιμάσει ένα σχέδιο κατάπαυσης του πυρός για 21 ημέρες που θα ξεκινούσε στις 25 Σεπτεμβρίου μετά τη συνάντηση των προέδρων Τζο Μπάιντεν και Εμανουέλ Μακρόν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη.
Ωστόσο, η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός απορρίφθηκε από τον Νετανιάχου μία ημέρα αργότερα, μετά την οποία διέταξε τον στρατό να συνεχίσει τις μάχες.
Η αποκάλυψη εγείρει ερωτήματα σχετικά με τα κίνητρα του Ισραήλ για την κλιμάκωση της σύγκρουσης παρά τη φαινομενική πρόοδο προς την κατεύθυνση της κατάπαυσης του πυρός.
Επισημαίνεται ότι η συμπεριφορά του Ισραήλ ευθυγραμμίζεται με μια μακροχρόνια στρατηγική αποφυγής αυτού που έχει ονομαστεί «ειρηνευτική επίθεση» από το κράτος κατοχής.
Η έννοια, που διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Ισραηλινό στρατηγικό Αβνέρ Γιαβίν το 1982, υποθέτει ότι το Ισραήλ αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο οι Παλαιστίνιοι ή οι σύμμαχοί τους να γίνουν υπερβολικά μετριοπαθείς ή διπλωματικά αξιόπιστοι. Ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσε να αναγκάσει το Ισραήλ να συνάψει ειρήνη ή να συμμετάσχει σε συνομιλίες, υπονομεύοντας ενδεχομένως τη στρατιωτική ή πολιτική κυριαρχία του στη Μέση Ανατολή.